Η ενδοσχολική επιμόρφωση ως δυναμική-εξελικτική παράμετρος στη σχολική κοινότητα
Ενδοσχολική επιμόρφωση είναι η επιμόρφωση που γίνεται μέσα στο σχολείο και πραγματοποιείται σε επίπεδο ατομικό ή συλλογικό. Στο πλαίσιο αυτό οι εκπαιδευτικοί προσπαθούν είτε να λύσουν κάποιο πρόβλημα, που απασχολεί τους μαθητές ή το σχολείο τους, είτε να ασχοληθούν με την εκπόνηση νέου διδακτικού υλικού, να μελετήσουν ή να αναθεωρήσουν προγράμματα σπουδών, που εφαρμόστηκαν σε πειραματικό στάδιο, να επεξεργαστούν θέματα διοίκησης ή θέματα επικοινωνίας με τους μαθητές και τους γονείς τους.
Βασικό πλεονέκτημα της ενδοσχολικής επιμόρφωσης είναι ότι μέσω αυτής η επισήμανση και η ανάλυση των επιμορφωτικών αναγκών και ενδιαφερόντων γίνονται πιο προσιτές στη βάση του κάθε σχολείου χωριστά. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται ευκολότερα η απαραίτητη αντιστοιχία αναγκών και επιμόρφωσης, που με τη σειρά της διευκολύνει την υιοθέτηση και εφαρμογή σύγχρονων προσεγγίσεων στη σχολική τάξη. Παράλληλα ενισχύεται η επικοινωνία μεταξύ των συναδέλφων, ο ομαδικός σχεδιασμός καινοτομικών διδακτικών προσεγγίσεων, οι ατομικές ή συλλογικές ενδοσχολικές ερευνητικές μελέτες και αξιοποιείται πλήρως η πείρα των εκπαιδευτικών από τη στιγμή που δουλεύουν σύμφωνα με καθημερινές πραγματικές ανάγκες και μάλιστα στον εργασιακό τους χώρο, δηλαδή στο σχολείο τους.
Η επιμόρφωση μέσα στο σχολείο καθιερώνει τη μικρή σχολική κοινότητα ως μονάδα μάθησης, όπου συνεργατικά επισημαίνονται και αντιμετωπίζονται -με συγκεκριμένους τρόπους- τα προβλήματα του κάθε σχολείου και του κάθε εκπαιδευτικού μέσα σ’ αυτό.
Επιχειρώντας μιαν «έκθεση προσωπικής φιλοσοφίας» για τη βέλτιστη λειτουργία του σχολείου, διαπιστώνω πως η συμμετοχή στην ενδοσχολική επιμόρφωση όλων των παραγόντων και μελών της σχολικής κοινότητας, η σχολική κοινότητα νοούμενη ως εργαστήρι δια βίου μάθησης, ανταλλαγής απόψεων και εμπειριών, επιμόρφωσης, εξέλιξης και περιορισμού εξωτερικών παραγόντων που ενίοτε προβαίνουν σε αυθαίρετες και αλλοιωτικές επεμβάσεις είναι δείκτες επιθυμίας για αλλαγή και βελτίωση.
Η συνεχής, ισχυρή και ποιοτική ενδοσχολική επιμόρφωση, η δημιουργία άτυπων ομάδων εργασίας από εκπαιδευτικούς και γονείς, οι παιδαγωγικές, επιστημονικές και διοικητικές καινοτομίες και τα ερευνητικά προγράμματα που διενεργούνται εντός της σχολικής μονάδας, αποτελούν γερό «χαρτί» στο τραπέζι της αυτοαξιολόγησης και αξιολόγησης σχολείων, στελεχών εκπαίδευσης και εκπαιδευτικών. Επιμορφωτικά Σεμινάρια, Βιωματικά Εργαστήρια που προωθούν το συνδυασμό θεωρίας και πράξης, την κατάθεση προσωπικών αφηγήσεων, τις δειγματικές διδασκαλίες, τη συζήτηση, το γόνιμο διάλογο, τις παρουσιάσεις και τις ημερίδες με εμπλοκή συλλόγων γονέων και κηδεμόνων φανερώνουν τη στενή και αποδοτική συνεργασία του σχολείου με τους γονείς: ένα από τα σπουδαία ζητούμενα της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Στη διάρκειά της καταβάλλεται προσπάθεια να πεισθούν καθηγητές και γονείς για την κοινότητα των στόχων τους, όχι μόνο θεσμικά μα και σε προσωπικό επίπεδο.
Η υλοποίηση των εκπαιδευτικών στόχων απαιτεί ούτως ή άλλως, τη συνεργασία γονέων-εκπαιδευτικών. Με την είσοδο του παιδιού σ’ ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα (παιδικό σταθμό, νηπιαγωγείο, σχολείο κ.λπ.) δημιουργείται αυτόματα ένα διπολικό σύστημα αγωγής. Στο σύστημα αυτό συμμετέχουν δύο ομάδες παιδαγωγών (οι γονείς ως φυσικοί παιδαγωγοί και οι εκπαιδευτικοί ως επαγγελματίες), οι οποίες ασκούν αγωγή στο παιδί. Η επιτυχία στη διαπαιδαγώγηση και τη σχολική πορεία εξαρτάται και από τη γνήσια συνεργασία ανάμεσα στις δύο ομάδες παιδαγωγών. Οι εκπαιδευτικοί χρειάζονται τη βοήθεια των γονέων και οι γονείς τη στήριξη των εκπαιδευτικών.
Οι επιδιωκόμενοι στόχοι και τα χαρακτηριστικά της μεθόδου «παιδαγωγικό εργαστήριο του μέλλοντος» είναι οι ακόλουθοι:
1. Θέλει να προωθήσει τη συμμετοχή του καθενός παιδαγωγού-εκπαιδευτικού, μαθητή/μαθήτριας, γονέα στη διαμόρφωση του μέλλοντος.
2. Επιδιώκει την ενσωμάτωση όλων των συμμετεχόντων. Με άλλα λόγια, κατά την υλοποίηση της μεθόδου ειδικοί και μη ειδικοί, γνώστες του θέματος συνεργάζονται.
3. Έχει ένα ολιστικό χαρακτήρα, δηλ. ερευνά το συνδυασμό των ατομικών αλλαγών με τις αλλαγές της κοινωνίας, της λογικής με την ενόραση, τη γνώση με το συναίσθημα.
4. Είναι μια μέθοδος δημιουργική, δηλ. είναι μια μέθοδος σχεδιασμού και ανάπτυξης στοιχείων, τα οποία κινητοποιούν τη δημιουργική φαντασία και τις αντιληπτικές ικανότητες των συμμετεχόντων.
5. Είναι μια μέθοδος επικοινωνιακή, δηλ. παρακινεί και δίνει την ευκαιρία για συμμετοχή και συζήτηση και στους διστακτικούς συμμετέχοντες.
Εξάλλου, η επαγγελματική ανάπτυξη των ανθρώπων και δη των εκπαιδευτικών είναι μια μακράς διάρκειας «περιπέτεια» που κρατάει σχεδόν ολόκληρη ζωή: από την ηλικία των 5 ετών μέχρι την δύση της ανθρώπινης οδύσσειας… η επαγγελματική ανάπτυξη εμπεριέχει μια διευρυμένη εκδοχή της επαγγελματικής μάθησης, με την έννοια του εύρους των πηγών μάθησης και της συνέχειάς της στο χρόνο. «Πρόκειται για μια διαδικασία δια βίου η οποία περιλαμβάνει ένα μεγάλο φάσμα μαθησιακών-εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων, από τη μη-κατευθυνόμενη μάθηση μέσω της εμπειρίας και τις άτυπες ευκαιρίες μάθησης στο χώρο εργασίας, μέχρι τις πιο τυπικές ευκαιρίες μάθησης που προσφέρονται μέσω συστηματικών δραστηριοτήτων εκπαίδευσης και επιμόρφωσης». (Μαυρογιώργος 2005).
Αμαλία Κ. Ηλιάδη
Φιλόλογος-Ιστορικός
Δ/ντρια 3ου Γυμνασίου Τρικάλων