«Κρατήστε ως το πρωί!»
(Τα παιδιά περιμένουν τον ήλιο…
Ο ήλιος είναι σύμμαχός τους,
ο ήλιος είναι πάντα νέος).
«Κρατήστε ως το πρωί! Η νύχτα θα περάσει».
(Μεσάνυχτα, πια.
Πάμε, τ ακούμε απ το ραδιόφωνο:
1050 χιλιόκυκλοι.
Κάποιος χασμουριέται: πολύ κουραστική ημέρα).
«Κρατήστε ως το πρωί! Λίγες ώρες μένουν».
(Το πρωί έχουμε και δουλιές.
Τα ρολλά του μαγαζιού περιμένουν.
Το αμάξι θέλει μια μικρή επισκευή.
Υπάρχουν και κάτι γραμμάτια).
«Κρατήστε ως το πρωί! Το πρωί όλα θ αλλάξουν!»
(Ξεστρώσαμε τα κρεβάτια.
Είναι αλήθεια, δεν μπορούμε να κοιμηθούμε.
Η ντροπή κυκλοφορεί στα δωμάτια
με γατίσια βήματα.
Μερικές καμπάνες χτυπάνε ακόμη.
Το μαγνητόφωνο στο μπαλκόνι φωνάζει:
παιδιά σηκωθείτε!
Ένας κύριος με τις πιτζάμες
που είχε πέσει νωρίς και δεν κατάλαβε τι έγινε
διαμαρτύρεται:
«Σωπάστε, πια! Θα φωνάξω το Εκατό!»).
«Κρατήστε ως το πρωί! Η ώρα είναι δύο».
(Τα σεντόνια είναι κρύα και μαύρα.
Όχι, κόκκινα είναι τα σεντόνια
και παγωμένα).
«Κρατήστε ως το πρωί. Κουράγιο, ως το πρωί!»
(Εκείνοι δίνουν κουράγιο σε μας.
Τα σεντόνια είναι, βέβαια, κρύα,
μα είναι πιο σίγουρα απ’ τα πεζοδρόμια.
Μια καμπάνα απόμεινε να χτυπάει.
«Έλα, τώρα, πάμε σπίτι, μου υποσχέθηκες
πως θα κατέβουμε μόνο μέχρι την Ιουλιανού»).
«Κρατήστε ως το πρωί. Ως το πρωί, Έλληνες, ως το πρωί!»
(Τι ώρα ξημερώνει;
Μια σφαίρα έσπασε το τζάμι.
Η τελευταία καμπάνα σταμάτησε.
«Κλείσε το παράθυρο, κάνει κρύο…»
Θέλει να πει: πυροβολούν. Ντρέπεται.
Τα φώτα στις μαρμάρινες εισόδους των πολυκατοικιών έσβησαν.
«Έλα, πέσε…»
Τα καημένα τα παιδιά εκεί κάτω…
«Έλα, πέσε… θα δούμε το πρωί…»).
«Κρατήστε ως το πρωί! Όσο να βγει ο ήλιος!»
Τα παιδιά περιμένουν τον ήλιο, πιστεύουν στον ήλιο,
λατρεύουν τον ήλιο.
Ο ήλιος είναι πάντα νέος,
ο ήλιος είναι ο μεγάλος τους σύμμαχος.
Δημήτρης Ραβάνης-Ρεντής