Από την πανδημία του ιού στην πανδημία της πείνας
Τους τελευταίους πέντε μήνες που είμαστε, κυριολεκτικά, εγκλωβισμένοι εδώ στον τόπο της διακονίας μας, δοκιμάσαμε και γευτήκαμε στιγμές πόνου και στενοχώριας. Ήταν πολύ φυσικό και το αναμέναμε. Εξάλλου, μέσα στον χώρο της Εκκλησίας μας, που θεωρείται και είναι θεραπευτήριο ψυχών και σωμάτων, αυτή είναι η κύρια αποστολή των λειτουργών των θείων και ιερών μυστηρίων.
Τι να πρωτογράψω και να θυμηθώ, αφού επί καθημερινής βάσης αυτή ήταν η αποστολή μας. Όχι μόνο να μοιράζουμε τρόφιμα στους πεινασμένους, ιδιαίτερα στα παιδιά και τους ηλικιωμένους, αλλά ταυτόχρονα να δίνουμε συμπαράσταση και αγκάλιασμα των πονεμένων και αδικημένων αδελφών μας. Θα ήταν χρήσιμο να δώσουμε μια γενική εικόνα της εμπειρίας μας, αφού δώσαμε το παρών μας ως Ορθόδοξη Εκκλησία και μεταφέραμε αυτό το μυστήριο που κρύβεται πίσω από την πείνα πράγμα απαράδεκτο φυσικά στον 21ο αιώνα.
Με βαθύ σεβασμό και αδελφική αγάπη αλλά και προσευχή πορευθήκαμε από τη μια γωνιά της Κένυας ως την άλλη, για να ζήσουμε από κοντά και να συμπαρασταθούμε στους πονεμένους και αδικημένους αδελφούς, που καμιά αρχή ή εξουσία δεν ανέλαβε να τους απαλλάξει από τον πόνο και τη στέρηση, τον φόβο του ιού και φυσικά της πείνας.
Οι πρώτοι τέσσερις μήνες ήταν κρίσιμοι, λόγω των περιοριστικών μέτρων -το λεγόμενο «κέρφιου»- που δεν μπορούσαμε να κυκλοφορήσουμε ή να ταξιδέψουμε το βράδυ, όπως επίσης απαγορευόταν η μετακίνηση από τον ένα τόπο στον άλλο. Έτσι, περιοριστήκαμε στη Ναϊρόμπι, τα περίχωρα και σε δύο περιπτώσεις, ύστερα από ειδική άδεια, επισκεφθήκαμε δύο περιοχές εκτός, αφού οι άνθρωποι μάς καλούσαν, ιδιαίτερα οι Μασάι.
Η όλη ιστορία ξεκίνησε με το εξής περιστατικό. Στο παρακείμενο νηπιαγωγείο και δημοτικό του Αγίου Κλήμεντος με πλησίασαν οι δάσκαλοι, για να μου δώσουν την εξής πληροφορία: “Ξέρετε ότι τα 300 τόσα παιδιά που φοιτούν εδώ, δίπλα από το σπίτι σας, κοιμούνται νηστικά το βράδυ;» (να σημειώσουμε ότι η περιοχή που μένουμε θεωρείται υποβαθμισμένη και χαρακτηρίζεται ως παραγκούπολη). Όταν τα παιδιά μας είναι εδώ, τους προσφέρουμε, εκτός από τη δωρεάν μόρφωση, στολές, ιατρική περίθαλψη, παπούτσια, πρόγευμα και γεύμα. Συνεπώς, οι δάσκαλοι μάς τόνισαν το γεγονός αυτό. Έτσι, συγκλονίστηκα τόσο πολύ, που είπα “τι λέτε;» Και τότε, αμέσως λήφθηκε η απόφαση.
Πήρα δύο ιεροσπουδαστές, έναν δάσκαλο, τον διάκονό μου, τον οδηγό μου, τον μάγειρά μας και τον βοηθό του και σχηματίσθηκε, έτσι, η ομάδα εργασίας και συμπαράστασης. Αυτή η ομάδα μού ετοίμασε και μου παρουσίασε το εξής σχέδιο: Πέντε ειδών διαφορετικές τροφές για κάθε πακέτο των γονέων των παιδιών. Αυτοί όλοι πήγαιναν στην αγορά, έκαναν τα ψώνια, οι ίδιοι τα τακτοποιούσαν σε ειδικές σακούλες κι έτσι τα ετοίμαζαν για διανομή. Καλούσαμε την ημέρα 50 έως 100 γονείς και τους δίναμε το πακέτο για τη διατροφή των παιδιών μας. Η κρατική τηλεόραση της Κένυας πληροφορήθηκε το γεγονός, έστειλε συνεργείο και πρόβαλε σκηνές στο κεντρικό δελτίο με τίτλο της είδησης “Ένας Έλληνας Επίσκοπος κάνει διανομή τροφίμων στα πεινασμένα παιδάκια της παραγκούπολης”. Τα νέα γνωστοποιήθηκαν αφού ήταν το κύριο θέμα στα νέα της τηλεόρασης.
Τότε, άρχισαν τα τηλεφωνήματα: πρώτοι και καλύτεροι οι ιερείς των ενοριών μας, τα διάφορα σχολεία, οργανώσεις μορφωτικές και αθλητικές, μέχρι και οι μουσουλμάνοι αδελφοί μας. Το πρόγραμμα παραμένει επί καθημερινής βάσης και η τηλεόραση το σχολιάζει και το προβάλλει.
Δεν έμεινε συνεπώς ενορία που δεν επισκεφθήκαμε, δηλαδή όλες τις συνοικίες και τα χωριά, ακόμα και τις καλύβες των ηλικιωμένων ανδρών και γυναικών. Τι είδαμε και συγκλονιστήκαμε δεν περιγράφεται σ’ αυτό το άψυχο χαρτί! Η κάθε περίπτωση αποτελεί κι ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στο υπό έκδοση νέο βιβλίο μου.
Όταν δεν άνοιξαν τα σύνορα με τον ίδιο ρυθμό, τρέξαμε σε όλες τις περιοχές της Κένυας από το όρος Κιλιμάντζαρο μέχρι τη Δυτική Κένυα και τον Ινδικό Ωκεανό. Οι άνθρωποι δεν πίστευαν ότι μπορούσαν να πάρουν στα χέρια τους δωρεάν τρόφιμα από έναν Ορθόδοξο Επίσκοπο και μάλιστα Ευρωπαίο! Αυτός ήταν και ο λόγος που τα δελτία ειδήσεων των τηλεοπτικών καναλιών πρόβαλλαν καθημερινά τις προσπάθειες αυτές που ανακούφισαν χιλιάδες ανθρώπους.
Φυσικά δεν είχαμε χρήματα, όμως επικοινωνούσα με τους φίλους και γνωστούς μου και τους έλεγα ότι, αν μου έστελναν 50 ευρώ, θα μπορούσε άνετα να χορτάσει μια οικογένεια με δέκα άτομα! Γι’ αυτό και δεν σταματούμε αυτό το πρόγραμμα που αρχίσαμε εδώ και πέντε μήνες κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού και της πείνας εδώ στην Αφρική.
Δεν θα ήθελα να κλείσω το σημείωμά μου αυτό χωρίς να αναφερθώ σ’ ένα συγκεκριμένο γεγονός που έχει άμεση σχέση με τα αποτελέσματα του κορωνοϊού και τελικά της πείνας. Ιδιαίτερα τους μήνες αυτούς, με πλησίασαν οι νέοι μας όλων των τάξεων που είχαν προηγουμένως κάποια μικρή απασχόληση και έβγαζαν τα προς το ζην, όπως λέμε στην καθημερινή μας γλώσσα. Με τα λίγα που έπαιρναν, πλήρωναν το ενοίκιο του δωματίου που νοίκιαζαν, έτρωγαν, ντύνονταν και δεν είχαν έτσι κανένα πρόβλημα. Τώρα, όμως, με τον κορωνοϊό, έχασαν τα πάντα και ήταν φυσικό να καταλήξουν στον Ορθόδοξο Επίσκοπο, ανεξάρτητα από φυλή, θρήσκευμα κτλ. Είναι γνωστό ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία βοηθά τους πάντες.
Κι έτσι ένας άγνωστος νέος μού στέλνει μήνυμα στο κινητό: “Πεινώ. Θα πεθάνω. Έχω να φάω τρεις μέρες. Μένω εδώ, δίπλα σας, έξω στην είσοδο της Σχολής. Δεν ζητώ πολλά. Μόνο ένα κιλό αλεύρι καλαμποκιού για να μην πεθάνω…”
Καταλαβαίνει κανείς την κατάσταση. Και μια γιαγιά που τα εγγονάκια της πεινούσαν και έκλαιγαν, αναγκάστηκε να γεμίσει μια κατσαρόλα με πέτρες και τις έβαλε στη φωτιά ψηθούν δήθεν πως ήταν φαγητό! Τα παιδάκια έκλαιγαν, κουράστηκαν και κοιμήθηκαν νηστικά χωρίς να φάνε ποτέ τους εκείνο το βράδυ.
Ο Ναϊρόμπι Μακάριος
Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στο Τεύχος 250 του περιοδικού “Εξωτερική Ιεραποστολή” της Αδελφότητας Ορθοδόξου Εξωτερικής Ιεραποστολής!