Τελικά τι θα γίνει; Θα μας απολύσουν, θα μας ανασκολοπήσουν, οι τροϊκανοί; Θα πάρουν φόρα και θα έρθουν για τα δέοντα; Θα μας κλείσουν σε στρατόπεδα να δουλεύουμε νηστικοί και θα μας μαστιγώνουν; Α, πρέπει να πάω γυμναστήριο, πώς θα βγω γυμνόστηθος μαστιγωμένος να παίξω το ρόλο έτσι χάλια; Πρέπει να ξέρω να προετοιμαστώ. Να στοιβάζω τρόφιμα στο κατώι; Να βάλω δυο μπλούζες τρία βρακιά σε ένα δισάκι και να πάρω το δρόμο του μεταξιού; Ποιός άχρηστος από τους τάχα κυβερνώντες θα μας πει; Ναι, ναι, εσύ που έτοιμος είσαι να πετάξεις κάτι πονηρό, κάνε καλού-κακού ένα αφρόλουτρο με άρωμα βερύκοκο, δεν ξέρεις τι σε βρίσκει. Ε, μα πια!
Α, να σας πω. Δεν ακούω ξανά οδηγίες μαγειρικής. Ό,τι ξέρω θα φτιάχνω. Αυτό με τα λουκάνικα φούρνου και τα συμπαρομαρτούντα που λέγαμε χθες, μια σαχλαμάρα βγήκαν τελικά, ή εγώ δεν τα κατάφερα στην εκτέλεση. Δεν ξέρω τι να πω… μήπως είναι που δεν τα έφτιαχνε η μάνα μου έτσι ποτέ και αρνούμαι να τα δεχτώ; ίσως. Μετά πώς να παντρευτώ; Θα φτιάχνει το ίδιο κοκκινιστό με μακαρόνια; καγιανά; κουνουπίδι γιαχνί; ραβανί; κουραμπιέδες; θα σιδερώνει μέχρι και τα πατσαβούρια κουζίνας; Ααααααα, δύσκολο. Με βλέπω στο ράφι.
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.