ΣΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ
Στο δρόμο με την κίνηση, μέσ στην ανησυχία,
με σκούντησ ένας άνθρωπος. Ιδού η δυστυχία!
Γυρίζω καλά να τον δώ. Γιά κείνον πέρα βρέχει.
Τα βήματά του είναι βαρειά. Αντίληψη δεν έχει.
Το ντύσιμο νεανικό. Κάτι βαρύ στους ώμους.
Σαν τύπους που τους συναντάς καθημερνά στους δρόμους.
Φαινότανε δεκαοκτώ. Ίσως καί παραπάνω.
Τον κοίταξα στο πρόσωπο. Τότε είναι πού τα χάνω.
Το βλέμμα έχει απλανές. Παράξενα κοιτάει.
Τον τσάκισε η κούραση. Πατάει δεν πατάει.
Ζεί γιά καλά στον κόσμο του. Πλανάται στους αιθέρες.
Ποιός ξέρει άραγε γι αυτόν, πόσες θα έρθουν μέρες!
Μάννα, δε θάρθει το παιδί, χαμόγελο να φέρει.
Το πήρανε απ΄ τη ζωή, κρατώντας το απ΄ το χέρι.
Δεν έχει πιά τη δύναμη, ούτε σκοπό να ζήσει.
Μία ροδόχρωμη αυγή, τον κόσμο αυτό θ αφήσει.
Πώς βρέθηκε στο χάλι αυτό, Μάννα μην τα ρωτάς.
Δε λύνει τέτοια θέματα δάσκαλος καί παππάς.
Ούτε σύ δεν κατάφερες να δείς μέσ΄ στην ψυχή του.
Τώρα όμως εκατάντησε να χάσει τη ζωή του!…
13ος ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΠΟΙΗΣΗΣ 27-4-98
Α ΕΠΑΙΝΟΣ Χ.Ο.Ν.
Πειραιάς, Σεπτέμβριος 1995
Γεώργιος Βελλιανίτης
Βλέπε στο ίντερνετ άρθρο Γεωργίου Κ. Μπήτρου, Καθηγητού Οκονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, με τίτλο “Ναρκωτικά και Καταστολή”.