Σ εσάς που για παντρειά μου μαραινόσαστε
Χωρίς ποτέ σας να την μυρισθήκατε,
Κ’ εις σας που στανικώς καλογριευόσαστε
Πως πρόωρα τους γαμπρούς σας στερευθήκατε,
Σε λίγα λόγια: σε άγαμες και χήρες
Ανοίγω τις θαυματουργές μου θύρες.
Μαμήδες, ξαβακάστρες, γριές, παπάδες,
Καλιά σας! οι γαμπροί δε σας ’μπιστεύονται·
Σας ρούφηξ’ ένας νιός, προξενητάδες…
Τώρα μ’ εμένα όλες θα παντρεύονται·
Δε θέλουν πλειό οι νιές καμιά μεσίτρα,
Είν’ η καρδιά μου η πρώτη προξενήτρα.
Κόρες, γεροντοκόριτσα και χήρες
Τρέξτε με θάρρος όλες και αγκαλιάστε με·
Αν θέλτε να γενήτε καλομοίραις
Χυθήτε κι αγαπητικό σας πιάστε με,
Και το πολύ-πολύ σ’ οχτώ βδομάδες
όλες θα ιδήτε νά ‘σαστε νυφάδες.
Λέω πράγματα πιαστά, οχί αγυρτίες·
Ζώστε με γριές και νιές, κι όσο γι’ αυτό
Είν’ όλες μου οι αγάπες μαρτυρίες…
Κι έπειτα μη θα δώστε ούτε λεφτό;
Ξετάστ’ εκείνες ’που με ’γκαρδιευτήκανε
Και θε να δείτε ’που όλες παντρευτήκανε!
Και ιδού το πως συμβαίνει αυτή η υπόθεση·
Βέβαιος ο κάθε νιός στην πραχτική μου
Μουχτά σ’ όποια μουχτήσω με την πρόθεση
Πως ’σα στερνή θά ‘ναι κι η ποιο εκλεχτή μου.
Κι έτσι όποια και να κάνω αγαπημένη,
Στο μήνα επάνω να την παντρεμένη!
Αλλοιά μου!… αλλά χαρά στην κάθε μια
Που άγαμη κλαίει μην πάει στραβή στον Άδη·
Φτωχή καρδιά, η τόση σου φωτιά
Γι’ άλλους ζωή και φως, για ’μας σκοτάδι!
Αλλά μας μένει στο στερνό η ελπίδα
Πως ωφελούμε κάπως την Πατρίδα.
όσες λοιπόν στους λόγους μου πειθόσαστε,
Και θέλτε να ωφελήστε και το Κράτος,
Αρχίστε να με ψευτοερωτευόσαστε
Κ’ ευθύς θα δείτε κάθε νιός τρεχάτος
Να παίρνει κι από μια. — Ω, δίχως άλλο
Τότες θα ιδώ και το Έθνος μας μεγάλο!
στη Ζάκυνθο, στις 6 Αυγούστου 1887
Ιωάννης Γ. Τσακασιανός