Καλούτσικο πάντως το καλοκαιράκι, δεν μπορείτε να πείτε… Ε;
Κατ’ αρχήν έχει αυτό το ελαφρούτσικο γενικώς, αλλά συγκεκριμένα θα πω εδώ για το ελαφρόν του ντυσίματος. Βάζει η άλλη ένα σόρτς (αποφεύγω την περιγραφή) κι ένα σουτιέν τάχα για μπλούζα και ξαμολιέται στους δρόμους! Αρπάζουμε κι εμείς κάθε Σ/Κ τα πετσετικά και ξαμολιόμαστε στις παραλίες, όπου βλέπουμε… και τι δεν βλέπουμε. Άσε το τι ακούμε. Ε, σαν μπαϊλντίζουμε, ακουμπάμε κάπου απαλά το ματάκι μας και ξεκουράζεται η καρδούλα μας, το μυαλουδάκι μας το ταλαιπωρημένο από εκκρεμείς λογαριασμούς και συμπεριφορές παρτσακλές. Ναι, παρτσακλές…
Ύστερα είναι πάλι που τρώμε τα καλύτερα. Παγωτά, λαδερά, φρούτα με πρωταγωνιστή το καρπούζι, μέχρι που τρέχουμε στα πουρνάρια και δεν φτάνουμε, περισσότερα δεν λέω, είναι ώρα βραδινού φαγητού.
Μετά είναι που έρχεται η ώρα η ευλογημένη να πραγματοποιηθεί μέεεεεερος όσων όλο το χειμώνα σχεδιάζουμε.
Έχει και τα σπαστικά του όμως το καλοκαίρι. Λίγα, αλλά τα έχει. Αυτό που μας καλούν σε γάμους και βαφτίσια και συχνά δεν ξέρεις τι να κάμεις, ενώ σου έρχεται να τους πεις Δεν μας χέζετε παρακαλώ πολύ! Έτσι ευγενικά, γιατί είναι εκδήλωσις κοινωνική και θα έχουν στολίσει με τα τούλια τον περιβάλλοντα χώρο και δεν είναι πρέπον να λέμε χοντράδες ανάμεσα στα μακριά φορέματα, τους κότσους μπανάνα τις γραβάτες & τις μπομπονιέρες με τα μπιμπελά. Επίσης όταν σας καλούν μπορείτε να ρωτήσετε: Τι βαφτίζετε πάλι; Παιδί; Α, παιδί, κρίμα. Σε ρωτούν τι άλλο θα μπορούσε να βαφτίζουν και εκεί ξεσπαθώνεις και ξεστομίζεις τον πόθο & το απωθημένο σου:
Να βαφτίζατε ένα σκάφος. Μια βάρκα έστω.
Να γίνει στην προβλήτα ο αγιασμός, να σπάσουμε όλοι μαζί την σαμπάνια στην κουπαστή, να πασαλειφτούμε τρώγοντας γλυκά και κατόπιν, ντυμένοι με φαρδουλά λευκά, να ξανοιχτούμε στο πέλαγο και να ανεμίζουν στο αεράκι τα ξανθά μαλλιά κι οι λευκές πουκαμίσες των κυριών.
Αυτό να κάνετε & να με καλέσετε, καημό το έχω.
Να βαφτίσετε Πλεούμενο!
Να με καλέσετε και να έρθω με κωλοτούμπες.
Μην ξαναακούσω για βαφτίσια παιδιού στο κατακαλόκαιρο, που θα πρέπει να χάσω το μπάνιο μου για να σας καμαρώσω με τα καλά σας και με το σόι να παριστάνει την αγαπημένη οικογένεια, θα κάνω πως το ξέχασα και πολύ να με συγχωρείτε. Βαρέθηκα.
Με το προφίλ μου εδώ, σας τα είπα; Όχι. Ε, σας τα λέω. Κάτι έγινε με τον κωδικό μου και δεν με αφήνει να μπω δυο μέρες. Μου έβγαζε ερωτήσεις ασφαλείας να αναγνωρίσω φίλους από τις φωτό που έχουν. Εκεί είναι η αλήθεια ότι με τσαντίσατε αρκετά και θα σας πάρω από τα μούτρα. Μου έβγαζε φωτό φίλων να αναγνωρίσω και ήσαν όλο κάτι μαλακίες. Σπανίως έδινε πρόσωπα. Παρά όλο κάτι γατιά, κάτι τοπία επεξεργασμένα, κάτι παρτσακλά ακαταλαβίστικα, κάτι φράσεις κλισέ, κάτι σχήματα & λοιπές χαζομάρες που ποτέ δεν κατάλαβα γιατί κάποιοι ανεβάζουν εδώ και τους εύχομαι να πάθουν το ίδιο και να μην μπορούν να βγάλουν άκρη, να αναγνωρίσουν το γαλανομάτικο γατί της αλληνής και κάτι επεξεργασμένα στον υπολογιστή πράγματα που τίποτα δεν δηλώνουν. Μα τίποτα. Απολύτως, που λέει κι ο Βουβουζέλας.
Αυτό πάλι με την κυβέρνηση πως το βλέπετε; Ενθουσιασμένοι και σεις, ξέρω. Για την αντιπολίτευση καλά, έχω μεθύσει από ενθουσιασμό με τις προτάσεις της με την ελπίδα που εμπνέει. Αν δεν ήταν καλοκαίρι να έχω άλλες διεξόδους, θα είχα πέσει στα σκληρά. Πάντως έβλεπα προχθές ειδήσεις και μου ήρθε έτσι μια πρόταση να κάνω προς τους γκαλοπατζήδες. Για να μετρήσουν το δέσιμο ανάμεσα στα δυο κυβερνητικά κόμματα, προτείνω να ψάξουν να βρουν έναν Νεοδημοκράτη που να συμπαθεί τον κ. Βενιζέλο. Έναν θέλω να βρουν και να τον παρουσιάσουν ως σπάνιο είδος άξιο προστασίας από Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, ξέρετε αυτές που έπαιρναν επί Τζωρτζ κάτι επιχορηγήσεις Να!
Αλλά όχι, δεν θα χαλάσω άλλο τη ζαχαρένια μου, θα επιστρέψω στα καλοκαιρινά μου καθήκοντα και προβληματισμούς (ναι!), αφήνοντας για το Σεπτέμβρη τα καταθλιπτικά.
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.