1 ρυπαίνω με κηλίδες, λερώνω, λεκιάζω, αφήνω στίγματα.
2 μτφ. καταισχύνω, ντροπιάζω, ατιμάζω, κατασπιλώνω, μουντζουρώνω, αμαυρώνω, λασπολογώ, συκοφαντώ.
✍️ Ετυμ.
? π.χ. ? “Κηλιδώθηκε το παντελόνι σου από αίμα”.
? “Σίγουρα οι αποκαλύψεις αυτές θα κηλιδώσουν τη φήμη του”.
Ζαχαρή Σοφία – Φιλόλογος
Περισσότερες πληροφορίες εδώ: https://www.facebook.com/sofiazachari.filologos/
Το άρθρο εκφράζει και αντανακλά τις προσωπικές θέσεις και απόψεις του συγγραφέα και αποτελεί έργο προσωπικής του έρευνας και εργασίας. Έχει γίνει προσπάθεια να σας παρέχει αντικειμενική πληροφόρηση, αλλά σε θέματα υγείας, διατροφής και όχι μόνο, πάντοτε πρέπει να ζητάμε τη συμβουλή ενός ειδικού.