Γάτος τον Γενάρη
Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει, καλοκαίρι θα μυρίσει! Πάει βρε, η ουρίτσα έμεινε. Αναθαρρείστε. Πέρασε ο μήνας που… “Γάτος γαμεί, γάτος σκούζει”. Η αλήθεια είναι πως ο Γενάρης μας άλλαξε τα φώτα στο ψοφόκρυο, στο καύσιμο, στα φάρμακα, στο κουκούλωμα στο… καθόλου διάθεση για αυτό που μου τσαμπουνάτε εδώ πως τάχαμου “καιρός για δύο” και άλλα καυλοτσουτσουρωτικά, αφού οι μισοί είμαστε άρρωστοι όλον τον μήνα κι οι άλλοι μισοί μας συμπαραστέκονταν τηλεφωνικώς.
Καθώς αντιλαμβάνεστε, αποκαλούμε τους μήνες με τα ονόματά τους τα ντιπ-καταντιπ της παραδόσεως. Αυτά του βουνού και της στάνης. Του χειμαδιού. “Να ήμουν τον Μάη γάϊδαρος, τον Θεριστή κριάρι, όλον τον χρόνο κόκορας και γάτος τον Γενάρη”. Αλλά με τσάγια, φλισκούνια και χαμομηλάκια με μέλι, άντε να νταβραντοπατήσεις και να βαρβατσουλευτείς, να το παίξεις κεραμιδόγατος. Ποια γιούλια και ποιες βιόλες, με το συμπάθειο;
Γλωσσάρι; Θα το φτιάξουμε κάποια στιγμή κι αυτό. Και συνεχίζουμε το πρόγραμμά μας. “Κότα – χήνα τον Γενάρη και παπί τον Αλωνάρη”! Διατηρώ επιφυλάξεις ως προς την χήνα και το παπί, την κότα πάντως ευχαρίστως την τσακίζω ανεξαρτήτως μηνός. Σούπα αυγολέμονο με ρύζι καρολίνα.
Ε, τον αποχαιρετίσαμε χωρίς ενθουσιασμό τον Γενάρη, δυο μέρες τώρα, να πάει να χαθεί τέτοιος που ήταν όλο χιόνια και λογαριασμούς ληγμένους, εντάξει, μέσα στα πλαίσια της ανοχής είμαστε. Και μην ρωτήσει κανείς ποιος είναι ο Αλωνάρης. Να το βρει μόνος.
Της Υπαπαντής σήμερα. Γιορτάζει η Καλαμάτα και μαζί μια εκ των ηρωίδων μου στα “Χάρτινα φιλιά”. Η κουνιάδα της Μεταξίας, κατά κόσμον Νέλλης Χάρμα, θεατρίνας του μπουλουκιού. Αυτόν τον τύπο γυναίκας, την Υπαπαντή εννοώ, νοιώθω σαν να τον ξέρω χρόνια. Κάπου την έχω συναντήσει. Έτσι αντιπαθητικιά και φαρμακομούνα, την συμπόνεσα. Εγκλωβισμένη στις εμμονές της, πάντα όμως πιστή στις αρχές της και με ένα στυλ.
Αυτά τα λαϊκότροπα και παραδοσιακά είχα φυλαγμένα γι’ απόψε αγαπητό μου ημερολόγιο να σου κανοναρχίσω. Και φεύγω με πίκρα σε γενική συνέλευση πολυκατοικίας. Ε, για ένα τεταρτάκι, παραπάνω δεν θα το αντέξω.
Αλλά, παραδεχτείτε το, στάθηκα κύριος. Γύρω μας χορεύουν οι καλικάτζαροι κι ένα υπονοούμενο πολιτικό ακόμα δεν πέταξα. Αλλά πόσο να κρατηθώ; Έχω κάτι φιλαράκια εδώ πολύ αυστηρά, με αρπάζουν από τα μούτρα μόλις τολμήσω κιχ ακόμη και επί θεμάτων αισθητικής. Θέλουν μονάχα να βαρώ τα χέρια χαρωπά προς υποδοχήν της επερχομένης αναπτύξεως, μετά παλαμακίων. Εκείνοι μονάχα στα δικά τους ποστ να βρίζουν τον Κούλη επαναλαμβάνοντας όσα πολλάκις έχουν απαντηθεί και να χαιρόμαστε όλοι αντάμα την κατάντια της πατρίδας.
Μα τι είναι αυτά που λέω, Θεέ μου, Θεέ μου. Μια χούφτα πιπέρι καγέν θα καταπιώ που τόλμησα να ξεστομίσω τη λέξη πατρίδα και να ενοχλήσω με αυτήν τους αλληλέγγυους, τις ΜηΚυΟ, το οικονομικό επιτελείο διαχείρησης επιδοτήσεων, τις συνιστώσες, το τσούρμο συμπούπουλο που σε μια στιγμή απελπισίας και αγανάκτησης είπαμε Ας δοκιμάσουμε και τούτα τα παιδιά που πετροβολάνε έτσι εντυπωσιακά τους προηγούμενους τους τζερεμέδες με τα λάθη, λάθη, λάθη. Και τότε χαριτωμένα, πηδήσαμε στο λάκκο με τα σκατά, συγγνώμη κιόλας. Τι; Όχι; Καλά, μην μου λέτε.
Σπεύδω στην γενική συνέλευση πολυκατοικίας.
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.