Καταχείμωνο…
Καταχείμωνο. Θέλω ένα τριήμερο σε ένα όμορφο ορεινό χωριό με πέτρινα σπίτια, μπουριά σόμπας να προβάλλουν από σπασμένα τζάμια μπαλκονόπορτας και καπνισμένες καμινάδες πάνω από κεραμοσκεπές. Τουρνέ στην αγνή ελληνική ύπαιθρο. Λέτε να μου προκύψει;
Να ξαμολυθώ σε καλντερίμια φαγωμένα από τις νεροσυρμές, πίσω η ομίχλη να μισοκρύβει τα βουνά κάνοντας μυθιστορηματικό το τοπίο. Με μαγέρικα που στον τέντζερη θα βράζει γίδα και φασολάδες μοσχομυριστές, με χαμηλοτάβανα καφενεία που καταμεσής θα βογκά η αναμμένη ξυλόσομπα και γύρω γερόντια με την τραγιάσκα χαμηλά να ρουφάνε τον βαρύ γλυκό λες και πήρε μπρος η ποτιστική μηχανή, να σιχτιρίζουν την κατάσταση με ατάκες του τύπου “κάνε με για μια μέρα πρωθυπουργό και σου δείχνω εγώ…”, να στρίβουν κάτι τσιγάρα σέρτικα, να σωπαίνουν για λίγο κι ύστερα να αναπολούν στιγμές που σταμπάρισαν τη ζωή τους.
Να τους παρατάω στην ησυχία τους και τότε περπατώντας στις ρούγες, γύρω οι κήποι να μοσχοβολάνε μανουσάκια και ζουμπούλια (Υάκινθους), να πιάνω κουβέντα με τσεμπεροφορούσες γριές πολυλογούδες και τετραπέρατες. Να κάνω μισή ερώτηση, ανήξερος τάχα & κείνες να παίρνουν φόρα γελώντας πονηρά με την αθωότητά μου, να λένε & να μην σώνουν. Α, οι γλυκές μου! Να μην με αφήνουν να σαλέψω από κοντά τους, να με κοπανάνε στο μπράτσο πάνω στην προσπάθεια να καταλάβω τα αυτονόητα, συλλαβή να μην προλαβαίνω να σταυρώσω, σωσμό να μην έχει κάθε τους αναπαράσταση. Υπέροχες φιγούρες & κάτι γκριμάτσες λαλίστατες. Οι γέροι, βλέπεις, είναι πιο ντούβιανοι, σφιχτοί στα λόγια, συχνά μελαγχολικοί. Ξεκουκίζουν το κομπολόϊ και κοιτάζουν πέρα, άντε και κανέναν κώλο περαστικό, τριζάτο.
Αλλά επειδή ακόμα είναι Πέμπτη βράδυ, αφήνω να δω αν θα μου προκύψει. Και ελπίζω στο θαύμα. Αλλά μέχρι τότε και προς παρηγορίαν θα διαπράξω μια Τυρόπιτα! Κρύο κάνει, σκέφτηκα, έξω δεν έχει, πού να τρέχεις με τέτοιο ψόφο, ας διαπράξω μια τυρόπιτα απλή και ταπεινή. Φύλλα πατσαβουριαστά & ανάμεσα τυριά κατά στρώματα. Ό,τι τυριά σου βρίσκονται. Το πάνω φύλλο το έλουσα με αυγά χτυπημένα & ένα γάλα εβαπορέ. Για τρεις πεινασμένους δεν ξέρω αν φτάσει το ταψί, πιστεύω πως ναι.
Εντυπωσιακό φινάλε για τους Ομπάμα, απότομα θα πέσουμε στα σκατά, απόψε προβάλλεται το “Έχεις Πακέτο”, έχουν να κλάψουν ματάκια ευαίσθητα βαμμένα ελαφρώς με το ρίμελ (δεν το λέω σωστά) του Κίμωνος Κουλούρη. Άντε βρε, ακούω ανατσουτσούρωσαν κάτι ντερβισόπαιδα του Πασόκ, ετοιμάζονται για γιουρούσι. Αλλά να ψελλίσω μιαν αλήθεια πολύ πονεμένη; Απολαμβάνοντας την διακυβέρνηση από τούτο το τσούρμο των σκιτζήδων, απορείς ποια να διαλέξεις. Την Σκύλλα ή την Χάρυβδη; Γιατί, όχι αγάπη μου. Την Κική και την Κοκό θα τις κρατήσω ψηλά, δεν θα τις βάλω ίσα και όμοια με τα πατσαβούρια.
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.