Με το μάθημα τούτο τη φτωχή μου τη ζήση
-δραχμές χίλιες μου δίναν- είχα πια ξασφαλίσει.
Στο φαΐ μου οχτακόσες -μια ζωή μετρημένη-
για το νοίκι διακόσες -καμαρούλα μια πήχυ-
και για τ άλλα, σκεφτόμουν, κάτι πάλι θα τύχει.
Ήταν κάποια κυρία κοσμική, καλεσμένη
στα μεγάλα σαλόνια κι είχε ανάγκη να ξέρει
για τον Όμηρο κάτι, για της Λέσβου τη λύρα
στην κουβέντα της στίχους πού και πού ν αναφέρει,
ν απαγγέλλει Μαβίλη, Καβάφη, Πορφύρα.
Ένα μάθημα ακόμα κι η ζωή θά ν ωραία,
συλλογιόμουν~ στο τέλος θα της μάθω κι αρχαία.
Όταν, ξάφνου, μου λέει: “Θα σας πάψω ένα μήνα~
πού καιρός για μελέτη, το τριώδι έχει ανοίξει~
ξενυχτώ κάθε βράδι στους χορούς κολομπίνα.
Και, θαρρώ, δε σας έχω το κοστούμι μου δείξει.
Τι success πού χω κάνει! το πιο φίνο lamee!
Δεκαπέντε χιλιάδες μου κοστίζει~ μοντέλο
το Grand Chic απ ευθείας τό χει φέρει για με.
Κι assorti πώς μου πάει μυτερό το καπέλο!”
Θα πε κι άλλα, δεν ξέρω, το μυαλό μου σα σφήνα
μια κουβέντα τρυπούσε: “Θα σας πάψω ένα μήνα”.