3.2 Αντιμετώπιση των σημερινών προκλήσεων
Υπάρχουν όμως και άλλοι τρόποι εξόδου της χώρας από την κρίση, όπως η μείωση των επιτοκίων δανεισμού, η επιμήκυνση των δανείων στη λήξης τους, η εξαγορά ομολόγων από τις δευτερογενείς αγορές με έκπτωση μέχρι και 50% για να μειωθεί κατά σημαντικό ποσοστό το χρέος με πόρους από δανεισμό του EFSF ή από τις ιδιωτικοποιήσεις, ο δανεισμός επίσης από την Ευρωπαϊκή τράπεζα Επενδύσεων και άλλα κοινοτικά πιστωτικά ιδρύματα για την προώθηση αναπτυξιακών έργων και, ασφαλώς, η έμφαση στην αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας με καλά μελετημένες ιδιωτικοποιήσεις.
Αποτελεί εξάλλου κοινό τόπο ότι στα κύρια προβλήματα περιλαμβάνεται και ο εκσυγχρονισμός της κοινωνίας. Αν η Ελλάδα θέλει να γίνει ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος, να προσελκύσει ξένες επενδύσεις και να αποφύγει τη διεθνή οικονομική απομόνωση πρέπει να αντιμετωπίσει τη διαφθορά που βρίσκεται σε έξαρση σε πολλούς τομείς, περιλαμβανομένου και του πολιτικού. Πολύ περισσότερο από ότι σε άλλες αναπτυγμένες χώρες, η ελευθεριότητα στην ελληνική πολιτική ρητορική έχει φθάσει στο σημείο να επιτρέπει σε ορισμένους πολιτικούς από όλους σχεδόν τους χώρους να υποστηρίζουν με μεγάλη έμφαση τελείως διαφορετικές απόψεις σε διαφόρους χώρους, ακροατήρια και χρόνο.
Το κύριο δίλημμα που προκαλεί και έντονη πολιτική αντιπαράθεση είναι εάν πρέπει να δίνεται προτεραιότητα στη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος με διπλό στόχο: Να περιοριστεί η υπερβολική κατανάλωση στα επίπεδα της παραγωγής που άμεσα ή έμμεσα τίθεται ως προϋπόθεση για τον περαιτέρω δανεισμό, και να επιτευχθούν τα απαραίτητα δημοσιονομικά πλεονάσματα που θα συμβάλλουν στη βαθμιαία μείωση του χρέους. Ή, εάν θα πρέπει, παράλληλα με μια ηπιότερη πολιτική λιτότητας να καταβληθεί συστηματική προσπάθεια αξιοποίησης των δυνατοτήτων ανάπτυξης, από την οποία θα βελτιώνονται όλοι σχεδόν οι βασικοί οικονομικοί δείκτες: Αύξηση φορολογικών εσόδων δίχως αύξηση των φορολογικών συντελεστών, μείωση των δαπανών επιδότησης της ανεργίας με βάση την αυξανόμενη ζήτηση στην αγορά εργασίας, μείωση των επιτοκίων δανεισμού στις διεθνείς αγορές εφόσον η αναπτυσσόμενη οικονομία θα παρέχει μεγαλύτερες εγγυήσεις για την εξυπηρέτηση και αποπληρωμή
των δανείων κ.ά. Ανάλογα με το πώς αξιολογείται η ανάληψη πολιτικού κινδύνου για το κόστος που συνεπάγονται και τα προσδοκώμενα οφέλη, κάθε μια από τις δύο αυτές κατευθύνσεις πολιτικής μπορεί να βασιστεί σε λογικά επιχειρήματα.
Στην Ελλάδα υπερισχύει η πρώτη άποψη για την οποία έχει ήδη αποκτηθεί μια 14μηνη εμπειρία εφαρμογής που εξετάζεται πιο κάτω. Την υποστηρίζουν οι δανειστές μας και πολλοί έλληνες και ξένοι οικονομολόγοι με το λογικό επιχείρημα ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε την οικονομική μας πορεία με πρωτογενή ελλείμματα στο προϋπολογισμό που προκαλούνται κυρίως από την υπεροχή της κατανάλωσης έναντι της παραγωγής και διογκώνουν περαιτέρω το χρέος. Δικαιολογούνται λοιπόν οι επιβαλλόμενες θυσίες που απαιτούνται.
Η αντίθετη, που εκφράζεται με πολλές παραλλαγές, υποστηρίζεται από όλα σχεδόν τα κόμματα της αντιπολίτευσης9. Για την επιτυχίας της όμως προϋποθέτει βελτίωση της λειτουργίας του διοικητικού μηχανισμού με σειρά διαρθρωτικών μέτρων (ευρύτερη δημοσιονομική εξυγίανση, σταθερότητα του νομοθετικού πλαισίου, περιορισμό της γραφειοκρατίας, συστηματική καταπολέμηση της φοροδιαφυγής που απορροφά μέχρι και το ένα τέταρτο περίπου των νόμιμων φορολογικών εσόδων, πρόοδο στις ιδιωτικοποιήσεις σε συνδυασμό με την ασφάλεια των ελληνικών και ξένων επενδύσεων, και συστηματική αξιοποίηση των πολλών αναπτυξιακών δυνατοτήτων της ελληνικής οικονομίας).
9 Και ο Υπουργός των Οικονομικών της Πολωνίας που ασκεί την προεδρεία της ΕΕ το β. εξάμηνο του 2011 υποστηρίζει ότι είναι εσφαλμένη η περαιτέρω αύξηση της φορολογίας όταν μια οικονομία πλήττεται από βαθειά ύφεση (2/7/2011).