του Δημήτρη Χίλιου
Πρωινό Σαββατου πίνεις καφέ φτιάχνοντας το πρόγραμμα της ημέρας. Να κάνεις δουλίτσες; Να ξεπετάξεις ένα φαγητό; Να κάνεις κηπουρική; Ή να τα παρατήσεις όλα και να ξεπορτίσεις;
Εμείς που ξυπνάμε αχάραγο τα προλαβαίνουμε όλα.
Μέσω ημών βαριούτσικος χειμών. Λέμε τώρα, δεν γίναμε και Σιβηρία. Όμως… Βράδυ πρωί καλό είναι να καίει το μαγκάλι.
Μα… σταθείτε γιατί πήρα φωτιά ξαφνικά.
Όχι, δεν θα μου την βγουν, καλά μου, τα πιτσιρίκια που πετάγονται εδώ σαν την τσουτσού και ξεφουρνίζουν τα διάφορα που τάχα κάνουν όταν βαριούνται κι είναι τα περισσότερα αντιγραφή. Κόπι πάστε. Άσε που μονάχα τα κοκορεύονται. Αλλά μικρά είναι δεν θα τα πάρω από τα μούτρα, να τους κόψω τα φτερά.
Θα ξομολογηθώ μονάχα τι κάνω του λόγου μου κάθε που βαριέμαι, πράγμα καθόλου σπάνιο. Και το συνιστώ ως χαλαρωτική μέθοδο αλάνθαστη.
Αρπάζω λοιπόν ένα τραγούδι του συρμού, επιλεγμένο επί τούτου να είναι σαχλό. Συνήθως τα του συρμού είναι σαχλά αναντάμ παπαντάμ. Το περιλαβαίνω και το κελαηδάω πάνω στη μουσική άλλου τραγουδιού, όχι απαραίτητα σαχλού. Τρενάρω τις καταλήξεις, προσθέτω κορώνες, σκαρώνω τσαρκάντζες, πρώτες δεύτερες φωνές, όλα. Εκσφενδονίζω τον σαχλοστίχο με στόμφο ποίησης καμπανιστής, κάνω μικρές παρεμβάσεις βελτιωτικές, το φτιάχνω τελικά ένα πράγμα Χέσε ψηλά κι αγνάντευε. Τούτη η επίδοση ενδείκνυται κατά την οδήγηση όταν το ραδιόφωνο παίζει διαφημίσεις ή κολλάει το cd. Επίσης διανθίζονται μια χαρά οι δουλειές του σπιτιού και μια βαρετή απασχόληση στην δουλειά. Γείτονες και οι συνάδελφοι κουνάνε το κεφάλι με κατανόηση, πάει τό ‘χασε λένε και κείνο το λιγοστό που είχε, αλλά καθόλου δεν μας πτοεί. Συχνά γίνεται επί τούτου, για να σκεφτούν ακριβώς αυτό και να τους ανέβει η ψυχολογία που εκείνοι κρατούν ακόμα τα λογικά τους. Όχι, δεν χρειάζεται να τους πείτε πως τέτοια ντουβάρια που είναι δεν θα τα χάσουν ποτέ, αφήστε τους να τηνε πάρουν μια στάλα ικανοποίηση. Αυτό.
Όταν στην κούρσα συνταξιδεύει παρέα με ανάλογη διάθεση, τότε παραλλάζουμε τους στίχοι στο πιο προστυχούτσικο. Και όχι μαλακίες, μονάχα λόγια, λάδι-λάδι και τηγανίτα τίποτα. Ό,τι λέμε το κάνουμε.
Α, μην ξεχαστώ. Τώρα κλαδεύουμε και φυτεύουμε τριανταφυλλιές. Επίσης ανθίζουν οι φρέζιες και οι λοιποί βολβοί. Βρείτε στα φυτώρια βιολέτες, τον άλλον μήνα θα ανθίσουν να μοσχοβολήσει το μπαλκόνι.
Θα σας πω και τι θα μαγειρέψω πριν ξεπορτίσω για περιπλάνηση, κάπου κοντά, μην φανταστείτε. Όταν πρόκειται για καφέ και ούζα στην παραλία σαλπάρει το καράβι νωρίς, δεν υπάρχει χρόνος για κηπουρικές και μαγειρικές.
Υγιαίνετε!
Το κείμενο αυτό είναι του συγγραφέα Δημήτρη Χίλιου. Δημοσιεύεται στη Ματιά με την άδειά του, και τον ευχαριστούμε πολύ.