Στις 20 Μαΐου του 1769 γεννήθηκε ο Ανδρέας Βώκος, αγωνιστής του 1821 που είναι γνωστός ως Ανδρέας Μιαούλης.
Ο Ανδρέας Βώκος γεννήθηκε στην Ύδρα το 1769.
Ο πατέρας του, Δημήτριος Βώκος καταγόταν από την Εύβοια και ασχολιόταν με το ναυτικό εμπόριο. Ο Δημήτριος προσπάθησε να μάθει γράμματα στο γιο του αλλά δεν τα κατάφερε.
Από νωρίς ωστόσο, φάνηκε ότι ο Ανδρέας Βώκος είχε ιδιαίτερη ικανότητα στην ναυτική τέχνη.
Από τα νεανικά του χρόνια ασχολήθηκε με το επάγγελμα του πατέρα του. Πιθανότατα απέκτησε το παρατσούκλι Μιαούλης από τους άνδρες του πληρώματός του. Αντιμετώπισε συχνά τους πειρατές και αρκετές φορές έσπασε τον ναυτικό αποκλεισμό των ισπανικών ακτών από τους Άγγλους κατά τη διάρκεια των πολέμων ενάντια στον Ναπολέοντα.
Μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία και συμμετείχε ενεργά στην Ελληνική Επανάσταση.
Έγινε Ναύαρχος της Ύδρας κατά τα τέλη του 1821 και στη συνέχεια Ναύαρχος ολόκληρου του ελληνικού στόλου, μέχρι την αντικατάστασή του το 1827 από τον Άγγλο Ναύαρχο Κόχραν. Ο Ανδρέας Μιαούλης ξεχώρισε το 1822 στην ναυμαχία της Πάτρας. Την ίδια χρονιά ναυμάχησε στη Χίο, χωρίς να καταφέρει να αποτρέψει τη Σφαγή της Χίου, και στις Σπέτσες. Στο τέλος του 1822 καταφέρει να ανεφοδιάσει το Μεσολόγγι κατά την πρώτη πολιορκία του. Οι Μεσολογγίτες πήραν θάρρος και με συνεχείς εξόδους ανάγκασαν τη λύση της πολιορκίας. Το 1824, στις 29 Αυγούστου, γίνεται η ναυμαχία του Γέροντα (στα μικρασιατικά παράλια απέναντι από την Κάλυμνο) που περιγράφεται ως η μεγαλύτερη ναυμαχία της Επανάστασης.
Το 1825, στις 2 Ιουνίου, ο ελληνικός στόλος με επικεφαλής τον Μιαούλη καταστρέφουν τουρκο-αιγυπτιακή κορβέτα στην ναυμαχία της Σούδας και ανάγκασε σε υποχώρηση τον υπόλοιπο οθωμανικό στόλο. Το 1825 και το 1826 έχουμε τη δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου. Ο Μιαούλης προσπαθεί τον Ιανουάριο και τον Απρίλιο να ανεφοδιάσει τους πολιορκημένους, μα δεν τα καταφέρνει. Μετά από ένα χρόνο πολιορκίας γίνεται η Έξοδος του Μεσολογγίου στις 10 Απριλίου του 1826.
Ο Καποδίστριας επανέφερε, επίσημα, τον Μιαούλη ως Ναύαρχο του ελληνικού στόλου και ανέθεσε στον Κανάρη την αρχηγία των πυρπολικών. Το 1829 ο Καποδίστριας δείχνει για άλλη μια φορά την εκτίμησή του και διορίζει τον Μιαούλη μέλος της Γερουσίας.
Σύντομα ωστόσο, ο Μιαούλης θα συμπαραταχθεί με όσους αντιτίθεντο στον Καποδίστρια. Οι Υδραίοι ζητούσαν αποζημιώσεις για τις καταστροφές που είχαν υποστεί κατά την Ελληνική Επανάσταση, όμως η κατάσταση του ταμείου του ελληνικού κράτους δεν επέτρεπε στον Καποδίστρια να κάνει κάτι τέτοιο. Η κατάσταση γρήγορα κλιμακώθηκε, οι Υδραίοι καπεταναίοι δεν δέχονταν ελέγχους στα πλοία τους και ο Καποδίστριας έδωσε εντολή στον Κανάρη να θέσει σε ετοιμότητα τον ελληνικό στόλο στον ναύσταθμο του Πόρου.
Τον Ιούλη του 1831, υπό την κατεύθυνση του Μαυροκορδάτου, ο Μιαούλης με 200 Υδραίους και άλλους ντόπιους ενόπλους, καταλαμβάνουν αρχικά την ελληνική ναυαρχίδα “Ελλάς” και το μικρό φρούριο που έλεγχε το στενό. Στις επόμενες μέρες καταφέρνουν να πάρουν τον έλεγχο από τον Κανάρη τριών πλοίων, ανάμεσά τους η φρεγάτα “Σπέτσες” που ήταν δωρεά των παιδιών της Μπουμπουλίνας. Ο Καποδίστριας στέλνει στρατιωτικά σώματα με την εντολή να ανακαταλάβουν το φρούριο και έρχεται σε συνενόηση με τον Ρώσο ναύαρχο Ρικόρδ, τον οποίο πείθει να πάει με τη ρωσική μοίρα στον Πόρο. Ο Ρικόρδ, όπως και άλλοι ξένοι αξιωματούχοι, προσπάθησαν να μεταπείσουν τον Μιαούλη χωρίς αποτέλεσμα. Στις 27 Ιουλίου ο Ρικόρδ επιτέθηκε, κάμπτοντας το ηθικό των στασιαστών.
Την 1η Αυγούστου του 1831, ο Μιαούλης είχε μείνει με πολύ λίγους άντρες και σε μια στιγμή απελπισίας, ως ύστατη πολεμική πράξη, άναψε φυτίλια στις μπαρουταποθήκες των τεσσάρων μεγαλύτερων πλοίων. Ανατινάχτηκαν η φρεγάτα “Ελλάς” και η κορβέτα “Ύδρα”, και τα άλλα δύο πλοία σώθηκαν την τελευταία στιγμή από θαρραλέους αγωνιστές που αφαίρεσαν τα φυτίλια. Η πυρπόληση των ελληνικών πλοίων στιγμάτισε τον Μιαούλη. Ο Μιαούλης αργότερα έλεγε μετανοημένος ότι καλύτερα να του είχαν κόψει το χέρι παρά να τα είχε κάψει.
Επί βασιλείας Όθωνα, διορίστηκε Αρχηγός του Ναυτικού Διευθυντηρίου, Γενικός Επιθεωρητής του Στόλου και Σύμβουλος Επικρατείας.
Πέθανε στην Αθήνα τον Ιούνη του 1835 από φυματίωση και τάφηκε στον Πειραιά, στην περιοχή που αργότερα ονομάστηκε Ακτή Μιαούλη.
Δείτε το αφιέρωμα της Ματιάς για τις εθνικές εορτές, την 25η Μαρτίου 1821, την 28η Οκτωβρίου 1940, κάνοντας κλικ εδώ!
E.A.