3.4 Διαδικασίες χορήγησης νέου δανείου
3.4.1 Μεταβολή στη στάση των δανειστών
Μετά την αποτυχία του Eurogroup (11-12/7/2011) να συμφωνήσει στους όρους για πρόσθετη βοήθεια, εντείνονται οι πιέσεις για την εξεύρεση κάποιας λύσης. Είναι πλέον φανερό ότι η κρίση της Ευρώπης είναι οικονομική, θεσμική και συστημική, απειλώντας ακόμη και την κοινοτική συνοχή. Η πρόθεση της τρόικας για τη χορήγηση πρόσθετης βοήθειας και οι δηλώσεις κοινοτικών αξιωματούχων ότι δεν θα εγκαταλειφθεί η Ελλάδα αποτελούν σαφή ένδειξη ότι τόσο οι αποφάσεις όσο και τα επίσημα κοινοτικά έγραφα δεν είναι άτεγκτα και μη επιδεκτικά τροποποιήσεων, όταν μεταβάλλονται τα κοινωνικά και οικονομικά δεδομένα. Ενώ μέχρι πρότινος η ΕΚΤ απέρριπτε τη διακράτηση ομολόγων ή άλλου είδους «ήπια και εθελοντική αναδιάταξη του χρέους», ο πρόεδρός της δέχεται συζήτηση για παρόμοια ενδεχόμενα. Το ίδιο και οι ΗΠΑ που μαζί με τη Γερμανία θεωρούν απαραίτητη τη συμμετοχή ιδιωτών στην προσπάθεια επίλυσης της κρίσης, αναφερόμενες και «σε δραστικότερες λύσεις, πέραν του νέου πακέτου χρηματοδότησης προς την Ελλάδα» (δηλώσεις στον ημερήσιο τύπο, μέσα Ιουνίου 2011).
Ακόμη και οι απόλυτες διακηρύξεις για non-bail out (καμία διάσωση) και αποκλεισμός του Haircut (μείωση της ονομαστικής αξίας των χρεών) συζητούνται, ενώ και μια διευθέτηση με βάση τη Συμφωνία της Βιέννης13 θεωρείται πλέον εξεταστέα. Το ίδιο και το γαλλικό σχέδιο μετακύλισης (roll-over) του ελληνικού χρέους για να δεχθούν οι τράπεζες, οι ασφαλιστικές εταιρίες και άλλοι ιδιώτες επενδυτές να συμμετάσχουν στο νέο πακέτο στήριξης, με την ενδεχόμενη εγγύηση του EFSF.
13 Ως Συμφωνία της Βιέννης αναφέρεται εκείνη για οικειοθελή ανανέωση των ομολόγων στη λήξη τους με άλλα, μακροχρόνιας διάρκειας, που επιτεύχθηκε για δάνεια των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης το 2009. Η συμφωνία όμως αυτή πέτυχε γιατί οι πιστωτές ήταν λίγοι: Μερικές Δυτικές τράπεζες που είχαν αγοράσει ομόλογα των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης και έλεγχαν σε υψηλό βαθμό τις οικονομικές εξελίξεις σε αυτές. Στην Ελλάδα όμως οι επενδυτές είναι πολλοί και διαφόρων κατηγοριών, περιλαμβανομένων και ορισμένων μικροεπενδυτών που προτιμούν να απαλλαγούν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα από τα ομόλογα που κατέχουν.
14 Αμέσως μετά τον Β. Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ΗΠΑ φρόντισαν να μην επαναληφθούν προς τη Γερμανία τα αιτήματα πολεμικών αποζημιώσεων. Με ελάχιστες δε εξαιρέσεις αποφασίστηκε να παγώσουν μέχρι την ενοποίηση των δύο Γερμανιών. Αυτό έσωσε οικονομικά τη Γερμανία και αποτέλεσε τη βάση του γερμανικού οικονομικού θαύματος. Η Ελλάδα, θα μπορούσε να επανέλθει στις διεκδικήσεις για αποζημιώσεις γιατί και μετά την ενοποίηση δεν τέθηκε το θέμα (Der Spiegel, 2.6.2011, με αναφορά στον ιστορικό Albert Richl). Το περιοδικό Les Echos υπολογίζει στα 575 δις ευρώ τις γερμανικές οφειλές στην Ελλάδα για πολεμικές αποζημιώσεις (21/6/2011).
Η μεταβολή στη στάση των κοινοτικών αξιωματούχων υπαγορεύθηκε από πολλούς λόγους:
Εκτίμηση ότι δίχως αυτήν η Ελλάδα θα αντιμετώπιζε στάση πληρωμών με απρόβλεπτες συνέπειες στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ευρωζώνης και άλλων αναπτυγμένων οικονομιών, αισθήματα αλληλεγγύης μεταξύ των χωρών-μελών, εξαιρετικά επισφαλής κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα όπου η κυβέρνηση συναντά σοβαρές δυσχέρειες στον έλεγχο των συνδικάτων, ιδιαίτερα του δημόσιου τομέα της οικονομίας, διαφορετικές απόψεις μεταξύ των κοινοτικών αξιωματούχων ως προς την πολιτική διάσωσης των υπερχρεωμένων χωρών, υπονόμευση του ευρώ από τον αναδυόμενο οικονομικό εθνικισμό των πλουσίων χωρών.
Ο Αυστριακός όμως καγκελάριος έχει επισημάνει ότι η Αυστρία και άλλες χώρες έχουν αποκομίσει πολλά οφέλη από τη συμμετοχή τους στην Ευρωζώνη. Τονίζει ότι το ευρώ είναι σημαντικό για μια ανθούσα εξαγωγική οικονομία, ευνοεί την αγορά εργασίας και καθιστά δυνατή μια δυναμική οικονομική ανάπτυξη. Για τη Γερμανία δε, που επικρίνεται για «αλαζονεία» επειδή αναφέρεται μόνον στα εθνικά οφέλη υποτιμώντας τα γενικότερα πλεονεκτήματα του ευρώ, τίθεται επίσης το ζήτημα των διεκδικήσεων για πρόσθετες πολεμικές αποζημιώσεις14.
Ενδεχόμενη χρεοκοπία της Ελλάδος θα μπορούσε να προκαλέσει κατάρρευση στις οικονομίες της Ιρλανδίας και Πορτογαλίας που εφαρμόζουν τα δικά τους Μνημόνια, και να δοκιμάσει τις αντοχές της Ισπανίας και της Ιταλίας. Επιπλέον, οι πλούσιες χώρες της ΕΕ γνωρίζουν καλά ότι τα χορηγούμενα ποσά είναι δάνεια και, μάλιστα, με υψηλότερο επιτόκιο εκείνου που καταβάλλουν στις διεθνείς αγορές για την κάλυψη των δικών τους αναγκών (4%-5%, έναντι 3% ή και κατώτερο για δανειζόμενους με διεθνή αξιολόγηση ΑΑΑ). Δεν θέλουν δε να καταρρεύσει η ελληνική οικονομία που μέχρι τώρα καταβάλλει κανονικά τα τοκοχρεολύσια προηγουμένων δανείων και στην οποία πωλούν κάθε χρόνο αμυντικό υλικό πολλών δις ευρώ. Εκφράζουν όμως τη δυσφορία τους γιατί χορηγούν πρόσθετη βοήθεια σε χώρες που συνεχίζουν να καταναλώνουν περισσότερο από ότι παράγουν.