Δεν πρέπει να μας ξαφνιάζει το γεγονός πως στις σκοτεινές μέρες που διανύουμε, ορισμένοι αναίσχυντοι, υπερφίαλοι ηθικολόγοι αναλαμβάνουν εργολαβικά το ρόλο του Κάτωνα του Τιμητή στο χώρο της εκπαίδευσης μιας διαβρωμένης από τη διαφθορά Πολιτείας, προκειμένου, λαϊκίζοντας και υποκρινόμενοι τον άμεμπτο (ποιοι; αυτοί που όσα βδελύττονται και αποκηρύσσουν στα λόγια τα αποτυπώνουν περίτρανα στα έργα τους) να αναμορφώσουν τη δημόσια εκπαίδευση.
Κόπτονται δημοσίως για την Εκπαίδευση και την Παιδεία που οι ίδιοι δεν διαθέτουν, αναίσθητοι, αναξιοπρεπείς, «δολοφόνοι» του ευαίσθητου ψυχισμού συνανθρώπων τους, πιστοί του Μαμωνά με έπαρση εωσφορική, ακόλουθοι της κομπίνας, της λοβιτούρας και του εύκολου κέρδους, φερέφωνα της κομματικής γραμμής που υπηρετούν, ανεγκέφαλα κύμβαλα που τα θυσιάζουν όλα στο βωμό του πλουτισμού και που δυστυχώς υπηρετούν τη δημόσια εκπαίδευση και υποτίθεται ότι γαλουχούν τους νέους με αρχές και δείχνουν το δρόμο της ηθικής, ενώ οι ίδιοι διαπράττουν μικρά, καθημερινά εγκλήματα, από αυτά που έξω περιβάλλονται το μανδύα της υποκριτικής αγιογραφίας…
Σήμερα όλοι αυτοί επιζητούν την «αξιολόγηση», οι ίδιοι που στο πρόσφατο παρελθόν την πολέμησαν με αθέμιτα μέσα και φθηνά, συμφεροντολογικά επιχειρήματα, προκειμένου να βολευτούν ανώδυνα, χωρίς καμιά αξιολογική διαδικασία, στη δημόσια εκπαίδευση. Όμως οι έχοντες ιστορική μνήμη και εμπειρία θυμούνται πως αυτοί οι ίδιοι εκπαιδευτικοί, καθηγητές και καθηγήτριες, που παρέκαμψαν τις εξετάσεις του 1ου διαγωνισμού του ΑΣΕΠ του 1998 και αρκετών επόμενων και διορίστηκαν δια της μαζικής, αστάθμητης οδού της επετηρίδας και της «κατασκευασμένης», εν πολλοίς, προϋπηρεσίας, λαμβάνουν σήμερα το απύθμενο θράσος από την κομματική τους ταυτότητα (η οποία και τους παρέχει πλήρη ασυλία λόγων τε και έργων) να ασκούν υψηλή κριτική σε συναδέλφους τους που αρνούνται μια «στημένη» αξιολόγηση.
Μονίμως οπαδοί του προσωπικού τους μικροσυμφέροντος κι όχι κριτικά σκεπτόμενοι, άνθρωποι χωρίς αυξημένη τυπική και ουσιαστική επιμόρφωση, χωρίς επαρκή τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, συνήθως με βαθμό πτυχίου «καλώς», ωρύονται, λόγω κομματικής «πρεμούρας» και για να διασώσουν τα κεκτημένα, υπέρ μιας αξιολόγησης υποταγμένης στην αγορά με όρους δυσβάσταχτους. Γιατί αυτοί, βέβαια, προσβλέπουν, ακόμη, σε μια «αξιολόγηση» εξαρτημένη από κομματικές γνωριμίες, πολιτικές παρεμβάσεις και αισχρή αγοραπωλησία ψήφων.
Αυτού του τύπου «υποστηρικτές» της «αξιολόγησης» ηθικολογούν ακατάσχετα κακοποιώντας τη γλώσσα και την ηθική γιατί «η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει». Έτσι τσακίζουν και τις αντοχές των εμφρόνων, συνετών ανθρώπων στα λόγια και τις πράξεις, αφού η αξιολόγηση και η αξιοκρατία στο χώρο της Εκπαίδευσης είναι, κατά βάση, πολύ σοβαρά ζητήματα και χρήζουν συνολικής και συστηματικής αντιμετώπισης από την πολιτεία. Τα κριτήρια εισαγωγής ενός εκπαιδευτικού στο χώρο της εκπαίδευσης και οι συνακόλουθες αξιολογικές, «εξεταστικές» (γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε) διαδικασίες, για να μην καταντήσουν κενό γράμμα, «πουκάμισο αδειανό», κατά το Γ. Σεφέρη, όπως τόσοι και τόσοι θεσμοί και νόμοι στον πολύπαθο αυτό τόπο, θα πρέπει να διακρίνονται, να εμφορούνται, να εμψυχώνονται και να στελεχώνονται, αντίστοιχα, από πρόσωπα αποδεδειγμένα αδέκαστα, μη υποκείμενα σε καμιά κομματική εξάρτηση ή άλλου είδους «υποχρέωση». Υπάρχουν, άραγε, αρκετά αξιόλογα παιδαγωγικά και επιστημονικά μεγέθη, τόσο ακομμάτιστα, αμερόληπτα, αξιοκρατικά σκεπτόμενα και ενεργούντα πρόσωπα στην νεοελληνική κοινωνία; Και, από την άλλη μεριά, η ίδια η ελληνική κοινωνία του σήμερα μπορεί να «αντέξει» κάτι τόσο καινοτομικό για τα «πλειοψηφικά» της δεδομένα;
Ο καθένας, πάντως, ως δάσκαλος-εκπαιδευτικός και παιδαγωγός, έχει διανύσει την προσωπική του πορεία στην εκπαίδευση, έχει δώσει δείγματα γραφής με συνέπεια ή ασυνέπεια, αφήνοντας τα στίγματά του στις ψυχές των μαθητών/τριών του, στίγματα-σημάδια άλλοτε θετικά ανεξίτηλα, άλλοτε αρνητικά ανεξίτηλα, κι άλλοτε τόσο ξεθωριασμένα και αμελητέα που σύντομα ο χρόνος τα εξαφανίζει παντελώς. Κι ευτυχώς που ο πανδαμάτωρ χρόνος έχει τη δική του αμετάκλητη δικαιοσύνη. Μια δικαιοσύνη που μας προτρέπει να αντισταθούμε στους τυχάρπαστους, που με ξύλινη, προκατασκευασμένη γλώσσα πασχίζουν να αλώσουν την εκπαίδευση, εγκαθιδρύοντας μια τηλεκατευθυνόμενη παιδεία, επαγγελλόμενοι μια αξιοκρατία φενάκη. Έτσι, απελεύθεροι από τη δουλεία των πάσης φύσεως μικροπρεπών εξαρτήσεων, θα βαδίσουμε στο δρόμο της εσωτερικής ελευθερίας, της μόνης αληθινής ελευθερίας.
Για να μάθετε για την Αμαλία Κ. Ηλιάδη κάντε κλικ εδώ.