Στο σπίτι μας ζυμώνεται, στο σπίτι μας ψήνεται…
Τα αγόρια μου χαίρονται πολύ το ζυμωτό ψωμί…
Πίσω από το σπίτι μου, ήταν (και είναι) ο ξυλόφουρνος της θειάς (ο τόνος στο ά) Δοξίας (Ευδοξία)…
Άναβε πολύ συχνά και φούρνιζε, γιατί είχε 6 παιδιά και δύο το ζευγάρι, 8.
Έσερνε ξύλα από το βουνό, άναβε, πάνιζε με τη μανέλα και φούρνιζε το ζυμωτό ψωμί που το είχε στις πνακωτές σκεπασμένο με υφαντά πανιά (τάβλες).
Η γειτονιά, μοσχομυριζε… στην αρχή καπνό και μετά ψωμί προζυμένιο…
Μόλις τελείωνε, με φώναζε…
…μπιρμπίλομ, έλα να παρς ένα κλικ.
Το κλικ ή κλικούδ ήταν μικρό ψωμάκι από το περίσεμα του ζυμαριού.
Ένα στρογγυλό, μικρό, ατομικό, ψωμί…
Έτρεχα…
Μου το τύλιγε πάντα σε χαρτί από το τσουβάλι του αλευριού…
Δεν ξεχνιέται ούτε η γεύση, ούτε η πράξη…
Ο φούρνος είναι ακόμα εδώ.
Και η θειά… Δεν τον ανάβει πια…
Τα κορίτσια της έφυγαν, παντρεύτηκαν…
Ο άντρας της, έφυγε στον ουρανό…
Κάθε μέρα όμως, δύο και τρεις φορές, η θειά, έρχεται στο φούρνο της…
Το ψωμί είναι λατρεία. Φιλοσοφια.
Μην αναρωτιέστε για τα κιλά μου… τα έχτιζα από μικρή…
Μια εβδομάδα καλή!
Μια μέρα σχεδόν χειμωνιάτικη στο χωριό μας και στην ψυχή μου…
Λιλίκα
Τόσο το κείμενο όσο και η φωτογραφία που το συνοδεύει, είναι της φίλης μας της Λιλίκας και δημοσιεύονται στη Ματιά με την άδειά της.