Με την αφορμή του πρόσφατου δημοσιεύματος του Γερμανικού Focus σχετικά με την Ελλάδα, σχόλια και αντιδράσεις προκλήθηκαν τόσο σε τοπικό όσο και παγκόσμιο επίπεδο. Η άσεμνη παρουσίαση της Αφροδίτης στο εξώφυλλο εξέφρασε αφενός την αγανάκτηση των Γερμανών πολιτών για την ευρωπαϊκή στάση της Ελλάδας κι αφετέρου προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων στους Έλληνες που κετέκριναν το δημοσίευμα ως βεβήλωση της ιστορικής κ πολιτιστικής τους κληρονομιάς. Σκοπός του παρόντος άρθρου είναι να εξηγήσει συνοπτικά αλλά κριτικά τα βαθύτερα αίτια που οδήγησαν στα προαναφερθέντα αποτελέσματα.
Το πρόβλημα της χώρας μας, όσον αφορά το έλλειμμα (deficit/GDP) και το εξωτερικό της χρέος (debt/GDP), δεν είναι κάτι νέο. Η 30 ετή μας συμμέτοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕU) και η δεκάχρονη συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Ένωση (EMU) δεν στάθηκαν αρκετές για να επιφέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα σύμφωνα με τα Ευρωπαϊκά δεδομένα σύγκλισης. Η Ελλάδα σήμερα, μια χώρα 11.000.000 κατοίκων έχει 300 δισεκατομμύρια Ευρώ έλλειμμα (budget deficit), το οποίο σε ποσοστιαία δεδομένα μεταφράζεται σε 12,7% του κατακεφαλήν εισοδήματος (GDP). Το ποσοστό αυτό είναι υπερτετραπλάσιο του ανώτατου ορίου 3% που θέτει η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, σύμφωνα με τα κριτήρια του Μάαστριχτ ή κριτήρια σύγκλισης (Maastricht/Convergence criteria) ενώ το συνολικό χρέος (debt/GDP) κατά τα κριτήρια πρέπει να ξεπερνά το 60%, πράγμα το οποίο ποτέ δεν συνέβη με την Ελλάδα.
Επίσης, η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα που δεν πλήρωσε τα κριτήρια εισαγωγής (υπάρχει και η περίπτωση της Σουηδίαςη οποία όμως έμεινε οικοιοθελώς εκτός ένωσης) στην ΕΟΚ επί δυο συνεχόμενα χρόνια ενώ ήταν μέλος της ΕΕ. Στην πραγματικότητα –σύμφωνα με επίσημα δεδομένα που διορθώθηκαν μέχρι σήμερα- ποτέ δεν πλήρωσε τα κριτήρια. Τα οικονομικά δεδομένα που δόθηκαν το 1999 για την εισαγωγή μας στην ΕΟΚ (EMU) -πιθανότατα επιτηδευμένα- δεν περιείχαν έξοδα και χρέη δισεκατομμυρίων ευρώ από τεράστιες εξοπλιστηκές δαπάνες και δαπάνες νοσοκομείων τα οποία ‘’ανακαλύφτηκαν’’ στην πορεία και από 3% που εικονικά είχαμε ως χρέη το 1999 και μας επετράπη η είσοδος στην ΕΟΚ φτάσαμε σήμερα το 12,7%.
Τέτοιου είδους τακτικές χρησιμοποιήθηκαν κι από άλλες αδύναμες οικονομικά χώρες, όπως Ιταλία- Πορτογαλία-Ισπανία, υπό την ανοχή σαφώς της Ευρωπαϊκής κοινότητας. Η ανοχή εξηγείται ξεκάθαρα αν λάβουμε υπόψη τις δύο εντελώς διαφορετικές οικονομικές σχολές σκέψης των δύο μεγάλων ιδρυτών της ΕΕ – της Γαλλίας (supply-side economists) και της Γερμανίας (monetarists) – το οποίο δεν θα αναλύσουμε επί του παρόντος καθώς αποτελεί τεράστιο θέμα συζήτησης. Ουσιαστικά η ΕΟΚ αποτελεί συμβιβασμό αυτών των δύο σχολών σκέψης όπου η Γαλλία αποδέχθηκε τα κριτήρια του Μάαστριχτ και η Γερμανία την ένταξη αδύναμων οικονομικά χωρών στην ένωση. Υπό την πολιτική απόφαση, κοινώς, της Γαλλίας και όχι υπό την εκπλήρωση των κριτηρίων του Μάαστριχτ που αποτελούν την έκφραση της οικονομικής λογικής της Γερμανίας, εντάχθηκε η Ελλάδα στην ΕΟΚ. Η αποτυχία της Ελλάδας για πολλούς επιστήμονες αναδεικνύει το γεγονός αδυναμίας εν τέλει του εγχειρήματος της ΕΕ καθώς και καθιστά σαφές ότι η είσοδος στην ΕΕ δεν αποτελεί ‘’σωτηρία’’ από μόνη της, αναδεινκύοντας την δικαίωση ίσως της Γερμανικής οικονομικής λογικής.
Σήμερα από την Ελλάδα ζητείται να μειώσει αυτό το χρέος-έλλειμμα σε τρία χρόνια (2012), να ελαττώνει κοινώς το χρέος κατα 3% περίπου για κάθε ένα από τα επόμενα τρία χρόνια ώστε να φτάσει στο ποθούμενο ανώτατο όριο των κριτηρίων της ΕΟΚ που είναι 3%. Υπάρχει όμως ένα μεγάλο πρόβλημα: η Ελλάδα σήμερα βρίσκεται υπό ρυθμούς ανάπτυξης (μείον) -2% -δηλαδή υπανάπτυξη για την ακρίβεια από την στιγμή που έχουμε αρνητικη ανάπτυξη λόγω κρίσης αυξάνεται σε πραγματική αξία το χρέος αντι να μειώνεται)- και υπό την πίεση μιας παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης. Σε υπεραπλουστευμένους οικονομικούς όρους, για να ξεχρεώσει μια χώρα το όποιο χρέος της θα πρέπει να έχει ανάπτυξη και τα έσοδα της ανάπτυξης να χρησιμοποιούνται για τα χρέη. Συνεπώς, οι Ευρωπαίοι και κατά προέκαση οι Γερμανοί, γνωρίζουν καλά ότι ζητείται από την χώρα μας κατί δύσκολο έως και αδύνατο. Αυτό συμπερασματικά σημαίνει ότι εφόσον η Ελλάδα είναι μέλος της ΕΕ και ΕΟΚ, δεν επιτρέπεται να αφεθεί να καταρρεύσει κι άρα η ΕΟΚ – στην πραγματικότητα οι Γερμανοί που έχουν την διαχείρηση του χρήματος- θα πρέπει αναγκαστικά να πληρώσουν για τα χρέη της Ελλάδας.
Υφίστανται όμως και περεταίρω πτυχές που καθιστούν την περίπτωση ακόμα πιο περίπλοκη:
- Πρώτον, η πιθανή οικονομική κατάρρευση της Ελλάδας θα έχει μεν άσχημες άμμεσες επιπτώσεις στην Ευροζώνη αλλά όχι σε τεράστιο βαθμό καθώς η χώρα μας αποτελεί μόλις το 2,5% της Ένωσης. Αυτό που αποτελεί τον μεγαλύτερο εφιάλτη των Ευρωπαίων-Γερμανών είναι η πρόκληση μιας ντόμινο κατάρρευσης άλλων αδύναμων οικονομικά χωρών, όπως της Ισπανίας (χώρα πενταπλάσια της Ελλάδας) που θα επιφέρει την πραγματική καταστροφή στην Ένωση.
- Δεύτερον, αν από την άλλη εν τέλει η Γερμανία αποπληρώσει το χρέος ή μέρος του στην χώρα μας αυτομάτως δίνει την εντύπωση, προωθώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο έναν άγραφο νόμο που θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως επιχείρημα από την κάθε χώρα στο μέλλον, ότι κάθε αδύναμη οικονομικά χώρα μπορεί να προβαίνει σε όποιες καταχρήσεις δίχως ανησυχία εφόσον θα βρισκεται πάντα μια Γερμανία να ξεχρεώνει.
- Τρίτον, η Ελλάδα παρά τα χρέη της όλα αυτά τα χρόνια είχε ρυθμούς ανάπτυξης που άγγιξαν και το + 8%. Αυτό σημαίνει ότι υπήρχε η δυνατότητα σημαντικής μείωσης του χρέους, πράγμα όμως το οποίο δεν συνέβη ποτέ. Έτσι γίνεται φανερή η κακή διαχείρηση των πόρων από τις ιθύνουσες κυβερνήσεις όλα αυτά τα χρόνια (30χρόνια στην ΕΕ και 10 στην ΕΟΚ). Κοινώς η Ελλάδα όλα αυτά τα χρόνια ήταν μια χώρα που κατανάλωνε σαν Ευρωπαϊκή χώρα αλλά παρήγαγε σαν Αφρικανική και σήμερα έφτασε στο τέλμα.
- Τέταρτον, η Γερμανία σήμερα αντιμετωπίζει τα δικά της προβλήματα (υψηλή ανεργία, δημοσιονομικό έλλειμμα στη Γερμανία το 2010 θα ανέλθει στα 145 δισ.ευρώ, ήτοι στο 6% του γερμανικού ΑΕΠ, που είναι το διπλάσιο του επιτρεπομένου από τις Βρυξέλλες, μείωση των εξαγωγών και ανταγωνισμός με την ολοένα αναπτυσσόμενη Κίνα που με τους παρόντες ρυθμούς ανάπτυξης [10% ετησίως] σε λίγα χρόνια με μαθηματικούς υπολογισμούς θα ξεπεράσει σε εξαγωγές την Γερμανία και λοιπά). Επίσης, πολύ σημαντικό για την εξήγηση του δημοσιεύματος αποτελεί το γεγονός ότι τα χρήματα που –πιθανόν- θα χρησιμοποιηθούν για την αποπλήρωση των Ελληνικών χρεών, προέρχονται από την φορολόγηση των Γερμανών πολιτών.
Ο Νεοέλληνας όμως, ως ένας γνήσιος απόγονος του πολυμήχανου Οδυσσέα, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Γερμανία είναι αυτή που του χρωστάει αποζημίωση που φτάνει σε ύψος τα 70 δισεκατομμύρια Ευρώ, έπειτα από την προσθήκη τόκων. Η αποζημίωση διεκδικείται για:
- Την καταβολή της αποζημίωσης που μας επιδίκασε η Διεθνής Διάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων (7.100 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, αγοραστικής αξίας 1958) με τους τόκους.
- Την εξόφληση του κατοχικού δανείου (3.500 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, με τους τόκους).
- Την καταβολή αποζημιώσεων στα θύματα της θηριωδίας των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής.
- Την επιστροφή των αρχαιολογικών θησαυρών, που Γερμανοί αξιωματικοί αφαίρεσαν από τα μουσεία μας και τους αρχαιολογικούς μας χώρους.
Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα
Το οποίο συνδυάζει την πραγματικότητα, καθώς κανείς δεν αμφισβητεί τις βιαιοπραγίες που συνέβησαν, με μια ακραία τραγελαφικότητα-γελοιότητα δεδομένου ότι όλα αυτά ήρθαν ‘’ξαφνικά’’ και ‘’τυχαία’’ στην επιφάνεια την ύψιστη περίοδο κρίσης και την στιγμή που η Γερμανία μας αρνείται την όποια οικονομική βοήθεια κι ενώ επί 60 χρόνια κανείς δεν νοιαζόταν.
Όλα τα παραπάνω ίσως δίνουν μια πιο ξεκάθαρη ματιά για τους λόγους δημοσίευσης του πολυβόητου Γερμανικού άρθρου που προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων. Όντας λοιπόν γόνοι του πολυμήχανου Οδυσσέα, μπορούμε να δούμε και την θετική άποψη του Γερμανικού άρθρου: οι Γερμανοί μας αναγνώρισαν επίσημα ότι είμαστε γνήσιοι απόγονοι και κληρονόμοι των αρχαίων Ελλήνων και της μεγαλύτερης πολιτιστικής κληρονομιάς του κόσμου. Μήπως λοιπόν να ζητούσαμε αποζημίωση κι από τους Πέρσες για να συμπληρώσουμε το ποσό των 300 δισεκατομμυρίων Ευρώ?
Αιμιλία Π
postgraduate on ”Economics and Politics in contemporary E and SE Europe”