Στο χωριό μου τέτοια ώρα θα χτυπάει
της εκκλησιάς γλυκόλαλα η καμπάνα·
η δόλια μου κι αξέχαστή μου μάνα
μια λαμπάδα ως το μπόι μου θε να πάει.
Χριστός γεννάται σήμερον! Και φέρνει
στον κόσμο την αγάπη τη μεγάλη·
μα μένα τάχα ποια αμαρτία με δέρνει
και ποια το νου μου πνίγει ανεμοζάλη!
Αλί! Δεν την ακούω εγώ την καμπάνα,
κι ούτε της Βηθλεέμ θωρώ το φωταστέρι,
τη στριγγιά πέρ’ ακούω μονάχα διάνα,
που με τρυπάει σα δίκοπο μαχαίρι.
Τη μυρουδιά δε νιώθω απ’ το λιβάνι
κι ούτε φωνές ακούω παιδιών και γέλια,
με ματώνει το αγκάθινο στεφάνι
και συντρίμμια η ψυχή μου και κουρέλια.
Χριστέ! Στην ερημιά που αργοσπαράζω,
σε προσευκή τα χέρια δε σου υψώνα,
με τα χέρια τα μάτια μου σκεπάζω
να κρύψω το βαθύτατό μου πόνο.
Άγης Λεβέντης, Μικρασία, Χριστούγεννα 1921