Σε κλίμα βαθιάς συγκίνησης πραγματοποιήθηκαν την Κυριακή 8 Οκτωβρίου, τα εγκαίνια της αίθουσας «Μαρία Λαμπαδαρίδου Πόθου» στο οίκημα Σαχτούρη στον Ρωμέικο Γιαλό της Μύρινας. Τα εγκαίνια πραγματοποίησαν η διακεκριμένη λημνιακής καταγωγής ποιήτρια, πεζογράφος και θεατρική συγγραφέας και ο Δήμαρχος Λήμνου κ. Δημήτριος Μαρινάκης, παρουσία του πρώην υπουργού Δικαιοσύνης κ. Χαράλαμπου Αθανασίου, των Δημάρχων Λέσβου, Σπύρου Γαληνού και Λύσης Κύπρου, κ. Ανδρέα Καουρή, των τοπικών αρχών και πολλών εκλεκτών φίλων και αναγνωστών της κ. Λαμπαδαρίδου.
Η διαμόρφωση της εν λόγω αίθουσας στο οίκημα Σαχτούρη ήρθε ως αποτέλεσμα της γενναιόδωρης απόφασης της κ. Λαμπαδαρίδου να δωρίσει στον Δήμο Λήμνου την προσωπική της βιβλιοθήκη, η οποία περιλαμβάνει πολλά αντίτυπα βιβλίων της ίδιας αλλά και άλλων λογοτεχνών και συγγραφέων, καθώς και πολύτιμα προσωπικά της αντικείμενα.
Μετά από σχετική εισήγηση του Δημάρχου Λήμνου κ. Δημήτρη Μαρινάκη, ως φόρο τιμής προς την κ. Λαμπαδαρίδου, το Δημοτικό Συμβούλιο αποφάσισε η βιβλιοθήκη να στεγαστεί στο οίκημα Σαχτούρη και τη διαχείριση-λειτουργία της να έχει το αρμόδιο ΝΠΔΔ «Οργανισμός Εκπαίδευσης, Δια Βίου Μάθησης, Πολιτισμού και Αθλητισμού Δήμου Λήμνου».
Κατά την τελετή των εγκαινίων, ο Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου κ. Παναγιώτης Μαυροθαλασσίτης ανέγνωσε την απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, το κείμενο της οποία προσέφερε στη δωρήτρια. Στο κείμενο αναφέρεται μεταξύ άλλων η εισήγηση του Δημάρχου Λήμνου:
«Ο Δήμαρχος Λήμνου, απευθυνόμενος στο δημοτικό συμβούλιο, ανέφερε ότι «η προσφορά αυτή είναι σημαντική και αξιέπαινη, γιατί κ. Μαρία Λαμπαδαρίδου – Πόθου διέθεσε με περίσσευμα ψυχής και αφοσίωσης σ’ αυτό τον τόπο που αγαπά, όλο το συγγραφικό «βιός της».
Είμαστε ευτυχείς και καλότυχοι που με τόση φροντίδα, γενναιοδωρία, αγάπη και σεβασμό, η δωρήτρια διέθεσε στο νησί μας, τα δώρα αυτά, δώρα της ψυχής της.
Με την ευκαιρία του εορτασμού των «Ελευθέριων» του νησιού μας προτείνουμε η ονομασία της αίθουσας στον 1ο όροφο του κτιρίου ΣΑΧΤΟΥΡΗ, να αποδοθεί στη δωρήτρια κ. Μαρία Λαμπαδαρίδου – Πόθου.
Θεωρούμε ότι η ονοματοδοσία της αίθουσας με το όνομα της δωρήτριας, αποτελεί ελάχιστη και σύμφωνη με το κοινό αίσθημα, απόφαση αναγνώρισης της πολύτιμης δωρεάς της.»
Ο Δήμαρχος Λήμνου ευχαρίστησε όλους όσοι συνέβαλαν για να γίνει πραγματικότητα η αίθουσα, ενώ προανήγγειλε ότι θα ακολουθήσουν και άλλες ενέργειες σε συνεργασία με την κ. Λαμπαδαρίδου και της προσέφερε το μετάλλιο με το έμβλημα της πόλης της Μύρινας, καθώς και έναν μικρό αμφορέα.
Η κ. Λαμπαδαρίδου, βαθιά συγκινημένη, ανέφερε μεταξύ άλλων: «Όσα είχα στην καρδιά μου για τη Λήμνο, τα είπα με όλα αυτά τα βιβλία μου, που έφερα εδώ για την επιστροφή μου. Όμως η λέξη επιστροφή με βασάνισε. Πιστεύω πως επιστρέφω σ’ έναν τόπο από τον οποίον ποτέ δεν έφυγα. Θέλω να σας ευχαριστήσω από την καρδιά μου κύριε Δήμαρχε, που μου δώσατε ίσως το πιο πολύτιμο δώρο της ζωής μου και το αποφασίσατε τόσο άμεσα και το υλοποιήσατε τόσο γρήγορα και τόσο γενναιόδωρα που δεν πρόφτασα να το συνειδητοποιήσω, δεν πρόφτασα να μετρήσω τι κόστος έχει στην ψυχή μου. Γιατί πονάει αυτός ο αποχωρισμός, πόνεσα όταν κατέβασα όλες τις βιβλιοθήκες μου κάτω, να πάρω ό,τι καλύτερο είχα στη συγγραφική μου διαδρομή, να το στείλω στον γενέθλιο τόπο μου. Δεν ήταν εύκολο. Και κάποιες φορές φοβήθηκα, το ομολογώ, μήπως αυτό το βιός μου που έστειλα, τα συγγραφικά, μικρά, ασήμαντα για τους άλλους, αλλά για μένα τόσο πολύτιμα, που είχα γύρω μου μια ζωή και με συντρόφευαν και μου ήταν φίλοι πολύτιμοι, κομμάτια της ψυχής μου, όλα αυτά τα έστειλα και φοβόμουν μήπως βρεθούν ξαφνικά σε μια μοναξιά, μήπως μου πουν μια μέρα πως τα εγκατέλειψα. Αυτό όμως ξεπεράστηκε, όταν είδα τις φίλες τις παλιές, καινούριες, αναγνώστριες της Λήμνου να έρχονται να βοηθήσουν. Κι ακόμα μου πρότειναν και κάτι που γαλήνεψε την ψυχή μου. Δημιούργησαν μια ομάδα φίλων των βιβλίων μου που θα έρχεται κάθε μέρα εδώ κάποιες ώρες να μην είναι η αίθουσα κλειστή και στη μοναξιά της. Αλλά να είναι ζωντανή και φιλόξενη και φιλική, όπως την ονειρεύτηκα».
Στη συνέχεια η κ. Λαμπαδαρίδου πρόσθεσε: «Μου ήταν πολύ δύσκολο να αποχωριστώ όσα αγάπησα. Όμως όταν έγραψα το βιβλίο μου τώρα τελευταία “Τα μονοπάτια του αγγέλου μου” (Εκδ. Πατάκη) που ήταν όλη η ζωή μου μέσα από τα ημερολόγια και είδα πόση ματαιότητα υπάρχει, πως όλα αυτά ήταν δικά μου, αλλά σήμερα δεν έχω τίποτα, γιατί υπάρχουν σ’ ένα παρελθόν που μπορεί να είναι μέσα στον παρόντα χρόνο, όμως δεν παύει να είναι ο παρελθών χρόνος. Βέβαια, πιστεύω πως ό,τι έχει υπάρξει, υπάρχει για πάντα στον χρόνο, πως δεν είναι δικό μας. Ανήκει σε μια αφηρημένη έκταση, στη μνήμη τη δική μας, στη μνήμη των άλλων, όμως δεν υπάρχει σε εμάς τους ίδιους. Και ένιωσα πια πως ήμουν με χέρια άδεια. Και έκανα τη σκέψη πως τίποτα τελικά δεν είναι δικό μας. Υπάρχουμε πάνω σε μια ελάχιστη, σε μια μοναχική στιγμή, σε μια ροϊκή και εύθραυστη μέσα στον ατέρμονα χρόνο. Όμως μένει αυτό που δώσαμε, αυτό που δίναμε. Από εκεί ξεκίνησε η σκέψη να χαρίσω. Να πω αυτά δεν γράφτηκαν για μένα μόνο. Εμένα μου δόθηκε η δωρεά να τα γράψω. Να γράψω κάποια βιβλία με κάποιες άλλες, πιο βαθιές οράσεις της ψυχής. Να δω κάποια πράγματα. Όμως μου δόθηκε η χάρη να το κάνω αυτό. Εγώ δεν έχω τίποτα δικό μου…». Καταλήγοντας, μιλώντας για τον ρόλο των βιβλίων και τα δεινά της Ελλάδας είπε: «Όσο για το αν μπορούν να βοηθήσουν την Ελλάδα να σωθεί από τα δεινά της, θα πω τούτο μόνον: Ακόμα και ένας τόμος απ’ τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη ή τους μεγάλους μας ποιητές αν σωθεί στις πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες του κόσμου, είναι αρκετός για να υπάρχει η Ελλάδα. Και όσο ο ελληνικός πολιτισμός θα υπάρχει ως αξιακή δομή κάθε πολιτισμένης χώρας, όπως και είναι σήμερα, η Ελλάδα θα υπάρχει έξω από τα δεινά της. Πάντα έλεγα πως εμείς, ως λαός, είμαστε το εφήμερο πρόσωπό της. Η Ελλάδα όμως, ως πεπρωμένο, είναι έξω από την εφημερότητα τη δικιά μας και πορεύεται στον δικό της αιώνιο χρόνο. Πολιτισμός δεν είναι τα όσα έτοιμα μας δόθηκαν. Πολιτισμός είναι η αντίληψή μας για τον πολιτισμό…».