Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, έλεγαν «Ουκ εν τω πολλώ το ευ, αλλά εν τω ευ το πολύ». Το ρητό αυτό αποτελεί έναν κανόνα που ακόμα και στις μέρες μας, ίσως κυρίως στις μέρες μας, ισχύει σε πολύ μεγάλο βαθμό. Όπως κάθε κανόνας, έτσι και αυτός, επιβεβαιώνεται από τις εξαιρέσεις. Μια εξαίρεση του, είναι και η εκπληκτική συγγραφική δουλειά της Μαρίας Λαμπαδαρίδου Πόθου. Σύμφωνα με την βάση δεδομένων ΒΙΒΛΙΟNET (www.biblionet.gr), το όνομα της συγγραφέως κοσμεί, ούτε λίγο ούτε πολύ, τριάντα τρία ολόκληρα βιβλία, που κυκλοφορούν στην Ελληνική γλώσσα από διάφορους εκδοτικούς οίκους.
Το βιβλίο της συγγραφέως, το οποίο θα παρουσιάσουμε σε αυτές τις γραμμές είναι το «Πήραν την πόλη πήραν την». Κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1996 από τις εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, και από τότε έχουν ακολουθήσει άλλες 13 επανεκδόσεις του. Είναι το τέταρτο ιστορικό μυθιστόρημα της Μαρίας Λαμπαδαρίδου Πόθου, με θέμα το Βυζάντιο. Ακολουθεί τα: «Η Μαρούλα της Λήμνου» το 1986, «Η Δοξανώ» το 1990 και «Νικηφόρος Φωκάς» το 1992.
Το «Πήραν την πόλη πήραν την» είναι ένα από τα ξεχωριστά βιβλία που έχω στη βιβλιοθήκη, αλλά και στην καρδιά μου. Αυτό που μου το έχει κάνει αλησμόνητο είναι η γλώσσα και ο χειρισμός της από τη συγγραφέα του. Οι εικόνες ξεπηδούν από τις σελίδες του βιβλίου και σε μεταφέρουν στην εποχή εκείνη. Την εποχή που η ελεύθερη Κωνσταντινούπολη ζει τις τελευταίες στιγμές της.
Όπως ήδη αναφέραμε, το βιβλίο είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα, του οποίου η συντριπτική πλειοψηφία των στοιχείων είναι αποδεδειγμένα ιστορικά γεγονότα. Τόσο αυτό, όσο η γλώσσα και τα εκφραστικά μέσα που χειρίζεται με δεξιοτεχνία η συγγραφέας, κατατάσσουν το βιβλίο αυτό ανάμεσα στα καλύτερα ιστορικά μυθιστορήματα.
Διαβάζοντας το βιβλίο, αισθάνεσαι τον ήλιο να βασιλεύει πάνω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης την τελευταία ημέρα που η Πόλη βρισκόταν κάτω από τον ορθόδοξο σταυρό της Αγιά Σοφιάς. Σε λίγες ώρες ο Μωάμεθ ο Πορθητής μαζί με το σκυλολόι του θα πατούσε μέσα στην Κωνσταντινούπολη. Οι προσευχές, ο φόβος και οι μισοσβησμένες ελπίδες των υπερασπιστών της γέμιζαν την βαριά ατμόσφαιρα, που απλωνόταν από άκρη σε άκρη μέσα από τα τείχη.
Οι 602 σελίδες του βιβλίου δεν πρέπει να σας αποτρέψουν από την αγορά και την ανάγνωσή του, γιατί το συγκεκριμένο βιβλίο είναι ένα από τα καλύτερα ιστορικά μυθιστορήματα που έχουν γραφτεί από Έλληνα για τους Έλληνες.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου μεταφέρουμε:
Με το μυθιστόρημα της αυτό, η Μαρία Λαμπαδαρίδου-Πόθου, δίνει τις τελευταίες μέρες του Βυζαντίου. Λεπτό το λεπτό καταγράφει τις πενήντα επτά οδυνηρές μέρες της πολιορκίας έως την Άλωση.
Με λόγο δυνατό, ζωντανό, με αναλυτική διείσδυση, δίνει την ύστατη εκείνη αγωνία τον ύστατο αγώνα, που στάθηκε ορόσημο στη νεότερη ιστορία του Ελληνισμού. Όμως πέρα από αυτό, και με μυθικό άξονα τον ήρωά της, δίνει τη συγκλονιστική πορεία της παρακμής του Βυζαντίου καθώς και την οδυνηρή περιπέτεια του Ελληνισμού μετά την καταστροφή.
Είπε η συγγραφέας: “Σεβάστηκα όσο μπόρεσα τα ιστορικά γεγονότα, τα άγγιξα με δέος. Όμως εκείνο που με ενδιέφερε ήταν να βρω αυτό που πάντα μένει έξω από την ιστορία: Το πάθος, το θαύμα, τον όρκο της ψυχής, το ρίγος, και το μεγαλείο εκείνων των τραγικών πολιορκημένων, που η θυσία τους, ο τιμημένος θάνατος που επέλεξαν, έγινε σύμβολο στη συνείδηση του Γένους. Όλα αυτά προσπάθησα να τα περάσω μέσα από την οδύνη της Μιας Συνείδησης, μέσα από την προσωπική βίωση του ήρωά μου, του νεαρού πολεμιστή από τη Λήμνο, του σημαδεμένου με τον κύκλο της ώχρας στο μέτωπο, που φέγγει και ματώνει σαν προφητεία. Άπλωσα το οδυνόμενο αυτό ιστορικό υλικό κάτω από το δικό μου μύθο, που είναι η ανθρώπινη περιπέτεια του ήρωά μου, δεμένη με τη μοίρα της Βασιλεύουσας. Μόνο έτσι η ιστορία μπόρεσε να γίνει προσωπική μου αλήθεια και να με πάει βαθιά ίσαμε τις ρίζες μου και ίσαμε τα σύμβολα που έθρεψαν την Ελληνικότητά μου.”