Αποθαμένων νογούσα οιμωγές
Σαν άναυδος διάβαινα τ’ Άδη τις πύλες
Των Χερουβείμ θωρούσα πανστρατιές
Γαύρες ως ηχούσαν του Δάντη οι ρίμες
Αποκάλυψης χρεμετίζει φαρί
Αυγινή αρμαθιάζει χαντζάρα τις κάρες
Φεγγρίζει αχνά ένα σκέλεθρο παιδί
Τη φρέσκια σάρκα του ρέγονται οι μάνες
Αμνάδες δρομώνουν ίσιαθε στη θυμέλη
Θεριό που ρεκάζει ο ρήγας του κόσμου
Τις νευρές αρμόζουν σε γδικιωμού κυψέλη
Τα τέκνα μου δούλη του ιλασμού δώς μου
Πορφυρό αχνίζει το αίμα στην πόα
Εύλαλες βοές σ’ αναστάσιμο δράμα
Χωλός ο Δαυίδ αμάλαγα εβόα
Μαρμαίρει τ’ άστρο του, ανέσπερο τάμα
Ατυράννιστα επιμηθείς αεί οι ανθρώποι
Σαν ευέλπιδες θωρούνε μια παρθένα ροδαυγή
Θε μου! Πώς χαχανίζουνε διάολοι χαροκόποι!
Εικάζουν δευτέρωμα στην αμετανόητη γη
IV.IX.MMXI
Το ποίημα αυτό περιλαμβάνεται στην ποιητική συλλογή “Σαπφικά Απηχήματα” (Αγία-Πετρούπολη 2014, σελ.1). Ο ποιητής Παντελής Χρ. Στεφάνου το έγραψε μετά την επίσκεψή του στο Άουσβιτς, το Σεπτέμβριο του 2011. Το Μπούρκεναου είναι το απέναντι Στρατόπεδο Συγκεντρώσεως.