Όχι, αφήστε με, θα κάνω δήλωση. Δεν θα είναι βαθυστόχαστη και αποστομωτικιά σαν του πανηγυρικώς νεοκλεγέντος, αλλά θα είναι δήλωση… Πολιτική από έναν πολίτη σκέτο. Θέλω να διαμαρτυρηθώ γιατί η χώρα μου εξευτελίστηκε. Να διαμαρτυρηθώ γιατί το εισόδημά μου εξαφανίστηκε. Να διαμαρτυρηθώ γιατί η καθημερινότητά μου υποβαθμίστηκε. Γιατί εγώ και όσοι συναναστρέφομαι έχουμε μονίμως μελαγχολία, κακή διάθεση, αϋπνίες, πόνους στο στομάχι, νεύρα, ανορεξία για σεξ, αβεβαιότητα για το μέλλον. Είναι δικαίωμά μου να διαμαρτυρηθώ; Ψιλοείναι! Όπως τέλος πάντων το εννοούν εκείνοι που ψήφισαν το Σύνταγμα (προ Κατοχής αυτά). Ε, αφού είναι, γιατί μόλις τολμώ να ψελλίσω μια διαμαρτυρία με χρεώνουν στο Συνασπισμό, στο ΚΚΕ, στο αποτέτοιο που δεν τα ψήφισα ποτέ και μάλλον δεν βλέπω να το κάνω μήτε κι αυτήν την φορά; Γιατί; Το έγραψα σε καμμιά ταμπελίτσα στο κούτελο; Το τι σκατά θα ρίξω στην κάλπη είναι μια άλλη κουβέντα που ορίστε ακούω προτάσεις, αλλά γιατί να μην μπορώ να γιουχάρω ελεύθερα εκείνους που πήραν (με το αζημίωτο) τις εγκληματικές αποφάσεις; Εκείνους που πλούτισαν από την πολιτική; Αλλά να το ξαναλέμε. Πολιτική, δεν εννοώ μόνο την κεντρική πολιτική σκηνή. Τα περισσότερα φαγώθηκαν στην… μή κεντρική. Όλοι το ξέρουν, μα δεν βλέπω να το θίγει κανείς. Α, να ρωτήσω. Ο Παπακωνσταντίνου, ξέρετε ποιός, μεθαύριο σε ποια εξέδρα θα ανέβει; Θέλω να ξέρω. Έφτιαξα απόψε κάτι γίγαντες πλακί και λέω να τους πάρω μαζί μου στο ταπεράκι. Απαγορευμένο; δεν νομίζω.
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.