Κάποτε φεύγαν με καράβια τα παιδιά μας
Για Γερμανία, Αυστραλία, Αμερική
Για να πετάξουνε της φτώχειας τον μανδύα
Εργάτες, σερβιτόροι, ναυτικοί.
Σε ποιο χωριό, ποιο σπιτικό δεν είχε μετανάστη
Ποια μάνα δεν καρτέραγε στην πόρτα ένα γράμμα
Απ’ τον ξενιτεμένο της, μια λέξη, μια γραφή
Διάβαζε, ξαναδιάβαζε, το μούσκευε στο κλάμα
Ήταν ο πόλεμος, μας είχε καταστρέψει
αδέρφια χώριζε, μανάδες, και παιδιά
Το δάκρυ τους στα μάτια είχε στερέψει
Και κλείδωσαν τον πόνο στην καρδιά
Σήμερα πάλι η σκηνή ξαναγυρίζει
Φεύγουν…
μ’ αεροπλάνα και πτυχία τώρα πια
αφού την άμοιρη πατρίδα μας μαστίζει
η φτώχεια, η ανεργία, η κλεψιά
τι μέλλον θα μπορέσουν πια να χουν
σε μια πατρίδα που ανθέλληνες προδώσαν
την ξεπουλήσαν την ματώσαν, τη βούλιαξαν…
και στα παιδιά της,
το εισιτήριο της πίκρας πάλι δώσαν.
Το ποίημα αυτό μας το έστειλε η Ντόρα Μανατάκη, την οποία και ευχαριστούμε πολύ! Δείτε το blog της Ντόρας, Dora Manataki – Μουσική, διήγημα, ποίηση, αγαπημένα – Ντόρα Μανατάκη, κάνοντας κλικ εδώ!