Μικρό λεξικό βυζαντινής τέχνης
Αγιογραφία: η τέχνη της ζωγραφικής των ιερών εικόνων και των τοιχογραφιών.
Αγιογράφος: ο ζωγράφος που ζωγραφίζει ιερές εικόνες και τοιχογραφίες.
Βασιλική: αρχιτεκτονικός τύπος των πρώτων χριστιανικών εκκλησιών.
Δωδεκάορτο: δώδεκα εικόνες οι οποίες τοποθετούνται στο Εικονοστάσι και αφηγούνται τις μεγάλες στιγμές της ζωής του Χριστού.
Εγκαυστική: είναι η μέθοδος όπου ο ζωγράφος, για να στερεώσει το χρώμα, χρησιμοποιούσε κερί μέλισσας ανακατεμένο με ρετσίνι.
Εικόνα αχειροποίητη: είναι η εικόνα που δεν έχει φτιαχτεί από ανθρώπινο χέρι και είναι θαυματουργή.
Εικονοστάσι ή τέμπλο: είναι το παραπέτασμα που χωρίζει το Ιερό της εκκλησίας από το χώρο που στέκονται οι πιστοί.
Κρητική ή στενή τεχνοτροπία: τεχνοτροπία που αναπτύχθηκε κατ’ αρχήν στην Κρήτη, και που χαρακτηρίζεται από μια λιτότητα και προσήλωση στην παλαιότερη βυζαντινή παράδοση.
Μακεδονική ή πλατιά τεχνοτροπία: κέντρο της ήταν η Κωνσταντινούπολη. Τα χρώματά της είναι φωτεινά και οι μορφές χαρακτηρίζονται από μια φυσικότητα.
Μαυσωλείο: κυκλικό ρωμαϊκό κτίσμα με τρούλο που το χρησιμοποιούσαν σαν τάφο.
Προπλασμός: απλό χρώμα με το οποίο περνούσε στην αρχή ο αγιογράφος τα μέρη που ήθελε να ζωγραφίσει. Πάνω στους προπλασμούς έβαζε το τελικό χρώμα.
Πρωτόγραμμα: το πρώτο κεφαλαίο γράμμα μιας παραγράφου στα βυζαντινά χειρόγραφα.
Τέχνη:
Πρωτοχριστιανική ή πρωτοβυζαντινή: η τέχνη που καλύπτει την περίοδο των πρώτων χριστιανικών χρόνων και μέχρι το 641 μ.Χ. Η τέχνη που καλύπτει την περίοδο της εικονομαχίας.
Μεσοβυζαντινή: η τέχνη που καλύπτει τα χρόνια μέχρι και την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους.
Υστεροβυζαντινή: η τέχνη που καλύπτει την περίοδο μέχρι την πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1453 μ.Χ.
Μεταβυζαντινή: η τέχνη από το 1453 κι έπειτα.
Τοιχογραφία: η ζωγραφική στον τοίχο.
Χειρόγραφο: βιβλίο γραμμένο με το χέρι.
Η καλλιτεχνική δημιουργία στα χρόνια της δουλείας
Α) Η βυζαντινή επιβίωση.
Ζωγραφική: πιστή στη βυζαντινή παράδοση.
Εκπρόσωποι: Κρητική σχολή: Ανδρέας Ρίτζος, Ανδρέας Παβίας, Θεοφάνης ο Κρης (Μετέωρα, Άγιο Όρος)-> πρότυπο για μίμηση σ’ όλες τις Ορθόδοξες χώρες.
Θηβαίος ζωγράφος: Φράγγος Κατελάνος (Άγ. Όρος, Βαρλαάμ Μετεώρων, μονή των Φιλανθρωπινών στα Ιωάννινα)-> δραματικότητα μορφών, έντονοι χρωματισμοί (τάση προς το Μπαρόκ).
Ο Κρητικός Μιχαήλ Δαμασκηνός (φορητές εικόνες: συνδυασμός βυζαντινής τεχνοτροπίας και αναγεννησιακών ρευμάτων).
Ύστερη Κρητική Σχολή: Εμμανουήλ Τζάνε Μπουνιαλής, Θεόδωρος Παυλάκης.
1669: τουρκική κατάληψη Κρήτης-> μετάθεση της καλλιτεχνικής δημιουργίας στην Ήπειρο και Δυτική Μακεδονία (αγροτική οικονομία)-> τέχνη λαϊκότερη και αφελέστερη.
Ιόνια νησιά: δυτική επίδραση.
Β) Κυριαρχία του λαϊκού στοιχείου (18ος αι.).
Αγροτοποιμενικός βίος -> καλλιτέχνες και εισαγωγή λαϊκών στοιχείων στην τέχνη. Λαϊκοί ζωγράφοι, λαϊκή αγιογραφία, συχνή απεικόνιση «Δευτέρας Παρουσίας».
1730: 2 «Ερμηνείες» = 2 καλλιτεχνικές τάσεις:
α) του Διονυσίου του εκ Φουρνά Ευρυτανίας (επικρατέστερη)-> κήρυγμα επιστροφής στο βυζαντινό Πανσέληνο
β) του Παναγιώτη Δοξαρά-> προσχώρηση στα ιταλικά πρότυπα.
Γ) Άλλες καλλιτεχνικές μορφές.
18ος αι: μεγάλη τρίκλιτη βασιλική (εκκλησιαστική αρχιτεκτονική).
Κοσμική αρχιτεκτονική: κυριαρχία της ανάγκης.
Φόβος των πειρατών-> οχυρωμένοι οικισμοί σαν κάστρα, απομακρυσμένοι απ’ τα παράλια.
18ος αι: βιοτεχνική, εμπορική, ναυτιλιακή άνθιση-> χτίσιμο αρχοντικών δίπατων ή τρίπατων με πλούσιο διάκοσμο (δυτική επίδραση) σε: Καστοριά, Αμπελάκια, Σιάτιστα, Ύδρα κ.τ.λ.
Οθωμανικά κτίσματα (με βυζαντινές και περσικές επιδράσεις): τζαμιά, λουτρά, κρήνες (αξιόλογη αρχιτεκτονική).
Κλειστή οικονομία και κοινωνία-> λαϊκή δημιουργία: υφαντική, κέντημα, ξυλογλυπτική, κεραμική, αργυροχοία (εκφράσεις της λαϊκής φαντασίας).
Κοινωνία και Θεσμοί στο Βυζάντιο (Γενικό Διάγραμμα)
Εισαγωγή.
1) Βυζαντινό κράτος: συνέχεια του ρωμαϊκού (imperium Romanum).
2) Υπεροχή του ελληνικού στοιχείου (πολιτισμός + γλώσσα).
3) Έντονη επίδραση του χριστιανισμού.
4) Μετατόπιση του κέντρου βάρους του κράτους στην Ανατολή.
Περίοδοι.
α) Πρωτοβυζαντινή (4ος, 5ος, 6ος αι.).
395 (Θεοδόσιος Α΄: διαίρεση του κράτους σε ανατολικό και δυτικό-> κατάλυση του δυτικού τμήματος).
5ος αι: βαρβαρικές επιδρομές.
6ος αι: Ιουστινιανός-> αναβίωση του imperium Romanum -> δίλημμα: Δύση ή Ανατολή; -> Ανατολή.
β) Μεσοβυζαντινή εποχή (7ος-11ος αι.).
7ος-8ος αι. : εξωτερικοί εχθροί (Άραβες, Σλάβοι), θέματα-> ενίσχυση κεντρικής εξουσίας. Ίσαυροι-> Εικονομαχία.
10ος αι: ακμή Κων/πολης.
11ος αι: αρχή παρακμής (κρίση εσωτερική και εξωτερική). Σελτζούκοι Τούρκοι (1071: Μαντζικιέρτ) – ενίσχυση «δυνατών»-> καταστροφή αγροτικής τάξης (ανατροπή ισορροπίας).
γ) Υστεροβυζαντινή εποχή (12ος αι-1453).
Κομνηνοί – Άγγελοι -> επικράτηση μεγαλογαιοκτημόνων (δυνατών).
1204-1261: Φραγκοκρατία.
Παλαιολόγοι – κοινωνικά προβλήματα.
Ανταγωνισμός Ιταλικών πόλεων.
1453 (ραγδαία εξάπλωση Οθωμανών -> πτώση Κων/πολης- Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής).
Η Χριστιανική Τέχνη ως και τον Ιουστινιανό
Καταγωγή: Μεσοποταμία, Μ. Ασία (συγκερασμός ελληνικής κλασσικής τέχνης και ανατολικής) -> ακμή του μοναχισμού -> ανάπτυξη χριστιανικής τέχνης.
5ος – 6ος αι: Βυζαντινή τέχνη- Κων/πολη, Θεσσαλονίκη: καλλιτεχνικά κέντρα της αυτοκρατορίας.
Παλαιοχριστιανική τέχνη (4ος – 5ος αι.): συνέχεια και εξέλιξη της ελληνορωμαϊκής (κατακόμβες-> υπόγειοι τάφοι- μαυσωλεία-> υπέργειοι τάφοι).
Ρώμη Συρία
Ζωγραφική: νωπογραφίες με συμβολικά θέματα (ιχθύς, αμνός, άμπελος, λύρα, άγκυρα, πλοίο, Χριστός σαν Καλός Ποιμένας ή Ορφέας) και θέματα απ’ την παλιά και την Καινή Διαθήκη.
Πλαστική: ανάγλυφες παραστάσεις σε σαρκοφάγους (Ρώμη, Ν. Γαλλία, Ισπανία, Μ. Ασία-> «Σινταμάρα»).
Οι πρώτοι Ναοί: «εκκλησία», «οίκος Θεού», «ευκτήριος οίκος».
Βασιλική με αψίδα (ρωμαϊκό είδος).
Βασιλική: επίμηκες ορθογώνιο οικοδόμημα (με: κόγχη προς ανατολάς, 3 κλίτη, 2 κιονοστοιχίες, νάρθηκας, άμβωνας).
Περίκεντρο (οκταγωνικό ή κυκλικό κτίριο) για τη λατρεία των μαρτύρων, με προέλευση ελληνορωμαϊκή-θολωτή η στέγη του (τρούλλος).
Βασιλική μετά τρούλλου (τρουλλαία βασιλική).
Ναοί της εποχής του Ιουστινιανού:
α) Αγία Σοφία Κων/πολης (βασιλική με τρούλλο) (532-537). Αρχιτέκτονές της: Ανθέμιος απ’ τις Τράλλεις και Ισίδωρος απ’ τη Μίλητο.
β) Αγία Ειρήνη (τρουλαία βασιλική).
γ) Ναός των Αγίων Αποστόλων (μαυσωλείο των βυζαντινών αυτοκρατόρων). Αντίγραφό του, ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος στην Έφεσο).
δ) Ναός των Σεργίου και Βάκχου (οκταγωνικός).
ε) Ραβέννα (Ιταλία): Αγ. Απολλινάριος ο παλαιός, Αγ. Απολλινάριος ο νέος, Άγιος Βιτάλιος (οκταγωνικός).
Ζωγραφική: νωπογραφία, ψηφιδωτό (μωσαϊκό)-> η καλύτερη έκφραση της βυζαντινής πνευματικότητας, της πολυτέλειας και της λαμπρότητας. Απεικόνιση των μορφών σ’ ένα χώρο χωρίς βάθος (ψηφιδωτά σώζονται στη Θεσ/νίκη, Κων/πολη, Αγία Αικατερίνη του Σινά, Κύπρο. Ραβέννα: στο Μαυσωλείο της Γάλλα Πλακιδίας, στο Βαπτιστήριο των Ορθοδόξων, στον Άγ. Απολλινάριο το νέο και στον Άγιο Βιτάλιο.
Η Τέχνη της Εικονομαχίας
7ος – 8ος αι. μ.Χ.: την τέχνη επηρεάζουν η απώλεια των μεγάλων βυζαντινών επαρχιών και οι θρησκευτικές έριδες (μονοφυσιτισμός, εικονομαχία).
Μωσαϊκά Αγίου Δημητρίου Θεσ/νίκης (αρχές 6ου – μέσα 7ου αι.): οι πρώτες ατομικές εκφράσεις λατρείας στα λείψανα αγίου (υπάρχουν στα μωσαϊκά αφιερώσεις από ιδιώτες και επίσημα πρόσωπα.
Πολλά έργα τέχνης καταστράφηκαν απ’ τους εικονομάχους.
Santa Maria Antiqua (Ρώμη) – εικόνες στη Μονή του Σινά.
Η Εικονομαχία αναπτύσσει στοιχεία της υπάρχουσας κοσμικής τέχνης (π.χ. φυτικός διάκοσμος) και αφαιρεί τις μορφές (πρόσωπα).
Αρχιτεκτονική: Αγία Σοφία Θεσ/νίκης (σταυροειδής με περίστωο).
Ζωγραφική: μοναδικό χριστιανικό σύμβολο: ο σταυρός, που αποτυπώνεται στα νομίσματα και στις αψίδες ναών (Αγ. Ειρήνη στην Κων/πολη, Αγ. Σοφία στη Θεσ/νίκη, Κοίμηση στη Νίκαια).
Απεικόνιση λαϊκών θεμάτων σε ναούς: σκηνές κυνηγιού, τρύγος, φυτά, ζώα, πτηνά κτλ.
Μουσουλμανικά έργα του 8ου αι. (όπως τα μωσαϊκά στο Μεγάλο Τέμενος της Δαμασκού) είναι φιλοτεχνημένα από βυζαντινούς τεχνίτες και μαρτυρούν τη διακοσμητική τέχνη αυτής της εποχής.
Επίσης, μία μόνο εκκλησία, της Γέννησης στη Βηθλεέμ, διατηρεί μωσαϊκά της Εικονομαχίας: συμβολικές παραστάσεις των Συνόδων, χωρίς κανένα πρόσωπο (ανεικονικά).
Τα αραβικά γράμματα και οι επιστήμες
Μετάφραση αρχαίων ελληνικών έργων στα αραβικά.
9ος αι: πολιτισμική άνθιση αραβικού χαλιφάτου. Αββασιδών. (Αλ Μααμούν: «οίκος της σοφίας», Πανεπιστήμιο της Κόρδοβας).
Ανάπτυξη γεωγραφίας, μαθηματικών, αστρονομίας, χημείας.
Ιατρική: Αβιντένας-> «Κανόνας της ιατρικής» (βιβλίο σπουδών στα Πανεπιστήμια της Δυτ. Ευρώπης ως τον 16ο αι.
Η αραβική τέχνη.
α) Αρχιτεκτονική: έργα υδραυλικά, οχυρώσεις, παλάτια, θρησκευτικά κτίρια.
Συρία, Παλαιστίνη: ελληνιστική και βυζαντινή παράδοση- Ομμεϊάδες Χαλίφες-> «τέμενος του Ομάρ», Μεγάλο Τέμενος της Δαμασκού.
Ισπανία (αραβικά παλάτια), Ινδίες : αραβικά τεμένη.
β) Ζωγραφική: απαγόρευση των ανθρώπινων μορφών, γεωμετρικές γραμμές (αραβουργήματα), επιγραφές σε αραβική γραφή (διακοσμητική).
Ψηφιδωτά με χρυσό βάθος (Τέμενος του Ομάρ).
Ψηφιδωτά από Βυζαντινούς τεχνίτες στο τέμενος της Δαμασκού.
γ) Μικροτεχνία: μικροαντικείμενα από ελεφαντόδοντο, χρυσό ή ορεία κρύσταλλο, υαλουργία (φιαλίδια για αρώματα, λάμπες), κεραμεική, υφάσματα από εργαστήρια του παλατιού (τιράζ), χρονολογημένα με ακρίβεια.
Ελευθερία και θεοκρατία. (Κώστα Μπαρούτα «Το πρόβλημα της ελευθερίας στη Βυζαντινή Τέχνη» Εκδ. Σαββάλας. Αθήνα, 2002 σ. 302.)
Από τον Βασίλη Κων. Νούλα
Δεν υπάρχουν «πρέπει» στην τέχνη.
Η Τέχνη είναι αιωνίως ελεύθερη
Η Τέχνη αποκρούει τις διαταγές,
Όπως η μέρα τη νύχτα.
Β. Καντίνσκυ.
«Πρόκειται για τη διδακτορική διατριβή του συγγραφέα στο Πανεπιστήμιο Λυών των ετών 1969-1972, σε μετάφραση από τον ίδιο, με αρκετές αλλαγές και νέα βιβλιογραφία, που διατηρεί ακέραια την επικαιρότητά της, χρήσιμο για τον ειδικό επιστήμονα και το ευρύτερο φιλότεχνο κοινό.
Στην αρχή διαγράφεται το ιστορικό πλαίσιο της βυζαντινής τέχνης, ανάμεσα στην Εκκλησία και το Κράτος. Η φιλοσοφική και θρησκευτική διάσταση στο πλαίσιο του Ανατολικού Χριστιανισμού. Το υψηλό και ο Συμβολισμός. Ο καλλιτέχνης, η μορφή, η αφαίρεση και η μορφή, το χρώμα, το φως, ο χώρος και ο χρόνος της βυζαντινής τέχνης. Ο πιστός και η ιερή τέχνη μέσα στο ναό. Η Γοτθική Τέχνη. Η «Ρήξη» με τη βυζαντινή παράδοση και η απελευθέρωση της χριστιανικής τέχνης. Ο επίλογος αναφέρεται στο πρόβλημα της ελευθερίας της τέχνης και το βιβλίο κλείνει με κείμενα βυζαντινής, βιβλιογραφία αξιόλογη και Ευρετήριο.
Η Τέχνη στο Βυζάντιο ασφυκτιούσε ανάμεσα στη σύγκρουση δύο εξουσιών της πολιτικής (Αυτοκράτορας-Παλάτι) και της Πνευματικής (Εκκλησία-Πατριάρχης), ενός Καισαροπαπισμού που ανάλογα εξελίσσονταν σε παποκαισαρισμό. Ουσιαστικά όμως επικρατούσε ένας συμβιβασμός που εξυπηρετούσε θαυμάσια τις δύο εξουσίες, αφού έτσι εξασφαλίζονταν τα συμφέροντά τους με την καταπίεση του Λαού.
Άλλωστε η εντολή του Παύλου «ο αντιτασσόμενος τη εξουσία τη του Θεού διαταγή ανθέστηκεν» (Ρωμ. 13,2). Μια θεοκρατική και συντηρητική κοινωνία, που φρόντιζε για την εξαφάνιση της πνευματικής ελευθερίας, μια ανάμειξη παγανιστικών και μυστικιστικών στοιχείων. Ίχνη ελευθερίας συντηρούνταν μόνο στο Λαό με τη Δημοτική Ποίηση και την αρχαία παράδοση.
Η Τέχνη έπρεπε να ισορροπήσει ανάμεσα στην παράδοση του Ελληνισμού (Κλασσικός Ανθρωπισμός, Ανθρωπομορφισμός) και στην Ανατολή (Ιουδαϊσμός-Μωαμεθανισμός με την αφηρημένη ανεικονική σύλληψη του θείου). Αποβάλλεται η Γλυπτική και κυριαρχεί η Ζωγραφική. Η ίδια η Αγία Σοφία είναι μία σύνθεση Ελληνικών και Ανατολικών στοιχείων, όπου κυριαρχεί το συναίσθημα του «υψηλού», παράλληλα ο ασκητισμός, ο μυστικισμός και ο συμβολισμός συμβαδίζουν με την αφαίρεση, την ομοιομορφία, το στυλιζάρισμα. Η εικονομαχία ακριβώς είναι το αποτέλεσμα της πάλης αυτών των δύο τάσεων με την επικράτηση τελικά της ελληνικής παράδοσης και των εικονοφίλων και την άποψη του Μ. Βασιλείου, ότι «η τιμή εις την εικόνα επί το πρωτότυπον διαβαίνει». Οι περιορισμοί όμως και η αυστηρή πειθαρχία της πολιτικής και θρησκευτικής εξουσίας περιορίζει τον καλλιτέχνη στο να είναι καλός κατασκευαστής, όχι όμως ένας αληθινός δημιουργός, πράγμα αδύνατο χωρίς ελευθερία!
Στο ίδιο το Βυζάντιο η τέχνη ασφυκτιά. Με το Τζιόττο σταματά η επίδρασή της στη Δύση, συναντιέται με την κοινωνία και τη φύση και βαδίζει προς την Αναγέννηση. Στην Ανατολή (Ρωσία) συμβαίνει το ίδιο με το Θεοφάνη τον Κρητικό, που υπήρξε ο δάσκαλος του θεμελιωτή της ρωσικής ζωγραφικής Αντρέα Ρουμπλιόφ. Έτσι η μορφή γίνεται το όχημα της ιδέας και του θεολογικού δόγματος. Οι μορφές των αγίων αποτελούν εξέλιξη των νεκρικών προσωπογραφιών του Φαγιούμ.
Μέσα από το τραγούδι του χρώματος ο καλλιτέχνης προσπαθεί να μας μεταδόσει τους εσωτερικούς κυματισμούς της ψυχής του σε μια ύστατη προσπάθεια αναζήτησης της πνευματικής του ελευθερίας, όσο αυτό είναι δυνατό, αφού το Κράτος και η Εκκλησία τον θέλουν ως προπαγανδιστή των εντολών τους σε «μια κοινωνία 100.000 απράγμονων μοναχών μάλλον παρά ενεργών πολιτών»! Την ελευθερία αναζητά ο καλλιτέχνης μέσα στο φως των χρωμάτων, που γίνονται το σώμα και το όχημα του φωτός (ελληνική νοσταλγία), ώστε η αισθητική ατμόσφαιρα, να μεταβάλλεται σε βίωμα. Είναι αυτό που θάμπωσε τους Ρώσους, ώστε να δεχθούν την Ελληνική Ορθοδοξία, αυτή η τάση προς την πνευματοποίηση, όπου ο χρόνος ως ρυθμός και κίνηση μετουσιώνουν το Σύμπαν σε παρουσία της σκέψης του Θεού!..
Έτσι το ωραίο συνυπάρχει με το ιερό και οδηγεί προς το μοναχισμό και όχι προς το θαυμασμό της τέχνης. Ο καλλιτέχνης μέσα από την καταπίεση, τους αναθεματισμούς και τον ολοκληρωτισμό αναζητάει την ατομικότητά του μέσα στην πανίσχυρη ελληνική και δημοτική παράδοση, αγνοεί την ανωνυμία και υπογράφει τα δημιουργήματά του, υπογραμμίζοντας την αντίδραση του και μεταβάλλοντας τα υλικά μέσα σε πνευματικές ουσίες!..
Ο καλλιτέχνης πάντα αντιστέκεται είτε στη βυζαντινή κοινωνία είτε στη Σοβιετική του Σοσιαλιστικού ρεαλισμού, είτε στα εκφυλιστικά φαινόμενα της σύγχρονης δήθεν «τέχνης-αντιτέχνης».
Τα ερωτήματα όμως παραμένουν: Είναι δυνατό να υπάρχει το μέρος, χωρίς το όλο, η μερική δηλαδή ελευθερία της τέχνης, χωρίς την ολική πολιτική και κοινωνική ελευθερία, χωρίς τη Δημοκρατία, είναι δυνατό να υπάρχει ελευθερία σε μια θεοκρατική κοινωνία όπως ήταν η Βυζαντινή. Ο Συγγραφέας καταβάλλει φιλότιμες προσπάθειες να μας πείσει σε μικρά όμως νομίζω αποτελέσματα, που λίγο μας πείθουν. Το μεγάλο όμως ερώτημα ως παράπονο και πίκρα παραμένει: πώς είναι δυνατό το Ευαγγέλιο της Αγάπης της Ελευθερίας και της Δημοκρατίας του Χριστού να μεταβάλλεται από τις κάθε λογής εξουσίες σε ολοκληρωτική θεοκρατία; Για αυτούς τους προβληματισμούς και όχι μόνο το βιβλίο αξίζει να διαβαστεί από όλους!..»
Η ακμή της βυζαντινής τέχνης (9ος – 10ος αι.)
Λέων ΣΤ΄ ο Σοφός- Κων/νος ο Πορφυρογέννητος: προσήλωση στην κλασσική (αρχαία ελληνική) παιδεία.
Αυτοκρατορική τέχνη της Πρωτεύουσας (Κων/πολη).
α) αρχιτεκτονική: 1) εγγεγραμμένος σταυροειδής με τρούλο (κίνηση, χάρη). Διακονικό (είδος σκευοφυλακίου). Πρόθεση (όπου αποθέτουν τα Θεία Δώρα). (π.χ. Καπνικαρέα, Καισαριανή, Άγ. Θεόδωροι Αθηνών).
2) τρίκογχος (χορός ψαλτών) ή αγιορειτικός ή αθωνιτικός τύπος ναού (10ος αι. -> Άγιο Όρος).
3) οκταγωνικός (11ος – 12ος αι.) π.χ. Νέα Μονή Χίου, Δαφνί, Όσιος Λουκάς, Αγ. Σοφία Μονεμβασίας, Άγ. Θεόδωροι Μιστρά.
Στέγη: σχήμα σταυρού.
Σύστημα τοιχοδομίας (πλινθοπερίκλειστο) με εξωτερικά κεραμοπλαστικά κοσμήματα.
Παράθυρα: δίλοβα ή τρίλοβα (και σπανιότερα μονόλοβα).
β) ζωγραφική: αγιογράφηση των ναών με πρόγραμμα-κανόνα-> ειδική εικονογράφηση για κάθε μέρος του ναού, με συμβολική σημασία:
Τρούλος (Παντοκράτωρ, άγγελοι, προφήτες) = ουρανός.
Αψίδα του Ιερού (Θεοτόκος) = «κλίμακα» απ’ την οποία κατέβηκε ο Θεός στη γη.
(Δεομένη) σκάλα
(ναοί στους οποίους σώζεται το παραπάνω πρόγραμμα: Όσιος Λουκάς στη Βοιωτία, Νέα Μονή Χίου, Μονή Δαφνίου (Κομνηνοί)).
Επαρχιακή Τέχνη
Τοιχογραφίες στην Καστοριά (12ος αι.).
Μωσαϊκά στο Βατοπέδι (11ος αι.).
Καππαδοκία (τοιχογραφίες σε εκκλησίες λαξευμένες στο βράχο, 9ος – 11ος αι.).
Ρωσία και Βαλκάνια:
Αγ. Σοφία του Κιέβου (11ος αι.)-> βυζαντινοί τεχνίτες.
Αγ. Σοφία της Οχρίδας (11ος αι.)-> βυζαντινοί τεχνίτες.
Παναγία Πετριτζονίτισσα (12ος αι.) -> Βουλγαρία (τοιχογραφίες).
Άγ. Παντελεήμονας του Νέρεζι (12ος αι.) -> Γιουγκοσλαβία.
Ιταλία : Σικελία (Νορμανδοί βασιλείς): ψηφιδωτά στο Παλέρμο.
Βενετία -> Άγ. Μάρκος.
Τορτσέλλο, Τεργέστη, Γκράντο (μωσαϊκά).
Υπό βυζαντινή επίδραση.
Παιδεία (9ος-10ος αι.).
Στροφή προς την αρχαία κλασική παιδεία.
Καίσαρας Βάρδας: αναδιοργάνωση του Πανεπιστημίου της Κων/πολης στη Μαγναύρα, με κορυφαίους δασκάλους όπως οι: Λέων ο Φιλόσοφος, Φώτιος, Αρέθας, Μιχαήλ Ψελλός.
11ος αι. (επί Κων/νου Μονομάχου): ίδρυση Νομικής Σχολής με την ευθύνη του Μιχ. Ψελλού («ύπατος των φιλοσόφων»).
Μοναστήρια: πλούσιες και οργανωμένες βιβλιοθήκες με ειδικά συνεργεία γραφέων για την αντιγραφή αρχαίων χειρογράφων, που έσωσαν την αρχαία κληρονομιά.
Η τέχνη της Φραγκοκρατίας (50 χρόνια)
Μνημειακή ζωγραφική στα ελληνικά ελεύθερα, περιφερειακά κρατίδια και στα φραγκικά εδάφη. Επίσης στη Σερβία (ζωτική εστία βυζαντινής ζωγραφικής).
Χρονικά, τα δείγματα αυτής της ζωγραφικής εκτείνονται απ’ τον 13ο αι. ως την εποχή των Παλαιολόγων.
Το Ενοποιητικό στοιχείο βυζαντινών και σλαβικών χωρών, επί Φραγκοκρατίας, αποτελεί η Ορθοδοξία.
Αρχιτεκτονική: σταυρεπίστεγος τύπος ναού (μονόκλιτη ή τρίκλιτη βασιλική με στέγη σε σχήμα σταυρού: Πόρτα-Παναγιά Τρικάλων, Άγ. Θεόδωροι Αργολίδας).
Ζωγραφική: άνθιση μιας πιο ελεύθερης τέχνης, που δεν κηδεμονεύεται απ’ την Φραγκοκρατούμενη, πια, Κων/πολη. (Τοιχογραφίες του Αγ. Ιωάννη του Θεολόγου στην Πάτμο, τοιχογραφίες Αχειροποιήτου Θεσ/νίκης, Άγ. Γεώργιος Ωρωπού).
Σερβία: τοιχογραφίες μνημειώδους ζωγραφικής που δημιουργήθηκαν από βυζαντινούς ζωγράφους της Κων/πολης και της Θεσ/νίκης (Στουντένιτσα, Ζίτσα, Μιλέσεβα, Άγιοι Απόστολοι στο Πέτς- μέσα 13ου αι.).
Η τέχνη της εποχής των Παλαιολόγων (1261-1453 μ.Χ.)
Μνημειώδης ζωγραφική-> Υιοθετεί τις μεθόδους των φορητών εικόνων.
α. Τοιχογραφία: αντικαθιστά το ψηφιδωτό.
Νέα θέματα απ’ τον ευαγγελικό κύκλο, το βίο της Παναγίας, τον Ακάθιστο Ύμνο και τους βίους των Αγίων.
Έμπνευση απ’ τις μικρογραφίες (δέντρα, βράχοι, αρχιτεκτονήματα).
Οι ζωγράφοι για πρώτη φορά υπογράφουν τα έργα τους.
β. Ψηφιδωτά: Στη Μονή της Χώρας στην Κων/πολη (αρχές 14ου αι.)- Τοιχογραφίες στο κοιμητηριακό παρεκκλήσι της ίδιας Μονής. Όλα τα έργα στη Μονή της Χώρας εκτελέστηκαν με έξοδα του μεγάλου Λογοθέτη Θεόδωρου Μετοχίτη (αριστοκρατικοί και λόγιοι κύκλοι της πρωτεύουσας).
Μιστράς-Παλαιολόγοι-> Στενοί δεσμοί με την Κων/πολη (Παντάνασσα, Άγιοι Θεόδωροι, Αφεντικό, Άγιος Δημήτριος).
Θεσ/νίκη (Τεχνοτροπία της Κων/πολης): Άγιος Ευθύμιος, Άγιος Δημήτριος, Άγιος Νικόλαος ο Ορφανός, Άγιοι Απόστολοι.
Ζωγράφος Καλλιέργης απ’ τη Θεσ/νίκη-> Εκκλησία του Χριστού στη Βέροια.
Μανουήλ Πανσέληνος: Ζωγράφος του Πρωτάτου στο Άγιον Όρος.
Μιχαήλ Αστραπάς και Ευτύχιος: Αγιογράφησαν πολλές εκκλησίες στη Σερβία.
«Σχολές»:
α. Κων/πολης
β. Θεσ/νίκης
γ. Επαρχιακά εργαστήρια στα Βαλκάνια.
Η επιβίωση της Βυζαντινής Τέχνης
Ρωσία: 14ος αι: Θεοφάνης ο Έλλην-> Ανδρέας Ρουμπλιώφ.
Κρήτη: 1204-1669: βενετοκρατούμενη (Θεοφάνης, Μιχαήλ Δαμασκηνός, Γ. Κλόντζας, Εμ. Τζάνες, Εμ. Λαμπάρδος: αγιογράφοι-Δομήνικος Θεοτοκόπουλος-> El Greco.
Παραδουνάβιες Ηγεμονίες: Οσποδάροι-> άνθιση Βυζαντινής τέχνης μετά την άλωση.
Οθωμανική αυτοκρατορία: αρχιτεκτονική-> Σινάν (Έλληνας αρχιτέκτονας).
Τέχνη Μεσαιωνικής Ευρώπης (8ος – 13ος αι. μ. Χ)
Εισαγωγή: Ειδωλολατρεία και χριστιανισμός.
Η ιδέα του δυτικού μεσαίωνα.
Α. Προ-ρωμανική τέχνη: Αγγλοσαξωνική αρχιτεκτονική, Αγγλοσαξωνική διακόσμηση χειρογράφων.
Καρολίγγεια τέχνη.
Β. Ρωμανική τέχνη: Ρωμανική αρχιτεκτονική.
Θόλοι, σταυροθόλια, αψίδες.
Δεσμοί με την Ανατολή και το Βυζάντιο.
Ρωμανική γλυπτική.
Ρωμανική ζωγραφική και σχέδιο. (Βιτρώ).
Γ. Γοτθική τέχνη: Η γέννηση του γοτθικού ρυθμού.
Το γοτθικό κατά του κλασσικού.
Η Εκκλησία κατά του Κράτους.
Παραδείγματα γοτθικού ρυθμού (Σάρτρ, Μπούρζ, Λε Μάν, Ρένς).
Γοτθική ζωγραφική – Τζιόττο.
Γοτθική γλυπτική.
8ος – 9ος αι.: Καρολίγγεια Αναγέννηση.
Το 12ο αιώνα παρουσιάζεται μια Αναγέννηση στα γράμματα και τις τέχνες. Αυτή είναι η σπουδαιότερη του Δυτικού Μεσαίωνα, γιατί η Καρολίγγεια Αναγέννηση ήταν μονάχα μια χαραυγή. Από τα τέλη του 12ου αιώνα, στην Ιταλία και τη Γαλλία, τελειοποιείται ο Ρωμανικός ρυθμός, που επηρεάστηκε από το Βυζάντιο. Έχει γνώρισμά του το θόλο, τα ημικυκλικά τόξα και το σταυρωτό σχήμα σε ολόκληρο το οικοδόμημα.
Τον ίδιο αιώνα παρουσιάζεται και στο 13ο ακμάζει και ο Γοτθικός ρυθμός, ο πιο αντιπροσωπευτικός ρυθμός της εποχής. Το πιο χτυπητό του γνώρισμα είναι ότι τα τόξα του, τόσο στις πόρτες και τα παράθυρα, όσο και στις καμάρες, δεν είναι ημικυκλικά, αλλά οξυκόρυφα και συχνά διασταυρώνονται πολλά μαζί στην ίδια κορυφή. Το φαινόμενο αυτό λέγεται κατακορυφισμός.
Στη Γαλλία ο αντίστοιχος ρυθμός ονομάζεται φλογόμορφος.
Μετέωρα
11ος αι. -> σκήτη της Δούπιανης.
(9ος αι. -> μεμονωμένοι ασκητές)
14ος αι. -> κοινόβια (+ μονύδρια, ασκηταριά).
Μεγάλα μετεωρίτικα Μοναστήρια (-> στην ακμή τους: 24).
Σήμερα υπάρχουν 6 μοναστήρια:
α) Αγ. Νικολάου Αναπαυσά
β) Ρουσσάνου
γ) Μεγάλου Μετεώρου
δ) Βαρλαάμ
ε) Αγ. Τριάδος
στ) Αγ. Στεφάνου
όπου φυλάσσονται τοιχογραφίες, εικόνες, χειρόγραφα, λείψανα.
Ερωτήσεις:
1) Η πιο πιθανή γεωλογική θεωρία για το σχηματισμό των Μετεώρων.
2) Ιστορική αναδρομή στον ασκητισμό των Μετεώρων.
3) Τα μοναστήρια των Μετεώρων (ιστορικά στοιχεία για το καθένα).
Η τέχνη της εποχής των Παλαιολόγων.
Η μνημειώδης ζωγραφική που είχε διακοπεί κατά τη Φραγκοκρατία στην Κων/πολη επανεμφανίζεται στην πρωτεύουσα και υιοθετεί τις μεθόδους της ζωγραφικής των φορητών εικόνων (λεπτότητα στην εκτέλεση, ψυχολογική έκφραση).
Το ψηφιδωτό αντικαθιστάται απ’ την τοιχογραφία (για λόγους οικονομικούς+ αισθητικούς)- πηγή έμπνευσης της ζωγραφικής, οι μικρογραφίες χειρογράφων με θέματα απ’ τον ευαγγελικό κύκλο, το βίο της Παναγίας, τον Ακάθιστο Ύμνο, τους βίους των αγίων. (έκφραση συναισθημάτων, ρεαλιστική απόδοση φυσιογνωμιών, βάθος στο χώρο, τοπία με δέντρα, βράχους, αρχιτεκτονήματα).
Οι βυζαντινοί καλλιτέχνες υπογράφουν, για πρώτη φορά, τα έργα τους.
– λαμπρό δείγμα ψηφιδωτού στη Μονή της Χώρας στην Κων/πολη (14ος αι.). (κτήτοράς της ο μεγάλος λογοθέτης Θεόδωρος Μετοχίτης). (τέχνη υψηλή, που εκπροσωπεί τους αριστοκρατικούς και λόγιους κύκλους της πρωτεύουσας).
– τοιχογραφίες στις εκκλησίες του Μιστρά (αριστοκρατική τέχνη).
– Θεσ/νίκη: τοιχογραφίες στο παρεκκλήσι του Αγ. Ευθυμίου, στο ναό του Αγ. Δημητρίου, στον Άγιο Νικόλαο τον Ορφανό, και ψηφιδωτά στους Αγίους Αποστόλους.
– Βέροια: εκκλησία του Χριστού (οι τοιχογραφίες του φιλοτεχνήθηκαν απ’ τον Θεσσαλονικέα ζωγράφο Καλλιέργη, που υπογράφει με υπερηφάνεια: «όλης Θετταλίας άριστος ζωγράφος»).
– Διαφορετική τεχνοτροπία (ρωμαλέες μορφές, πλατιά πρόσωπα, έκφραση πάθους, έντονες αντιθέσεις χρωμάτων): Θεσ/νίκη-> Μανουήλ Πανσέληνος (ζωγράφος του Πρωτάτου του Αγίου Όρους), εργαστήρι των Μιχ. Αστραπά + Ευτύχιου-> αγιογραφίες σε πολλές εκκλησίες της Σερβίας.
Δύο οι Σχολές της εποχής των Παλαιολόγων: α) Κων/πολης β) Θεσ/νίκης.
Επαρχιακά εργαστήρια σ’ όλα τα Βαλκάνια, ανοιχτά στις βυζαντινές επιδράσεις, και χωρίς εθνικό χαρακτήρα, εξαρτημένα μόνο απ’ την ορθόδοξη παράδοση).
Ερωτήσεις
Α.
1) Η Βυζαντινή τέχνη στα Βαλκάνια.
2) Να περιγράψετε έναν εγγεγραμμένο σταυροειδή με τρούλο (τύπος ναού).
3) Περιγραφή και ερμηνεία του έργου τέχνης.
Β.
1) Η ζωγραφική μετά την Εικονομαχία.
2) Τι ξέρετε για την «παρουσία» βυζαντινής τέχνης στην Ιταλία, αυτή την περίοδο (9ος -11ος αι.).
3) Περιγραφή και ερμηνεία του έργου τέχνης.
Α.
1) Να περιγράψετε τον αρχιτεκτονικό τύπο του εγγεγραμμένου σταυροειδούς με τρούλο.
2) Τι ξέρετε για τα έργα τέχνης που δημιουργήθηκαν στην Ιταλία αυτή την περίοδο; (9ος -12ος αι.).
3) Να περιγράψετε και να ερμηνεύσετε το έργο τέχνης που έχετε μπροστά σας.
Β.
1) Να περιγράψετε το εξωτερικό των ναών αυτής της περιόδου (9ος – 11ος αι.).
2) Τι ξέρετε για την επαρχιακή τέχνη αυτής της περιόδου;
3) Να περιγράψετε και να ερμηνεύσετε το έργο τέχνης που έχετε μπροστά σας.
Α.
1) Σε ποιους παράγοντες οφείλεται η ιδιαίτερη ανάπτυξη της τέχνης αυτής της περιόδου. (9ος -11ος αι.).
2) Τι ξέρετε για τον τρίκογχο ναό;
3) Περιγραφή και ερμηνεία του έργου τέχνης.
Β.
1) Τι είναι για τη ζωγραφική αυτής της περιόδου (9ος -11ος αι.) το πρόγραμμα-κανόνας;
2) Η βυζαντινή τέχνη στη Ρωσία.
3) Περιγραφή και ερμηνεία του έργου τέχνης.
Θέματα εργασιών στην Ιστορία της Τέχνης
Βυζαντινή τέχνη
α) Τα Ψηφιδωτά της Νέας Μονής της Χίου.
β) Η Μονή Καισαριανής, απ’ την άποψη της Βυζ. τέχνης.
γ) Η Μονή Δαφνίου απ’ την άποψη της Βυζ. τέχνης.
δ) Εξερευνώντας το Μυστρά.
ε) Βυζαντινές φορητές εικόνες (η τέχνη και η τεχνική τους).
στ) Εικονογραφημένα βυζαντινά χειρόγραφα.
ζ) Έργα βυζαντινής μικροτεχνίας.
η) Ο όσιος Λουκάς στη Βοιωτία (αρχιτεκτονική, ψηφιδωτά, τοιχογραφίες).
Διευθύνσεις στο Internet που αφορούν την τέχνη και την ιστορία της τέχνης
http://www.britannia.com/history
shoko.calarts.edu/alex/recycler.html – Byzantium
http://www.hampsterdance.com (τέχνη του χορού)
http://www.shira.net (συλλογή έργων τέχνης)
http://www.nga.gov (Εθνική Πινακοθήκη της Ουάσιγκτον)
http://www.24 hourmuseum.org.uk
http://www.oceanida.com (Λογοτεχνικές εκδόσεις)
http://www.ntng.gr (Κρατικό θέατρο βορείου Ελλάδος)
http://www.greeknet.com στο λήμμα Byzantion – Βυζάντιο (ελλ.)
http://www.fordham.edu/harsall/modsbookfull.com
Βυζαντινά μνημεία. (επιλεκτική παρουσίαση)
Το εντοίχιο ψηφιδωτό – τεχνική δύσκολη και δαπανηρή – θα καθιερωθεί ως το λαμπρότερο μέσο έκφρασης της Χριστιανικής Τέχνης κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο.
Η πόλη της Θεσσαλονίκης – ζωντανό μουσείο βυζαντινού πολιτισμού – σώζει τα περισσότερα, αρχαιότερα και αντιπροσωπευτικότερα στον ελλαδικό χώρο μνημεία της πρωτοβυζαντινής περιόδου.
Αγ. Γεώργιος (Ροτόντα). Το περίκεντρο μαυσωλείο, που είχε κτίσει ο Γαλέριος στη Θεσ/νίκη, κοντά στο ανάκτορό του και την αψίδα του Θριάμβου του (τέλη 3ου αι.), μετατράπηκε έναν αιώνα αργότερα σε χριστιανικό ναό και αφιερώθηκε στη Θεία Δύναμη (αργότερα στους Αγ. Αγγέλους και τέλος στον Άγ. Γεώργιο). Ο ψηφιδωτός διάκοσμος, που χρονολογείται στον 5ο αιώνα, αποτελεί άριστο δείγμα της πρώιμης βυζαντινής ζωγραφικής. Η κεντρική παράσταση με τον Χριστό-θριαμβευτή, πλαισιωμένο από μορφές προφητών και αποστόλων, δεν σώζεται. Στην κατώτερη ζώνη του τρούλλου, οι μορφές των αγίων μαρτύρων στέκουν με επίσημη επιβλητικότητα αλλά και έκφραση γεμάτη ζωντάνια. Λαμπρά αρχιτεκτονήματα περιβάλλουν τις μορφές: αν και προσομοιάζουν όψεις ανακτόρων (σε σκηνογραφίες ελληνιστικών θεάτρων), ο συμβολισμός παραπέμπει στην Ουράνειον Ιερουσαλήμ.
Rotonda: Λιτότητα στα εκφραστικά μέσα και απόκοσμο μεγαλείο…
Όσιος Δαυίδ (Μονή Λατόμου). Σε ανάλογη με του προηγουμένου μνημείου ατμόσφαιρα, αν και σε κλίμακα πολύ μικρότερη, μας μεταφέρει το θαυμάσιο ψηφιδωτό, στην κόγχη του παλαιοχριστιανικού ναού του Οσίου Δαβίδ, της Μονής Λατόμου στη Θεσ/νίκη.
Εμπνευσμένο από αντίστοιχες οπτασίες των οραματιστών προφητών Ιεζεκιήλ και Αββακούμ, απεικονίζει την αποκάλυψη του μεγαλείου του Θεού (Θεοφάνεια). Στα χρόνια της Εικονομαχίας, το ψηφιδωτό σκεπάστηκε με δέρμα βοδιού και επιχρίσθηκε με κονίαμα, για να προστατευθεί. Ένας σεισμός, στις αρχές του 9ου αι., αποκαλύπτει το ψηφιδωτό με την παράσταση της Θεοφανείας στα έκπληκτα μάτια ενός μοναχού. Από τότε ο ναός αφιερώνεται στο Σωτήρα Χριστό. (Η απόδοση στον όσιο Δαβίδ έγινε στον αιώνα μας, μιας και το παρελθόν του ναού είχε ξεχαστεί). Η παράσταση είναι μοναδική, τόσο ως εικονογραφική σύλληψη όσο και ως καλλιτεχνική εκτέλεση, καθιστώντας το μικρό ναό ένα από τα σπουδαιότερα μνημεία της χριστιανικής Ανατολής. Στο κέντρο εικονίζεται ο Χριστός, ντυμένος την πορφύρα. Με έκφραση ρωμαίου αυτοκράτορα στο νεανικό, αγένειο πρόσωπό του, κάθεται πάνω σε ουράνιο τόξο, μέσα σε φωτεινή «δόξα», ενώ τον περιστοιχίζουν τα σύμβολα των τεσσάρων ευαγγελιστών. Κάτω χαμηλά, οι τέσσερις ποταμοί του Παραδείσου. Και στα δυο άκρα, οι προφήτες. Η αλλόκοσμη μορφή του προφήτη Ιεζεκιήλ, αντιδιαστέλλεται έντονα στο κυριαρχικό και ήρεμο μεγαλείο του Θεανθρώπου.
Η παράσταση αυτή, με τον έντονα οραματικό της χαρακτήρα και την καινούργια, «καθαρά βυζαντινή γλώσσα της συγκεντρωμένης σοβαρότητας» (Delvoye), έρχεται να προσθέσει «ένα νέο ρίγος στη μέχρι τότε εικονογραφία της Βυζαντινής Τέχνης», παρατηρεί ο βυζαντινολόγος Τίτος Παπαμαστοράκης.
Μονή Σινά. Στον μεγαλόπρεπο και «απαράκλητο» βραχώδη τόπο, όπου ο θεόπτης Μωϋσής εισέδυσε στο «γνόφο» της θεϊκής αγνωσίας και της κρυφιομύστου σιγής, έχουν διασωθεί μερικά από τα πιο λαμπρά δείγματα της βυζαντινής Τέχνης, όλων των εποχών. Οι κηρόχυτες εικόνες (εγκαυστική τεχνική) είναι μοναδικές στο είδος τους – με τη φρεσκάδα (χρωματική καθαρότητα, λαμπρότητα & αντοχή) του χρησιμοποιηθέντος τεχνικού μέσου, την αμεσότητα της έκφρασης (θυμίζουν πολύ τα πορτραίτα Φαγιούμ), και την επιβλητικότητα του συνόλου. Στην αψίδα του Καθολικού δεσπόζει η ψηφιδωτή παράσταση της Μεταμόρφωσης (περ. 560 μ.Χ.): τα εύρωστα, συμπαγή σώματα των προφητών και αποστόλων στροβιλίζονται μέσα στο αχανές χρυσό βάθος, γύρω από την κεντρική μορφή του Χριστού, αποκομμένα εντελώς από τον γήινο χώρο, που δηλώνεται υποτυπωδώς. Συνθετική δύναμη & προχωρημένη αφαιρετική γλώσσα με μεταφυσικές προεκτάσεις…
Μαυσωλείο της Galla Placidia. Στη Ραβέννα της βόρειας Ιταλίας, το μαυσωλείο που έχτισε η Γάλλα Πλακιδία (αδελφή του αυτοκράτορα Ονωρίου), στολίστηκε ολόκληρο με λαμπρά ψηφιδωτά σε μπλε βάθος. Τα θέματα διακατέχει έντονο θριαμβευτικό πνεύμα, που συμβολίζει τη νίκη της χριστιανικής Εκκλησίας. Η παράσταση του Καλού Ποιμένα είναι ίσως η πιο γνωστή. Ιδιαίτερα συνηθισμένο στη ζωγραφική των Κατακομβών το ειδυλλιακό αυτό θέμα, διαποτίζεται εδώ με αυτοκρατορικό μεγαλείο: ο Χριστός, με πορφυρό ιμάτιο και χρυσό χιτώνα, κρατά – αντί για τον ποιμενικό αυλό – ένα μεγάλο σταυρό. Η όλη σύνθεση χαρακτηρίζεται από σχεδιαστική άνεση και ελληνιστική χάρη (5ος αι.).
Ο Βυζαντινός Κλασσικισμός
Α΄ φάση (9ος – 11ος αι.).
Μετά τη μακροχρόνια περίοδο της Εικονομαχίας (727-843), η οποία ανέκοψε την εξέλιξη της αγιογραφίας (υποκαθιστώντας την θεολογικά διδακτική ιστόρηση των ναών με παρακμιακούς «ανεικονικούς διακόσμους»), ο τελικός θρίαμβος της Ορθοδοξίας (843) ανοίγει νέους ορίζοντες στην ανατολική χριστιανική Τέχνη. Η πολιτική δύναμη της αυτοκρατορίας, η οικονομική ακμή και η κοινωνική γαλήνη γίνονται το σταθερό πλαίσιο που επιτρέπει στην Εκκλησία να καθορίσει τις βασικές αρχές ενός συγκροτημένου εικονογραφικού προγράμματος στην ιστόρηση των ναών.
Μετά από μια περίοδο αβεβαιότητας και δικαιολογημένης έλλειψης πείρας, οι βυζαντινοί ζωγράφοι μπόρεσαν σύντομα να ξαναδιδαχτούν τις αρχές και το θεματολόγιο της ορθόδοξης εικονογραφίας και -με τη διαρκή κρατική υποστήριξη και τη γενικότερη λαϊκή αποδοχή- κατάφεραν να αναδείξουν τη διδακτική ιστόρηση του ναού σε υψηλή εικαστική τέχνη.
Ιδιαίτερα στην Κωνσταντινούπολη οι μνήμες και οι αξίες του κλασσικού παρελθόντος -σύμφωνα με τις οποίες το εξωτερικό, σωματικό κάλλος της μορφής αντιστοιχεί στην ψυχική και πνευματική ομορφιά- φαίνεται πως έμειναν αλώβητες σε όλη τη διάρκεια της Εικονομαχίας. Το μαρτυρούν τα θαυμάσια Κωνσταντινουπολίτικα χειρόγραφα του 9ου και 10ου αιώνα, καθώς και τα λιγοστά αλλά ανυπέρβλητου κάλλους δείγματα μνημειακής τέχνης (ψηφιδωτά), που διασώθηκαν στην κόγχη της Αγίας Σοφίας.
Στον 11ο αιώνα, τα χαρακτηριστικά της μνημειακής ζωγραφικής συνοψίζονται στον ψηφιδωτό διάκοσμο τεσσάρων μνημείων: του Οσίου Λουκά στη Φωκίδα (1011-1015), της Αγ. Σοφίας στο Κίεβο (1037-1043), της Νέας Μονής στη Χίο (1042-1085) και της Μονής Δαφνίου στην Αττική (1080-1100).
Μονή Οσίου Λουκά.
Στις δυτικές πλαγιές του Ελικώνα, όχι μακριά από τους Δελφούς και πολύ κοντά στα ερείπια της ακρόπολης του αρχαίου Στειρίου, σώζεται το μεγαλύτερο και καλύτερα διατηρημένο μοναστηριακό συγκρότημα του 11ου αι. στην Ελλάδα.
Χτισμένο με αρχαία υλικά, στη θέση όπου ενταφιάστηκε το λείψανο ενός τοπικού οσίου – του μυροβλήτου, ιαματικού και προορατικού ασκητού Λουκά του Στειριώτου (+953) – δεσπόζει στη γύρω περιοχή με τους επιβλητικούς και αρμονικούς όγκους των δύο εκκλησιών του. (Η προφητεία του οσίου για την ανακατάληψη από τους Βυζαντινούς της Κρήτης επαληθεύτηκε λίγα χρόνια μετά την κοίμησή του και είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των δωρεών προς τη Μονή, από τους άρχοντες του τόπου και κυρίως της Βασιλεύουσας).
Η αρχαιότερη εκκλησία, αφιερωμένη στην Παναγία, έχει μικρότερες διαστάσεις και χρονολογείται στα τέλη του 10ου αιώνα. Σταυροειδής τετρακιόνιος ναός, με κομψές αναλογίες και ραδινό τρούλλο, ωραία πλινθοπερίβλητη τοιχοποιία με ψευδοκουφικό διάκοσμο, θα γίνει σύντομα αρχιτεκτονικό πρότυπο για τον ελλαδικό χώρο.
Ο μεγαλύτερος ναός (το καθολικό) χτίστηκε στις αρχές του 11ου αιώνα, για να στεγάσει το θαυματουργό λείψανο του οσίου. Διώροφη συμπαγής κατασκευή με πλατύ τρούλλο και υπόγεια κρύπτη, αποτέλεσε το πρότυπο νέου αρχιτεκτονικού τύπου – γνωστού ως ελλαδικού οκταγωνικού – που συναντάμε στον 11ο αι. και σε άλλους, μικρότερους αλλά σημαντικούς, ναούς (Νέα Μονή Χίου, Δαφνί, Αγ. Σωτήρα Λυκοδήμου, κ.α.).
Η πρώτη εντύπωση της βαριάς μεγαλοπρέπειας, που προκαλεί η στιβαρή εξωτερική μορφή του ναού, χάνεται ολότελα στο αντίκρυσμα του εσωτερικού του – όπου το παιχνίδισμα του μυσταγωγικά εισερχομένου φωτός πάνω στις πολύχρωμες επιφάνειες των επενδυμένων με θαυμάσια μάρμαρα και περίλαμπρα ψηφιδωτά τοίχων, δημιουργεί ένα «αίσθημα θείας ευρυχωρίας», ξεπερνώντας κάθε άλλο – αρχαιότερο ή μεταγενέστερο – ναό του ελλαδικού χώρου.
Η άριστα σωζόμενη εικονογράφηση του ναού παρουσιάζει σπουδαίο θεολογικό ενδιαφέρον, καθώς καθορίζεται από την κεντρική θέση του λειψάνου στο ναό και τον χαρακτήρα του «μαρτυρίου», που πήρε γι’ αυτό. Η επιλογή και η διάταξη των σκηνών δεν είναι τυχαία, ούτε και η παράταξη τόσων μεμονωμένων μορφών, αλλ’ ακολουθούν μία λογική, με ιδιαίτερη σημασία, αλληλουχία.
Εκείνο όμως που προσδίνει στο ναό τη μεγαλύτερη σπουδαιότητα, είναι η μοναδική λαμπρότητα αυτής της διακόσμησης, στην οποία η τραχύτητα και η αυστηρότητα του μοναστικού επαρχιακού ύφους συναντάται με την άκρατη λιτότητα και την ιερατική μεγαλοπρέπεια της Βασιλεύουσας. Οι άκαμπτες στάσεις των κοντόχονδρων, συχνά, σωμάτων διαπνέονται από την πιο μεγάλη ηρεμία (Delvoye). Τα πρόσωπα στις συνθέσεις έχουν περιορισθεί στα απολύτως απαραίτητα (για παράδειγμα στη Σταύρωση και στην Ανάσταση). Το φυσικό τοπίο δηλώνεται ελάχιστα και πάντα με ακραία σχηματοποίηση. Όλα μοιάζουν να πλέουν σ’ ένα ατέλειωτο χρυσό βάθος. «Ο χώρος δεν υπάρχει πίσω από τα πρόσωπα, υπάρχει μπροστά τους, έτσι που ο πιστός να νιώθει πώς συμπεριλαμβάνεται κι ο ίδιος» (Delvoye).
Τα χρώματα είναι έντονα αλλά λιγοστά, ένας έντονος «γραμμισμός» κυριαρχεί στο αδρό σχέδιο. Όπως σωστά ειπώθηκε, «η επιθυμία της υπερβατικότητας απομακρύνει τη φροντίδα για νατουραλιστική ομορφιά. Ο Όσιος Λουκάς υπήρξε ένα από τα τελευταία αντιπροσωπευτικά δείγματα της συστηματικής αυστηρότητας που θριάμβευσε στον βυζαντινό πολιτισμό την εποχή της δεσποτικής μοναρχίας των Μακεδόνων αυτοκρατόρων».
Νέα Μονή.
Άλλο πνεύμα εκφράζει η ψηφιδωτή διακόσμηση στη Νέα Μονή της Χίου (περ. 1042-1048). Αν και οι στάσεις των μορφών διατηρούν ακόμα την αυστηρότητα & ακαμψία των αρχών του αιώνα, ωστόσο διακρίνει κανείς στην απόδοση των φυσιογνωμιών μία προσπάθεια ψυχογραφικής αποτύπωσης. Οι έντονες και τολμηρές φωτοσκιάσεις αποτελούν επιδράσεις του νεοκλασικού πνεύματος που διαπνέει αυτή την εποχή τη βυζαντινή πνευματική και καλλιτεχνική ζωή.
Η τέχνη της εποχής των Παλαιολόγων (1261-1453 μ.Χ.)
– Μνημειώδης ζωγραφική-> Υιοθετεί τις μεθόδους των φορητών εικόνων.
α. Τοιχογραφία: αντικαθιστά το ψηφιδωτό. Νέα θέματα απ’ τον ευαγγελικό κύκλο, το βίο της Παναγίας, τον Ακάθιστο Ύμνο και τους βίους των Αγίων.
– Έμπνευση απ’ τις μικρογραφίες (δέντρα, βράχοι, αρχιτεκτονήματα).
– Οι ζωγράφοι για πρώτη φορά υπογράφουν τα έργα τους.
β. Ψηφιδωτά: Στη Μονή της Χώρας στην Κων/πολη (αρχές 14ου αι.). – Τοιχογραφίες στο κοιμητηριακό παρεκκλήσι της ίδιας Μονής. Όλα τα έργα στη Μονή της Χώρας εκτελέστηκαν με έξοδα του μεγάλου Λογοθέτη Θεόδωρου Μετοχίτη (αριστοκρατικοί και λόγιοι κύκλοι της πρωτεύουσας).
– Μιστράς- Παλαιολόγοι -> Στενοί δεσμοί με την Κων/πολη (Παντάνασσα, Άγιοι Θεόδωροι, Αφεντικό, Άγιος Δημήτριος).
Θεσ/νίκη (Τεχνοτροπία της Κων/πολης): Άγιος Ευθύμιος, Άγιος Δημήτριος, Άγιος Νικόλαος ο Ορφανός, Άγιοι Απόστολοι.
– Ζωγράφος Καλλιέργης απ’ τη Θεσ/νίκη -> Εκκλησία του Χριστού στη Βέροια.
– Μανουήλ Πανσέληνος: Ζωγράφος του Πρωτάτου στο Άγιον Όρος.
– Μιχαήλ Αστραπάς και Ευτύχιος: Αγιογράφησαν πολλές εκκλησίες στη Σερβία.
– «Σχολές»:
α. Κων/πολης
β. Θεσ/νίκης
γ. Επαρχιακά εργαστήρια στα Βαλκάνια.
Φύλλις Β. Όουτς, Ιστορία του επίπλου στη Δύση (εξέλιξη, τεχνικές και στυλ απ’ την Αρχαία Αίγυπτο μέχρι σήμερα), εκδ. φόρμα. 1979,1981. (απόσπασμα)
«Στην αρχαία Ελλάδα οι κουρτίνες και τα μαξιλάρια, οι χρωματιστοί τοίχοι και τα μωσαϊκά δάπεδα έδιναν μια πρόσθετη εντύπωση πλούτου.
Ανάκλιντρα ή κρεβάτια για ύπνο υπήρχαν και στο υπόλοιπο σπίτι. Τα καθίσματα ποίκιλαν, από τα φορητά πτυσσόμενα σκαμνιά, μέχρι την επίσημη στητή καρέκλα τα μπράτσα, που λεγόταν θρόνος. Οι θρόνοι, τα καθίσματα των θεοτήτων ή των διακεκριμένων ανθρώπων, ήταν πλούσια στολισμένοι με πολύτιμες ψηφίδες, σε μοναδικές συνθέσεις από φοίνικες, ρόδακες και έλικες ή περίτεχνα σκαλισμένοι με τρόπο γλυπτικό. Υπήρχαν θρόνοι με ψηλή πλάτη, ή και χωρίς καθόλου πλάτη, με μπράτσα ή χωρίς μπράτσα.
Μια από τις πιο όμορφες και γνωστές καρέκλες που έφτιαξαν οι Έλληνες, ήταν μια κομψή καρέκλα με όμορφες αναλογίες, καμπυλωμένη την πλάτη στο ύψος των ώμων, πόδια που έμοιαζαν με σπαθιά και πλεχτό κάθισμα. Μετά τον 5ο αιώνα π.Χ., έγινε μία καρέκλα άχαρη, με βαθιά, βαριά πλάτη. Από μια μεγάλη ποικιλία σκαμνιών, προτιμούσαν ιδιαίτερα τον δίφρο οκλαδία, ένα ελαφρά πτυσσόμενο σκαμνί, που ήταν εύκολο να το μεταφέρουν οι δούλοι όποτε ήθελε να το χρησιμοποιήσει ο κύριός τους. Συνήθως είχε πόδια ζώου, σταυρωτά, καμπυλωμένα, που άλλοτε απέληγαν σε οπλές στραμμένες προς τα έξω κι άλλοτε σε πόδια λιονταριού στραμμένα προς τα μέσα. Ο δίφρος, ένα άλλο σκαμνί με πλατιά χρήση, είχε τέσσερα τορνευτά πόδια, που καμιά φορά ενισχύονταν με τραβέρσες. Υπήρχαν και πολλά χαμηλά σκαμνιά που συμπλήρωναν τα ανάκλιντρα ή τις καρέκλες και που συχνά στηρίζονταν σε μικρά καμπυλωμένα πόδια ζώων με νύχια λιονταριού.
Μεγάλες γερές κασέλες, που έμοιαζαν με τις παλιότερες Αιγυπτιακές, χρησιμοποιούνταν ακόμη, για κάθε είδους αποθήκευση. Ντουλάπες και σιφονιέρες δεν είχαν ακόμη εμφανιστεί και όσα αντικείμενα δεν ήταν άμεσης χρήσης, κρέμονταν στους τοίχους, στην κουζίνα ή στα καθημερινά δωμάτια. Τα τρόφιμα φυλάσσονταν σε στάμνες ή μεγάλα δοχεία. Οι γυναίκες χρησιμοποιούσαν μία ποικιλία μικρών κουτιών και για τα μικροπράματά τους, τους καθρέφτες, τα κοσμήματα, τα κεντήματα μαλλί που έγνεθαν, τα παιχνίδια και τα υπόλοιπα μικροαντικείμενα του νοικοκυριού.
Οι μακεδόνες εισέβαλαν και ανέλαβαν τον έλεγχο της Ελλάδας στα μέσα του π.Χ. αιώνα. Με μια εκπληκτική εκστρατεία, ο αρχηγός τους Αλέξανδρος κατέκτησε όλα τα εδάφη, από την Ελλάδα μέχρι την Ινδία. Η Ελληνική τέχνη ακολούθησε τα βήματα και τα πρότυπα της κλασσικής περιόδου κι έγινε η εικονογραφημένη γλώσσα ενός μεγάλου μέρους του γνωστού τότε κόσμου, που έζησε ακόμη και μετά το θάνατο του Αλέξανδρου, όταν η αυτοκρατορία κατέρρευσε και διασπάστηκε σ’ ένα μεγάλο αριθμό εμπόλεμων πόλεων-κρατών. Η ενότητα αποκαταστάθηκε στα τέλη του δευτέρου αιώνα π.Χ. όταν ανέλαβαν τον έλεγχο της περιοχής οι Ρωμαίοι ιδρύοντας επαρχίες γύρω από ολόκληρη τη Μεσόγειο. Η ρωμαϊκή αυτοκρατορία ήταν κράτος ενιαίο, που εκτεινόταν από τον Ατλαντικό μέχρι τον Ευφράτη, τη Μαύρη θάλασσα, το Δούναβη και το Ρήνο κι από τη Βόρεια θάλασσα μέχρι τη Σαχάρα και τις Αραβικές ερήμους.
Οι Ρωμαίοι εκτίμησαν και διατήρησαν τα πολιτιστικά και διανοητικά επιτεύγματα του Ελληνικού κόσμου που κατέκτησαν κι έγιναν οι μεγάλοι προστάτες της τέχνης του αρχαίου κόσμου. Στόλισαν τα σπίτια και τους κήπους τους με παλιά και σύγχρονα διακοσμητικά και χρηστικά μέσα. Στη Ρώμη διασώζονται αρχοντικά και μέγαρα πολλών μέτρων, με μια κύρια αίθουσα υποδοχής μήκους 15 μέτρων. Στην Πομπηία, τη μοναδική πόλη που είχε ιαματικά λουτρά και ήταν εμπορικό κέντρο, οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν αρχοντικά, με μωσαϊκά δάπεδα, τοιχογραφίες, αυλές με κιονοστοιχίες και νερό, δωμάτια με θέρμανση κι αποχωρητήρια και παράθυρα που είχαν φοβερά ωραία θέα. Οι Ρωμαίοι δεν ενδιαφέρονταν και πολύ για την εξωτερική εμφάνιση των σπιτιών και των επαύλεών τους. Δεν είχαν παράθυρα προς το δρόμο και καμιά φορά, χρησιμοποιούσαν και τις δύο πλευρές της εισόδου για καταστήματα. Αυτό το εσωστρεφές σπίτι έμοιαζε σαν δύο τετράγωνα κολλημένα το ένα δίπλα στο άλλο. Το πρώτο τετράγωνο αποτελούσε ένα ψηλό atrium, που στέγαζε τον οικογενειακό βωμό και τα προγονικά αγάλματα και χρησιμοποιούταν το μισό σαν αυλή και τ’ άλλο μισό σαν αίθουσα υποδοχής, στο κέντρο της, με το impluvium από κάτω για να μαζεύει τα νερά της βροχής βρισκόταν το ιδιωτικό κομμάτι του σπιτιού με το περιστύλιο, που πλαισίωναν κολόνες και συχνά στολιζόταν μ’ αγάλματα, λίμνες και σιντριβάνια. Στο πάνω πάτωμα βρίσκονταν τα υπνοδωμάτια, οι αίθουσες υποδοχής, η κουζίνα. Η οικογένεια πέρναγε την περισσότερη ώρα της στο περιστύλιο και γευμάτιζε στο ύπαιθρο, γύρω από ένα πέτρινο τραπέζι. Εκεί υπήρχε συνήθως μικρός κήπος, όταν όμως το σπίτι είχε μεγαλύτερες διαστάσεις, ο κήπος βρισκόταν στο πίσω μέρος.
Τα σπίτια είχαν λιγοστά έπιπλα: κρεβάτια, τραπέζια, καρέκλες, ανάκλιντρα, κηροπήγια και κασέλες παρέμεναν τα βασικά. Οι μορφές των επίπλων ήταν απλές, στα πλούσια όμως σπίτια η διακόσμηση ήταν περίτεχνη. Τα δωμάτια πλουτίζονταν με τοιχογραφίες, που συχνά απεικόνιζαν σκηνές από την Ελληνική μυθολογία, και μωσαϊκά δάπεδα. Πολύχρωμες κουρτίνες, άφθονα μαξιλάρια και καλύμματα πρόσθεταν στη γενική εντύπωση. Ακόμη και στις επαρχίες τα σπίτια διέθεταν κάποιο μέσο επίπεδο ανέσεων.
Για τα οικογενειακά γεύματα χρησιμοποιούσαν ένα μικρό δωμάτιο. Οι πλούσιοι διέθεταν για τις συνεστιάσεις τους μια μεγάλη, επίσημη αίθουσα το triclinium. Το συμπόσιο ήταν το σημαντικότερο γεγονός της Ρωμαϊκής κοινωνίας. Ρωμαίος οικοδεσπότης προσκαλούσε συνήθως τρεις ως εννιά φιλοξενούμενους. Τις πιο πολλές φορές υπήρχαν τρία ανάκλιντρα, αρκετά ευρύχωρα, για να χωρά το καθένα τρεις ανθρώπους μισοξαπλωμένους. Άλλοτε πάλι, υπήρχε ένας ημικυκλικός καναπές, που λεγόταν sigma, για έξι, εφτά ή οχτώ άτομα. Οι καλεσμένοι, έβγαζαν τα παπούτσια τους, ξάπλωναν στα ανάκλιντρα στον αριστερό τους αγκώνα γύρω από στρογγυλά κινητά τραπέζια. Κάθε καλεσμένος είχε στη διάθεσή του υπηρέτη, που του έπλενε τα χέρια, τον σέρβιρε και του έφεγγε μέχρι το πέρας του γεύματος. Τα μπρούτζινα ή ασημένια κηροπήγια, τοποθετημένα σε κατάλληλη θέση για να φωτίζουν την αίθουσα του φαγητού κι ένας καινούργιος τύπος κονσόλας, ήταν ίσως τα μοναδικά καινούργια έπιπλα που εμφανίστηκαν σ’ αυτή την περίοδο. Η κονσόλα στηριζόταν σε τρία πόδια κι έμπαινε στον τοίχο. Ένα νεωτερισμός ήταν ένα μεγαλύτερο τραπέζι, με μια μεγάλη ξύλινη ή μαρμάρινη επιφάνεια, που στηριζόταν σε μια περίτεχνα σκαλισμένη μαρμάρινη βάση, διακοσμημένη με γρυπαετούς κι άλλα μυθικά ζώα, και που χρησιμοποιούταν σαν τραπέζι για κάθισμα. Επίσης πολύ συνηθισμένα ήταν τα μεταλλικά τρίποδα που στήριζαν τους δίσκους.
Παρόλο που ο Ελληνικός τύπος ανακλίντρου βρισκόταν ακόμη σε χρήση, στα τέλη του 1ου μ.Χ. αιώνα εμφανίστηκε ένα χαρακτηριστικό Ρωμαϊκό ανάκλιντρο, με ψηλή πλάτη και πλευρά και μ’ ένα χοντρό στρώμα. Χρησιμοποιούνταν επίσης χαμηλά υποπόδια με μαξιλάρια, καρέκλες και σκαμνιά. Τα Ρωμαϊκά σκαμνιά και καθίσματα βασίζονταν σε Ελληνικά πρότυπα. Οι γυναίκες, ιδιαίτερα για την τουαλέτα τους, προτιμούσαν μια πιο λεπτοδουλεμένη καρέκλα που είχε στρογγυλευμένη πλάτη. Μερικά πτυσσόμενα σκαμνιά φτιάχνονταν από μπρούτζο ή από σίδερο. Η καρέκλα curule ήταν ένας τύπος πτυσσόμενου σκαμνιού, που χρησιμοποιούσαν οι ανώτατοι δικαστικοί. Είχε καμπυλωμένα πόδια και διακοσμητικά ένθετα από φίλντισι, δίπλωνε, κι έτσι μπορούσε εύκολα να τη μεταφέρει κάποιος υπηρέτης ή να μπει σ’ ένα άρμα.
Έπιπλα που βασίζονταν σε Ρωμαϊκά πρότυπα κατασκευάζονταν από τους τεχνίτες σ’ ολόκληρη την Αυτοκρατορία. Ρωμαϊκά μεταλλικά πτυσσόμενα σκαμνιά βρέθηκαν σε τάφους στη Βρετανία και το Βέλγιο. Σιδερένια εργαλεία που βρέθηκαν σε ανασκαφές θυμίζουν πολύ αυτά που χρησιμοποιούνται και σήμερα. Οι Ρωμαίοι εισήγαγαν αρκετές καινοτομίες στην κατασκευή των πριονιών, βάζοντας τους τα δόντια εναλλάξ δεξιά και αριστερά, μπορούσαν πια να χρησιμοποιούν το πριόνι και προς τις δύο διευθύνσεις. Εμφανίστηκαν ακόμη οι κορδέλες σε διάφορα μεγέθη και διαδόθηκε πλατιά η χρήση της πλάνης.
Παρ’ όλη τη φαινομενική ευημερία, η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία διέσπειρε το εργατικό δυναμικό και τους πόρους της, ενώ αντίθετα δεν προωθήθηκε η τεχνολογία που θα μπορούσε να αντισταθμίσει αυτή την κατάσταση. Οι κοινωνικές ανισότητες και οι ψηλοί φόροι, για τη συντήρηση του στρατού, των διοικητών και των πολυδάπανων προγραμμάτων της Ρώμης, προκάλεσαν αναταραχές. Μέχρι το 250 μ.Χ. η Αυτοκρατορία είχε κιόλας αποδυναμωθεί, 150 χρόνια πριν έρθουν από το Βορρά οι βάρβαροι, που, όπως συνήθως λέγεται, συντέλεσαν στην πτώση της κι οδήγησαν την Ευρώπη στη Σκοτεινή Εποχή.
Βυζάντιο και Ρωσία
Δεχόμενοι τη βυζαντινή Ορθοδοξία, οι Ρώσοι θεώρησαν ως δεδομένα τα δόγματα και τους κανόνες, αλλά έμαθαν επίσης από τους Έλληνες ότι τα δόγματα είναι δυνατόν να εκφραστούν σε λειτουργικό κάλλος, σε μουσική, σε πλαστικές τέχνες και σε πρότυπα ασκητικής συμπεριφοράς. Τις πλευρές αυτές του Χριστιανισμού τις αγάπησαν πάνω απ’ όλα και τις ανέπτυξαν από πολύ νωρίς με το δικό τους εντόπιο τρόπο.
Ι. Μέγιερντορφ, Βυζάντιο και Ρωσία, σελ. 56.
Αυτό το ebook είναι της Αμαλίας Κ. Ηλιάδη και δημοσιεύεται στην Ματιά με την άδεια της. Εμείς από αυτές τις γραμμές θέλουμε να ευχαριστήσουμε θερμά την συγγραφέα του για την άδεια δημοσίευσης που μας έδωσε.
Τα πνευματικά δικαιώματα του ανήκουν στην συγγραφέα του, Αμαλία Κ. Ηλιάδη. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική ή μερική, περιληπτική, κατά παράφραση ή διασκευή και απόδοση του περιεχομένου της έκδοσης με οποιονδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης, ή άλλο, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια του συγγραφέα. (Νόμος 2121/1993 & διεθνής σύμβαση της Βέρνης που έχει κυρωθεί με τον Ν.100/1975).
Για να μάθετε για την Αμαλία Κ. Ηλιάδη κάντε κλικ εδώ.