Ο Ζαν Ζακ Ρουσσώ είπε: “Από τη στιγμή που ένας πολίτης θα πει για μια κρατική υπόθεση -Τι μ’ ενδιαφέρει εμένα- αρχίζει και η παρακμή του κράτους”. Η ρήση αυτή σηματοδοτεί την αφορμή του προβληματισμού μας για τη σχέση πολίτη-κράτους, κατά την πορεία της ανθρώπινης εξέλιξης, στην οποία αποτελεί ορόσημο και σταθμό η ιστορική περίοδος που ο άνθρωπος κατευθύνεται στη διαμόρφωση πολιτικής κοινωνίας. Βέβαια η διαμόρφωση πολιτικής κοινωνίας αποτελεί καρπό μιας μακροχρόνιας ωρίμανσης οικονομικών συνθηκών και πολύμορφων κοινωνικών διαστρωματώσεων. Ζώντας ο άνθρωπος μέσα στην πολιτική κοινωνία, αναδεικνύεται ο ίδιος καθοριστικός παράγοντας για τη λειτουργία της και για την προαγωγή της. Αυτό το βασικό προνόμιο μα ταυτόχρονα και βάρος, με την έννοια της ευθύνης, το συνειδητοποίησαν βαθιά, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, όλοι οι σκεπτόμενοι άνθρωποι, και με τη σειρά τους βαθυστόχαστοι φιλόσοφοι το διατύπωσαν σ’ όλη του την πληρότητα και τη σαφήνεια. Άλλωστε η πασίγνωστη ρήση του Αριστοτέλη «ο άνθρωπος είναι ζώον πολιτικόν», κατακυρώνει όλες τις προγενέστερες κρίσεις.
Γιατί αποτελεί κοινή παραδοχή ότι ο άνθρωπος έχει έμφυτη την τάση του να καταβάλλει προσπάθειες για την ανύψωση του βιοτικού του επιπέδου, πράγμα που συντελείται μόνο μέσα από τη συμμετοχή στα κοινά, του να διοχετεύει την δυναμικότητα και δημιουργικότητά του σε σκοπούς γόνιμους και αποδοτικούς όσον αφορά την πνευματική του καλλιέργεια, πράγμα που κι αυτό πετυχαίνεται μέσα από τη συμβολή του στην ανανέωση και αναμόρφωση των αναχρονιστικών ηθών και θεσμών του τόπου του. Και βέβαια όλες αυτές οι προσπάθειές του που παίρνουν σάρκα και οστά μέσα από την ενεργή συμμετοχή του στα κοινά, απηχούν άμεσα στην πρόοδο του κοινωνικού συνόλου και κατ’ επέκταση του κράτους, μα έχουν εξίσου σοβαρό, βέβαια έμμεσο, αντίκρισμα και στη δική του προσωπική πρόοδο.
Αυτό ίσως σε πολλούς φαντάζει σαν χίμαιρα, όμως η ίδια η πραγματικότητα το επιβεβαιώνει καθημερινά. Βέβαια ως θεωρία, για πολλούς σημαίνει και το αντίστροφο, δηλαδή η παρακμή του κράτους και του κοινωνικού συνόλου αναπόφευκτα παγιδεύει και το άτομο, όμως θα ήταν ίσως παθητικό και μοιρολατρικό για την ανθρώπινη φύση που έχει στο «είναι» της την αναζήτηση του καλύτερου, να υποτάσσεται και να επιτρέψει στον εαυτό της το να παρασυρθεί από μια μάζα, από ένα πλήθος που σέρνεται ανήμπορο, παρά να αγωνιστεί αυτός κι ο ένας κι ο άλλος μέσα από τη συμμετοχή στα κοινά να ανυψώσει τη ζωή του και τελικά να την καταξιώσει. Γιατί όλοι οι πολίτες είναι αυτοί που αποτελούν το κράτος και επομένως δεν εξαιρείται ούτε ένας από την ανάληψη ευθυνών είτε για την προαγωγή του είτε για την παλινόρθωσή του. Και επειδή ο κάθε πολίτης αποτελεί όργανο και κύτταρο, υποταγμένο, με τη θέλησή του και με την αγαθή έννοια της λέξης, στην εξυπηρέτηση κοινωνιοκρατικών σκοπών που και υψηλοί είναι και ριζώνουν ακόμη περισσότερο ένα δημοκρατικό καθεστώς, έχει καθήκον μα και ανάγκη να παλέψει μέσα από τις διαδικασίες που έχουν καθιερωθεί για τα κοινά, γιατί μόνο έτσι πραγματώνει δημιουργικό έργο και διοχετεύει την έφεσή του για δράση εποικοδομητικά. Αντίθετα, αν καταληφθεί από αμέλεια και αδράνεια για την πορεία του τόπου του, τότε συντελεί στην έναρξη δυσχερειών και αντιξοοτήτων σχετικά με την ακμή και πρόοδο του κράτους του. Σιγά-σιγά, μα συστηματικά και σθεναρά, η στάση του αυτή υπονομεύει και καταρρακώνει το κρατικό οικοδόμημα, αφού είναι δυνατόν να βρει μιμητές. Γιατί η ανθρώπινη φύση είναι ευάλωτη και πάντα η ευκολία την προσελκύει, ενώ και η παραμικρή αναστολή την απωθεί. Όμως κι αν ακόμη η στάση αυτού του ανθρώπου που απέχει από τον γόνιμο προβληματισμό για τα κοινά δεν έβρισκε μιμητές, κι από μόνη της δεν θα είχε μικρότερες δυσμενείς συνέπειες. Γιατί η έννοια και η πραγμάτωση ενός κράτους που διακρίνεται από υλική ευημερία και πνευματική ή πολιτιστική άνθιση δεν είναι δυνατόν να ενσαρκωθεί από τη μεγαλοφυΐα και την ευστροφία, έστω, μεμονωμένων ατόμων. Η τέλεια ακμή ενός κράτους απορρέει μέσα από το πλήθος, από το λαό του, από τον καθένα πολίτη χωριστά, είναι αποτέλεσμα των αγώνων και των κατακτήσεων του λαού του. Άλλωστε αυτή η αντίληψη έχει αναβιώσει ως πράξη πολλές φορές στο παρελθόν (αν όχι κάθε φορά) και διατυπώνεται εύγλωττα και εύστοχα στη φράση: «Την ιστορία τη γράφουν οι λαοί».
Την ιστορία λοιπόν την πλάθουν οι λαοί. Και στη λέξη «λαοί» θα πρέπει να εννοήσουμε τον καθένα πολίτη ξεχωριστά γιατί η πορεία του κράτους μέσα στο οποίο διαμένει εξαρτάται κατά πολύ από τη στάση του απέναντι στα καυτά και καίρια προβλήματα που είναι δυνατόν να το μαστίζουν κυριολεκτικά. Και άμεση αντανάκλαση των ενεργειών του σχετικά με μια κρατική υπόθεση, αποτελεί και η περαιτέρω ακμή ή παρακμή του κράτους του. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν ο τρόπος διακυβέρνησής του είναι δημοκρατικός και φιλελεύθερος, ο πολίτης έχει τεράστιες δυνατότητες να μετατρέψει προς το καλύτερο τη ροή των πολιτικών πραγμάτων. Μα και σε αντίθετη περίπτωση, όταν δηλαδή δεν του παρέχεται αυτή η ζωτική δυνατότητα, λόγω μεσολάβησης δυσχερών συγκυριών, δεν είναι ακατόρθωτο το ενδιαφέρον του για τα πολιτικά πράγματα. Βέβαια δεν αναφερόμαστε σε μια έσχατη περίσταση, όπου υποθηκεύεται η ίδια η ζωή του ανθρώπου, μα σε περιστάσεις που ευνοούν μια τέτοια ανάληψη πρωτοβουλιών. Άλλωστε ας μην ξεχνάμε πως ο άνθρωπος για να καταλήξει εκεί που κατέληξε, κοπίασε και μόχθησε πολύ, όμως τελικά δικαιώθηκε. Τίποτα δεν κατακτιέται χωρίς επίμονη και επίπονη προσπάθεια, γιατί η αναζήτηση είναι ζυμωμένη με την ανθρώπινη φύση.
Όλοι αποτελούμε το κράτος. Κατά συνέπεια όλοι ευθυνόμαστε για την ανόρθωση ή την κατάρρευσή του, είτε αυτές είναι οικονομικές είτε πολιτιστικές, είτε πνευματικές, είτε κοινωνικές. Αν φιλοδοξούμε να στεκόμαστε αντάξιοι και ισοδύναμοι απέναντι στα δικαιώματα και τις ατομικές ελευθερίες που μας παραχωρεί το κράτος κι αν φιλοδοξούμε να διατηρήσουμε ή να προωθήσουμε την ακμή του, τότε η μετατόπιση ευθυνών και η αμέλεια για τα κοινά μας καθιστούν το λιγότερο άχρηστους και στην κοινωνία και στον ίδιο μας τον εαυτό. Γιατί η φράση του Ρουσσώ «Από τη στιγμή που ένας πολίτης θα πει για μια κρατική υπόθεση -Τι μ’ ενδιαφέρει εμένα- αρχίζει και η παρακμή του κράτους», διανύοντας το χρόνο από τον οποίο διατυπώθηκε μέχρι και σήμερα, λαμβάνει διαρκώς όλο και μεγαλύτερο κύρος, γιατί καθημερινά επαληθεύεται από την ίδια την πορεία της ζωής και της ιστορίας. Είχε, μάλιστα, πρωτίστως επαληθευτεί από τη συγκρότηση της πρώτης πολιτικής κοινωνίας που η χρονολογία της είναι καταχωνιασμένη στα βάθη του χρόνου, και τέλος θα συνεχίζει να επαληθεύεται και στο μέλλον. Γιατί πάντα ο ανθρώπινος παράγοντας θα πρωτοστατεί στη διαμόρφωση των πολιτικών φαινομένων, αρκεί να αποβάλλει όλο και περισσότερο την ανωριμότητα από το «είναι» του, η οποία κυριολεκτικά τον καταδυνάστευε σε παλιότερες εποχές.
Αμαλία Κ. Ηλιάδη
Φιλόλογος-Ιστορικός
Δ/ντριας 3ου Γυμνασίου Τρικάλων