Το Wathering heights έχει καθιερωθεί ως ένα από τα πλέον δημοφιλή -ίσως το δημοφιλέστερο- έργο της αγγλικής λογοτεχνίας. Στην Γηραιά Αλβιώνα κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1847, ενώ στην χώρα μας σχεδόν ένα αιώνα αργότερα, το 1943. Η πρώτη ελληνική έκδοση φέρει την υπογραφή των εκδόσεων Γλάρος και βασίστηκε σε μετάφραση του Βασίλη Καζαντζή. Στον τελευταίο οφείλεται η απόδοση στα ελληνικά του «Wathering heights» σε «Ανεμοδαρμένα ύψη» παρόλο που ο τίτλος είναι κύριο όνομα (το σπίτι των Έρνσω στα χερσοτόπια του Γιόρκσαϊρ) και σύμφωνα με τους κανόνες δεν δύναται να μεταφραστεί. Όπως και να έχει πάντως, με αυτό τον τίτλο έγινε γνωστό το έργο στην Ελλάδα και υπό αυτόν τον τίτλο εκδόθηκε και το 1995 από τις εκδόσεις Άγρα (σε αυτή την έκδοση βασίζεται η παρουσίαση που διαβάζετε) σε μετάφραση του Άρη Μπερλή.
Η ταλαντούχα συγγραφέας μας μεταφέρει στο Γιόρκσαϊρ της Βρετανίας, στα 1771μ.Χ. Σε μια από τις όμορφες γωνιές της επαρχίας, στέκουν αγέρωχα εδώ και πολλά πολλά χρόνια, δύο αρχοντικά. Το Γουάδεριν Χάιτς (Wathering Heights) και το Θράσκρος Γκρέηντζ (Thrushcross Grange). Το πρώτο ανήκει στην οικογένεια Έρνσω ενώ το δεύτερο στην οικογένεια Λίντον.
Ο κύριος Έρνσω -γυρνώντας από ένα ταξίδι- έφερε στο Χάιτς ένα μικρό παιδί που γυρνούσε στους δρόμους του Λίβερπουλ πεινασμένο και άλαλο, τον Χήθκλιφ. Από εκείνη την στιγμή, εκτός από τα δύο δικά του τέκνα, τον Χίντλυ και την Κάθριν, άλλη μια παιδική ψυχή άρχισε να ζει υπό την σκέπη της οικογενειακής εστίας των Έρνσω. Ο Χίντλυ τότε ήταν δεκατεσσάρων ετών, η Κάθριν έξι και ο Χήθκλιφ επτά. Ο Χήθκλιφ με την Κάθριν έγιναν αμέσως φίλοι, αλλά με τον αδερφό της ανέπτυξαν μια αμοιβαία σχέση μίσους και ανταγωνισμού. Όσο ο κύριος Έρνσω έδειχνε αγάπη στο ορφανό, τόσο ο υιός του μισούσε τον νεοφερμένο. Το ίδιο βέβαια γινόταν και από την αντίπερα όχθη.
Δεν πέρασαν πολλά χρόνια και τόσο η κυρία όσο και ο κύριος Έρνσω μετοίκισαν σε τόπο αναπαύσεως και τα ηνία της οικογενειακής περιουσίας ανέλαβε ο Χίντλυ, ομού μετά της συζύγου του, της Φράνσις. Πως ήταν η Φράνσις; Νέα, δροσερή, με αστραφτερά μάτια αλλά όχι και τόσο αστραφτερή νοημοσύνη. Με μια μόνιμη δόση φόβου στη καρδιά της και μια πολύ εύθραυστη υγεία. Τα νέα αφεντικά του Χάιτς ήταν να τα πιεις στο ποτήρι… εκείνος τυραννικός και εκείνη στριμμένη. Χαράς ευαγγέλια για τους υπόλοιπους συγκατοίκους! Το νεαρό ζεύγος απέκτησε ένα και μοναδικό υιό, τον Χέαρτον.
Οι νέες σκληρές συνθήκες έφεραν ακόμα πιο κοντά την Κάθριν και τον Χήθκλιφ. Μόνο ενωμένοι άλλωστε θα μπορούσαν να επιβιώσουν στην νέα σκοτεινή τάξη πραγμάτων του αρχοντικού. Ακριβώς το αντίθετο από ό,τι επικρατούσε στο Θράσκρος Γκρέηντζ και στους Λίντον. Η τετραμελής οικογένεια Λίντον. Ο κύριος και η κυρία Λίντον, καθώς και τα δύο τους παιδιά, ο Έντγκαρ και η Ισαβέλλα, συνομήλικοι σχεδόν της Κάθριν και του Χήθκλιφ.
Μια σκανταλιά των δύο τελευταίων οδήγησε σε υποχρεωτική απομάκρυνσή τους. Πέντε ολόκληρες εβδομάδες η Κάθριν φιλοξενήθηκε στο Γκρέηντζ ενώ ο αγαπημένος φίλος της συνέχισε να υπομένει την σκληρότητα στο Χάιτς. Μια νέα περίοδος ξεκίνησε. Οι δύο οικογένειες, οι Έρνσω και οι Λίντον ήρθαν κοντά. Λίγα χρόνια αργότερα, δε, αυτό το “κοντά” έγινε “κολλητά”, μιας και η Κάθριν παντρεύτηκε τον Έντγκαρ.
Η Κάθριν ήταν φιλόδοξη, ευγενής κατά το δοκούν, αγενής όπου ήθελε, εγωίστρια, διπρόσωπη, απείθαρχη και ιδιαιτέρως έξυπνη. Σωστός χαμαιλέοντας που προσάρμοζε την συμπεριφορά της ανάλογα με την εκάστοτε παρέα στην οποία συμμετείχε, χωρίς όμως να έχει απώτερο σκοπό να εξαπατήσει κανέναν. Ήταν η φύση της αυτή, να προσαρμόζεται και να αλλάζει αυτόματα. Η Κάθριν παντρεύτηκε μεν τον Έντγκαρ, αλλά η καρδιά της ήταν δοσμένη αλλού…
…
«Δώσε μου τον Χέαρτον κι εσύ ετοίμασε το φαγητό. Κι όταν είναι έτοιμο, πες μου να δειπνήσω μαζί σας. Θέλω να ξεγελάσω την ανήσυχη συνείδηση μου και να πειστώ ότι ο Χήθκλιφ δεν έχει ιδέα απ’ αυτά -δεν έχει ε; Τι λες; Δεν ξέρει τι θα πει έρωτας- ξέρει;»
«Δεν βλέπω κανένα λόγο να μην ξέρει όσα ξέρετε κι εσείς», απάντησα. «Κι αν είσαστε εσείς η εκλεκτή της καρδιάς του, τότε είναι σίγουρα το πιο άτυχο πλάσμα στον κόσμο! Αφ’ ης στιγμής γίνετε κυρία Λίντον, χάνει τη φίλη του, την αγάπη του, τα χάνει όλα! Έχετε σκεφτεί πως θ’ αντέξετε το χωρισμό, και πως θα το αντέξει αυτός ν’ απομείνει μόνος κι έρημος στον κόσμο; Να έχετε υπόψη, δεσποινίς Κάθριν -»
«Μόνος κι έρημος; Να μας χωρίσουν;» φώναξε αγανακτισμένη. «Και ποιος θα μας χωρίσει, σε παρακαλώ, αν δεν θέλει να ‘χει την τύχη του Μίλωνα; Όσο ζω εγώ, Έλλεν, κανείς δεν θα τολμήσει να το κάνει. Όλοι οι Λίντον του κόσμου θα ‘χουνε γίνει σκόνη, προτού απαρνηθώ εγώ τον Χήθκλιφ. Δεν σκοπεύω τέτοιο πράγμα, ποτέ δεν εννοούσα κάτι τέτοιο! Δεν θα γίνω ποτέ κυρία Λίντον, αν μου ζητήσουν αυτό το τίμημα! Ο Χήθκλιφ θα είναι για μένα αυτό που ήταν πάντα. Κι ο Έντγκαρ θα πρέπει να κάνει πέρα την αντιπάθεια που του έχει, θα πρέπει να τον ανεχθεί, τουλάχιστον. Κι αυτό θα κάνει όταν μάθει τα αληθινά μου αισθήματα γι’ αυτόν. Νέλλυ, τώρα καταλαβαίνω -εσύ με θεωρείς τέρας εγωισμού, αλλά σκέφτηκες ποτέ ότι αν παντρευόμουν τον Χήθκλιφ θα καταντούσαμε ζητιάνοι; Ενώ αν παντρευτώ τον Λίντον, μπορώ να βοηθήσω τον Χήθκλιφ να γίνει ανεξάρτητος και να απαλλαγεί από τον αδελφό μου».
…
Ο Χήθκλιφ ακούγοντας την παραπάνω συζήτηση εξαφανίζεται από προσώπου γης. Οι μέρες περνούν κι εκείνος δεν δίνει σημεία ζωής. Γίνεται ο γάμος της Κάθριν με τον Έντγκαρ και το νέο ζευγάρι εγκαθίσταται στο Γκρέηντζ μαζί με την Ισαβέλλα. Σχεδόν τρία χρόνια αργότερα εμφανίζεται ο Χήθκλιφ εμφανώς αλλαγμένος εξωτερικά και εσωτερικά. Η επιστροφή του δίνει μεγάλη χαρά στην Κάθριν αλλά όχι και στον σύζυγο της.
Τα “ευγενικά” αισθήματα του ενός άντρα για τον άλλο, ήταν και ο λόγος που ο Χήθκλιφ έκλεψε την Ισαβέλλα, αντί να ακολουθήσει την πεπατημένη και να ζητήσει το χέρι της από τον αδελφό της. Και την έκλεψε όχι επειδή την αγαπούσε -σε αντίθεση με εκείνη- αλλά επειδή αυτό εξυπηρετούσε τα μελλοντικά του σχέδια. Η Ισαβέλλα μια όμορφη, άμυαλη και παρορμητική κοπέλα δεν άργησε και πολύ να μετανιώσει που παντρεύτηκε αυτόν τον σκληρό άντρα που δεν έτρεφε ίχνος αγάπης για εκείνη.
Μια νέα γενιά όμως έφτασε στις ζωές όλων. Η Κάθριν γέννα την κόρη της με τον Έντγκαρ, και πεθαίνει πάνω στη γέννα. Το νεογέννητο κορίτσι παίρνει το όνομα της μητέρας της και πλήθος από τα γονίδια του πατέρα της. Η Ισαβέλλα βρίσκει μια ευκαιρία και το σκάει από τα δεσμά του Χήθκλιφ. Γεννά και μεγαλώνει τον υιό τους, μακριά από το Χάιτς, μέχρι τα δώδεκα χρόνια του. Τότε εκείνη πεθαίνει και το παιδί εξαναγκάζεται να ζήσει με τον πατέρα του.
Εκτός από το σπίτι και την περιουσία των Έρνσω -πέρασαν αμφότερα στον Χήθκλιφ, μέσω του πάθους του Χίντλυ για τον τζόγο- κατέληξαν στα χέρια του τόσο ο υιός του Λίντον, όσο και ο υιός του Χίντλυ, ο Χέαρτον. Τα δύο αυτά παιδιά. μετά από χρόνια, διαδοχικά και με απόσταση δύο ετών, παντρεύτηκαν με την πρώτη τους εξαδέλφη την Κάθριν. Πρώτα ο Λίντον, και όταν εκείνος απεβίωσε και πέρασε ένα χρονικό διάστημα που άλλαξε πολλά στο Χάιτς και στις σχέσεις των ενοίκων του, ο Χέαρτον.
Τα μέλη της νέας αυτής γενιάς -πιθανότατα από την ανατροφή που τους έδωσαν, την αγάπη ή την έλλειψη της- έγιναν άνθρωποι δύστροποι και εγωιστές, έτσι τουλάχιστον γινόταν φανερό στους γύρω τους. Πλάσματα που θαρρούσαν ότι όλος ο κόσμος κινείται ή θα έπρεπε να κινείται γύρω από το άτομο τους. Πιόνια σε χέρια που είχαν τις δικές τους διαμάχες και αντιπάθειες. Παίκτες σε μια παρτίδα σκάκι που ξεκίνησε πριν καν γεννηθούν, αλλά που είναι στο χέρι τους να αλλάξουν την τελική της έκβαση ή ακόμα και να την ακυρώσουν!
Αυτοί είναι οι ήρωες του «Ανεμοδαρμένα ύψη», της Έμιλυ Μπροντέ. Τραχείς χαρακτήρες, αντιπροσωπευτικοί του χρόνου και του χώρου, στους οποίους τους έχει τοποθετήσει η συγγραφέας. Όχι μακριά από την δική της εποχή αλλά αρκετά μακριά από το σήμερα και από τον ελληνικό τρόπο ζωής και συμπεριφοράς (ακόμα κι εκείνης της εποχής).
Κι αυτή είναι με λίγα λόγια η ιστορία τους στο εν λόγω μυθιστόρημα. Ένα εξαίσιο λογοτεχνικό έργο για το οποίο έχουν γραφτεί χιλιάδες σελίδες κρίσεων και αναλύσεων, δικαίως βεβαίως! Το γιατί θα το διαπιστώσετε όταν το πάρετε στα χέρια σας και βυθιστείτε στη μαγεία αυτού που ονομάζουμε «κλασσική λογοτεχνία».
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου μεταφέρουμε:
«Η αγάπη μου για τον Λίντον είναι σαν το φύλλωμα του δάσους. Ο χρόνος θα την αλλάξει, το ξέρω καλά, όπως ο χειμώνας αλλάζει τα δέντρα. Η αγάπη μου για τον Χήθκλιφ είναι σαν τα αιώνια βράχια αποκάτω -λίγη ευχαρίστηση μου δίνει αλλά αναγκαία. Νέλλυ, είμαι ο Χήθκλιφ. Είναι πάντα, πάντα στο νού μου. Δε μου δίνει χαρά, όπως δε μου δίνει χαρά ο εαυτός μου, αλλά είναι μέσα μου, σαν τον ίδιο τον εαυτό μου. Και μιλάς για χωρισμό· Είναι αδύνατον και-»
Τα Ανεμοδαρμένα Ύψη, που πρωτοεκδόθηκαν το 1847, είναι η άγρια και γεμάτη πάθος ιστορία της σχεδόν δαιμονικής αγάπης μεταξύ της Κάθριν Έρνσω και του Χήθκλιφ. Η δράση του μυθιστορήματος είναι χαοτική και βίαια, αλλά η ολοκληρωμένη σύνθετη δομή του, οι γλαφυρές περιγραφές του θυελλώδους και μοναχικού αγγλικού τοπίου του Γιόρκσαϊρ και η ποιητική μεγαλοσύνη του οράματος της Έμιλυ Μπροντέ συνδυάζονται έτσι ώστε το βιβλίο να αποκτήσει το βάθος και την απλότητα μιας αρχαίας τραγωδίας.
Τούτο το αριστούργημα, που γράφτηκε από μία κοπέλα εικοσιεφτά ετών και δημοσιεύτηκε ένα χρόνο πριν από το θάνατό της, στα τριάντα της χρόνια, στέκεται ίσως ως ένα από τα πλέον πρωτότυπα έργα της αγγλικής γλώσσας και της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Στον ενάμιση αιώνα του βίου του έχει γοητεύσει εκατομμύρια αναγνώστες, έχει διεγείρει και έχει προκαλέσει την επινοητικότητα εκατοντάδων κριτικών και μελετητών. Ήταν και παραμένει ακόμη το δημοφιλέστερο έργο της αγγλικής λογοτεχνίας και στην ιστορία της κριτικής του αποτυπώνεται η ιστορία της εξέλιξης της κριτικής σκέψης των νεότερων χρόνων. Πάνω του έχουν δοκιμαστεί όλες οι σχολές και οι τάσεις της λογοτεχνικής κριτικής.
Στην Ελλάδα το έργο πέρασε σαν φτηνό ρομάντζο μέσα από τις εκδόσεις για τα καροτσάκια και τις ραδιοφωνικές του αναγνώσεις. Η παρούσα έκδοση επιχειρεί να ξαναδώσει την αξία του στο αριστούργημα αυτό της λογοτεχνίας του 19ου αι. με τη νέα μετάφραση του Άρη Μπερλή και την εκτενή εισαγωγή του, που αποτελεί μία διαδρομή στην κριτική αντιμετώπιση του έργου από την εμφάνισή του μέχρι σήμερα.