Δεν κοιμούμαι
Καιροφυλακτώ κάτω απ’ την κουβέρτα
Με τα παπούτσια, με τα ρούχα, έτοιμος
Μόλις ο νυχτοφύλακας αποκοιμιέται
Δραπετεύω από το άσυλο.
Βαδίζω χειρονομώντας, παραληρώντας
Πίσω μου η πόλη καταρρέει,
κατ’ απ’ το βάρος των περιστεριών
Βαδίζω όλη μου τη ζωή μαινόμενος
Απ’ τον κρατήρα του κρανίου μου,
Εκτινάσσονται πυρακτωμένα μυαλά
Τα χέρια μου κρώζουν
Φεύγουν, πετούν στο άγνωστο μέλλον.
Ημιθανής φθάνω στο τέλος του κόσμου
Σχίζω με τα δόντια τον υμένα που τον περιβάλλει,
Κι αντικρίζω το πρόσωπο του θεού.
«Ειμ ο θεός κι ονειρευόμουν τον κόσμο
Αυτός ο τρελο-Λάρρυ που έβλεπα ότι ήμουν,
Μου τράβηξε τη μύτη και με ξύπνησε.»
Το ποίημα αυτό μας το έστειλε ο Larry Cool, τον οποίο και ευχαριστούμε πολύ! Δείτε το blog του Larry «ΑΓΓΕΛΟΙ ΚΑΡΦΩΝΟΝΤΑΙ…» κάνοντας κλικ εδώ!