Ξαφνικά, βρέθηκα αντίκρυ στο θάνατο. Νιώθω την ανάσα του Άδη επάνω στο σώμα μου και ριγώ. Μια μέρα και δυο νύχτες είναι λίγος χρόνος, σκέφτομαι τώρα, τίποτα δεν προφταίνω να κάνω. Και αισθάνομαι την ακατανίκητη επιθυμία να μιλήσω όχι μόνο για τη μάχη στα Στενά αλλά και για την ασήμαντη ζωή μου. Είναι αυτή η ανάγκη του μελλοθάνατου, που θέλει να περισώσει μικρές στιγμές από τη διαδρομή της ζωής του, να χαράξει το πέρασμά του στον μάταιο κόσμο. Και η σκέψη μου επίμονα στο χειμωνιάτικο πρωινό, δεκατρείς χειμώνες πριν, όταν οι περσικές τριήρεις φάνηκαν στη θάλασσα της Λήμνου. Ολόκληρο το γαλάζιο του αρχιπελάγους που αγκαλιάζει το νησί σκεπάστηκε με πλοία σε χρώματα έντονα, κόκκινο βαθύ και ώχρα, και λαμπερό κυανό, με πρώρες ψηλές, ξυλόγλυπτες. Ως εκεί που διαγράφεται το τρίγωνο του Άθω, η θάλασσα ήταν γεμάτη τριήρεις, που έρχονταν αργά και σταθερά στο νησί.
…
Αυτός είναι ο Αλκαμένης από την Λήμνο. Ο κεντρικός -φανταστικός- ήρωας στο ιστορικό μυθιστόρημα της Μαρίας Λαμπαδαρίδου Πόθου, «Το ξύλινο τείχος», που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κέδρος το 2006. Παιδί ακόμα ήταν όταν έχασε και τους δύο του γονείς κατά την εισβολή των Περσών στη γενέθλια νήσο. Εμείς τον πρωτοσυναντάμε στην Σπάρτη λίγο μετά την μάχη των Θερμοπυλών να συνοδεύει τον Αριστόδημο, τον μοναδικό επιζώντα από τους τριακόσιους. Ο νόμος της Σπάρτης αμείλικτος. Όνειδος για εκείνον που δεν ακολούθησε τους συντρόφους του στον Άδη και σκληρή τιμωρία σε όποιον τον βοηθήσει. Ο Αλκαμένης αδιαφορεί για την εντολή και έτσι βρίσκεται αντιμέτωπος με την Κρυπτεία που τον καταδικάζει σε μαστίγωμα μέχρι θανάτου. Οι ώρες ζωής που του απομένουν αφιερώνονται σε μερικές Σπαρτιάτισσες που διψούν να μάθουν τι συνέβη στη μάχη που έπεσαν οι δικοί τους μέχρι ενός.
Ο αφηγητής-Αλκαμένης, ακολουθώντας μια εσωτερική επιταγή, πιάνει το νήμα της διήγησης από την γενέτειρά του την Λήμνο. Δεκατρία χρόνια πριν. Τότε που ορφάνεψε και σύρθηκε αιχμάλωτος σε ένα από τα περσικά πλοία. Μια τρικυμία όμως, στις ακτές του Άθω, ήρθε για να αλλάξει το μέλλον του ριζικά. Το σκάφος βυθίζεται, ενώ ο Αλκαμένης καταφέρνει να κρατηθεί από μια σωστική σχεδία και να σωθεί. Δέκα χρονών βλαστάρι ήταν τότε και ήδη είχε γνωρίσει την αγριότητα του πολέμου, της ορφάνιας και την σκληρή αναμέτρηση με τα στοιχεία της φύσης, που πολλές φορές θερίζουν ζωές.
Το πως από τα αφρισμένα θανατηφόρα κύματα, στα παράλια του Άθω, βρέθηκε είλωτας στην Σπάρτη είναι ένα από τα πολλά που θα συναντήσετε στις 615 σελίδες του δέκατου πέμπτου μυθιστορήματος της πολυτάλαντης κυρίας Λαμπαδαρίδου Πόθου. Ένα εκκρεμές αφήγησης που ταλαντεύεται στην διαδρομή του χρόνου περνώντας από το παρόν έως το απώτερο παρελθόν, κάνοντας την ανάγνωση του ακόμα πιο ενδιαφέρουσα (!) και ρέουσα ως κελαρυστό βουνίσιο ποτάμι. Έτσι, για να σας ανοίξω κι άλλο την όρεξη, θα σας πω ότι η ιστορία του Αλκαμένη δεν σταματά άδοξα με ένα μαστίγωμα… η ειμαρμένη έχει γράψει για εκείνον συγκλονιστικές και λαμπρές σελίδες, που μαζί με εκείνον θα τις ζήσουμε κι εμείς.
Η ζωή του, ο συνεχής αγώνας του για επιβίωση, γίνεται η καλογυαλισμένη ασπίδα πάνω στην οποία καθρεπτίζεται η ιστορία της Ελλάδας, εκείνα τα χρόνια, που κλήθηκε -όπως κι άλλες φορές στο μέλλον- να αντιμετωπίσει ένα εχθρό πολυπληθέστερο, καλύτερα οργανωμένο και αρτιότερα εξοπλισμένο. Έναν εχθρό που αν τελικά επικρατούσε, το μέλλον -ίσως και μέχρι τις μέρες μας- θα ήταν τελείως διαφορετικό. Έναν εχθρό που κατατροπώθηκε από άντρες πιο ψηλούς από την Ιστορία.
Η ζωή στην αρχαία Σπάρτη, οι Ολυμπιάδες, η μάχη του Μαραθώνα, η μάχη των Θερμοπυλών, η ναυμαχία της Σαλαμίνας…
…
«Σήμερα θα αγωνιστούμε για την τιμή μας, λέει, για την αξιοπρέπειά μας και για την αυτονομία μας. Δεν θα γίνουμε δούλοι. Και αυτό θα το πούμε με τον τίμιο και δίκαιο αγώνα μας. Εμείς αγωνιζόμαστε για τα ιερά μας και για τους τάφους των προγόνων μας. Για τους βωμούς και για τις εστίες μας. Εκείνοι, για να προσθέσουν λίγη ακόμα γη στις απέραντες χώρες τους. Όμως είμαι βέβαιος πως θα τους νικήσουμε, και ας είναι πολυπληθέστεροι. Ο αγώνας μας θα είναι ένας αγώνας της ευφυΐας μας. Με την ευφυΐα μας κερδίσαμε τη μάχη στον Μαραθώνα. Έτσι θα την κερδίσουμε και σήμερα.»
…
…καθώς και η μάχη των Πλαταιών, είναι κάποιοι από τους σταθμούς που η Μαρία Λαμπαδαρίδου Πόθου θα σταθεί και θα ζωντανέψει, μέσω του απαράμιλλου ταλέντου της, στο εξαιρετικό αυτό ιστορικό μυθιστόρημα.
Ω παίδες Ελλήνων, ίτε,
ελευθερούτε πατρίδ’, ελευθερούτε δε
παίδας, γυναίκας, θεών τε πατρώων έδη,
θήκας τε προγόνων· νυν υπέρ πάντων αγών.
Απλά, διαβάστε το! Είναι συγκλονιστικό!
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου μεταφέρουμε:
«…και κανείς δεν μπορεί να πει πώς θα ήταν ο σημερινός κόσμος εάν, τότε, επικρατούσε ο περσικός ιμπεριαλισμός, με τα άπειρα πλούτη και το φρόνημα του δούλου. Ήταν η σύγκρουση δύο διαφορετικών πολιτισμών, δύο διαφορετικών κόσμων, και επεκράτησαν οι ολίγοι ελεύθεροι.»
«Μόνο το ξύλινο τείχος θα σώσει εσάς και τα παιδιά σας…»
Είναι ο χρησμός που έδωσε το μαντείο των Δελφών στους Αθηναίους πριν από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, το 480π.Χ.
Μέσα από τα μάτια ενός παιδιού, που το πήραν αιχμάλωτο από τη Λήμνο, ξετυλίγεται το έπος του αρχαίου κόσμου. Ο Αλκαμένης κατόρθωσε να φτάσει στη Σπάρτη, να γνωρίσει από κοντά τη μοναδική αυτή πόλη, αλλά και να γίνει ο μάρτυρας των γεγονότων στις μεγαλύτερες πολεμικές συγκρούσεις της Ιστορίας. Ως είλωτας, ως μελλοθάνατος, ως παρατηρητής, γίνεται ο μυθικός άξονας που φέρει όλη τη σκληρότητα αλλά και τη σαγήνη ενός κόσμου που θα μπορούσε κανείς να τον πει σημερινό.
Το Ξύλινο Τείχος, πάνω απ’ όλα, είναι η ανθρώπινη περιπέτεια, ο άνθρωπος. Η εποποιία των αγώνων του, αλλά και η αντίληψή του για τη ζωή και τη μοίρα, για τον Άδη, για την ψυχή. Και μόνον η απόφαση εκείνων των «ολίγων» να αντικρούσουν την ύβρι του περσικού ιμπεριαλισμού δίνει το μέτρο της εποχής.
Με λόγο ζωντανό και διορατικό, με τα γεγονότα να εκτυλίσσονται στην αρχετυπική τους ποίηση, το μυθιστόρημα ακυρώνει το χρόνο, γίνεται μια περιπέτεια του σημερινού ανθρώπου πάνω στην ίδια γη. Ένα μυθιστόρημα που ανιχνεύει, στα βάθη της ψυχής, τη συλλογική μνήμη και τη χαμένη αυτογνωσία.