Ο Αγαμέμνονας είναι ένα από τα παιδιά του εμφυλίου που βρέθηκαν στις παιδουπόλεις της Φρειδερίκης. Για καλή του τύχη από το ίδρυμα έφυγε γρήγορα -στα τρία του χρόνια- καθώς βρέθηκε για εκείνον ανάδοχη οικογένεια· το ζεύγος Ευτέρπης και Γιάννη Δωριάδη τον υιοθέτησε. Ήταν το έτος 1949 και η Ελλάδα προσπαθούσε να συνέλθει από την κόλαση ενός παγκοσμίου πολέμου, μιας γερμανικής κατοχής και ενός εμφυλίου. Σαν λαβωμένο ζώο, έγλυφε τις πληγές της κοιτώντας το μέλλον με δυσπιστία, αγωνία και φόβο.
Πενήντα χρόνια αργότερα ο Αγαμέμνονας θα ανακάλυπτε ότι σε αυτόν τον κόσμο είχε και ένα δίδυμο αδερφό, τον Πάνο, που έφερε το επώνυμο Τσιαφίδης. Η συνάντηση όμως των δύο αδελφών θα γίνει όπως είπαμε πενήντα ολόκληρα χρόνια αργότερα. Προς το παρόν βρισκόμαστε στο 1949, τη χρονιά που το ετερόκλιτο ζεύγος Δωριάδη καλωσόρισε στην οικογένεια τον Αγαμέμνονα. Ο Γιάννης και η Ευτέρπη, δύο άνθρωποι που οι πορείες τους ήταν παράλληλες αλλά ποτέ δεν ενώθηκαν, δεν μπλέχτηκαν όπως συμβαίνει συνήθως στα ζευγάρια…
…
Τον μικρό τον αγαπούσαν πολύ κι οι δύο, καθένας με τον τρόπο του. Η Ευτέρπη τον κανάκευε και του έκανε όλα τα χατίρια, τον κάλυπτε και τον προστάτευε απ’ τα νεύρα του άντρα της, κι ο Γιάννης τον έπαιρνε βόλτες τα απογεύματα στο Πεδίο του Άρεως, στην Ακρόπολη και στην Πλάκα, όπου του γάνωνε τα αυτιά με την αρχαιολατρία του, ώσπου τον έφερνε πίσω μπαϊλντισμένο και ψόφιο στην κούραση για να τον πλύνει η μαμά του και να τον βάλει κατευθείαν για ύπνο. Παρ’ όλη του την εξάντληση, όμως, ο μικρός δεν κοιμόταν αν δεν καθόταν κοντά στο προσκεφάλι του ο πατέρας του για να του εξιστορήσει έναν ακόμα απ’ τους άθλους του Ηρακλή, του Θησέα και των λοιπών αρχαίων θεών και ημίθεων.
…
Έξι χρόνια αργότερα, το ζεύγος απόκτησε και βιολογικό τέκνο, ένα κοριτσάκι, την Ιφιγένεια.
Τον ίδιο καιρό, στην Θεσσαλονίκη, η Κυριακή Τσιαφίδη, έσφιγγε ξανά στην αγκαλιά της τον ένα από τους δύο της γιους. Τον Πάνο. Το άλλο δίδυμο, ο Νίκος της, είχε χαθεί! Εμείς βέβαια γνωρίζουμε που ήταν… Στην Κυψέλη, στην Αθήνα, με το ζεύγος Δωριάδη. Ο Πάνος δεν θυμόταν τι είχε συμβεί στον αδελφό του…
…
Και πως να θυμάται, εννιά χρονών παιδάκι, τι είχε συμβεί όταν ήταν στα τρία του; Μόνο κάτι θολές εικόνες απ’ το μακρινό τους ταξίδι είχε στη μνήμη του, την καρότσα του φορτηγού όπου στοιβάχτηκαν μαζί μ’ ένα σωρό άγνωστους ανθρώπους και κοπάναγε γκαπ-γκουπ πάνω στα κακοτράχαλα περάσματα, τον πολύβουο, πενταβρόμικο σιδηροδρομικό σταθμό όπου περίμεναν το τρένο, τα άγνωστα τοπία που περνούσαν γρήγορα από μπροστά του έξω απ’ το παράθυρο του βαγονιού, τη γιαγιά Λούλα με το μαύρο κεφαλομάντιλο να της σκεπάζει όλο το πρόσωπο και μόνο τα μάτια της να βλέπει, κι όλα αυτά σκόρπια, αόριστα, χωρίς χρονική αλληλουχία.
…
Το σπίτι της Κυριακής ήταν ένα δωματιάκι σε μια γωνιά της Καλαμαριάς και από τούδε αυτό θα ήταν και το σπίτι του Πάνου. Όχι για πολύ όμως. Δύο μόλις βδομάδες μετά το ξανασμίξιμο μητέρας και παιδιού, εκείνη αποφάσισε να μετοικίσουν στην Αθήνα, στο Μαρούσι. Κάτι της έλεγε ότι στην πρωτεύουσα βρισκόταν το άλλο της παιδί. Διαίσθηση; Ποιος ξέρει; Γεγονός πάντως είναι ότι τα δύο αυτά παιδιά, τα δύο δίδυμα αδέρφια, μεγάλωσαν σε δύο διαφορετικούς κόσμους -τόσο κοντινούς όμως- έχοντας κοινό εκτός από το DNA και την ευχέρεια-ταλέντο στο σκιτσάρισμα.
Όλα όσα θα περάσουν αυτά τα δύο παιδιά αλλά και τα οικεία τους πρόσωπα μέχρι να βρεθούν ο ένας δίπλα στον άλλο αποτελούν την ιστορία που ξεδιπλώνεται στις 438 σελίδες του μυθιστορήματος «Το σκίτσο». Πρόκειται για το δεύτερο μυθιστόρημα της Γιώτας Γουβέλη, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Διόπτρα το Μάιο του 2011.
Με έντονο το ηθογραφικό στοιχείο ή ταλαντούχα συγγραφέας μας μεταφέρει εικόνες αλλά και αρώματα από μια μεγάλη περίοδο της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Μια περίοδο στην οποία έγινε η αρχή και μπήκαν τα όποια θεμέλια για την Ελλάδα που βιώνουμε στις μέρες μας. Με όχημα την ιστορία δύο αδελφών γίνεται σε μας απτή η ιστορία της Ελλάδας και κυρίως της Αθήνας στην οποία διαδραματίζεται και το μεγαλύτερο μέρος του μυθιστορήματος.
Τόσο το περιεχόμενο όσο και ο τρόπος που αυτό είναι δοσμένο, κάνουν «Το σκίτσο» ένα από τα βιβλία που θαρρώ ότι πρέπει να διαβάσετε και να συμπεριλάβετε στην βιβλιοθήκη σας. Είναι δυνατό, τρυφερό, ανθρώπινο με συγκλονιστικές στιγμές, γραμμές και χαρακτήρες. Οι δυσκολίες της μονογονεϊκής οικογένειας αλλά και της υιοθεσίας, οι αλήθειες που γίνονται γνωστές μέσα από το πέρασμα του χρόνου, οι συμβιβασμοί και τα γιατί στις ζωές όλων σκιτσαρισμένα απαλά, αδρά, ανυπόμονα, αργά μα πάνω από όλα με τέχνη από την πένα της Γιώτας Ν. Γουβέλη. Ένα πραγματικά υπέροχο μυθιστόρημα.
[dioptra https://www.dioptra.gr/Suggrafeas/251/Giota-Gouveli/%5D
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου μεταφέρουμε:
Ο Αγαμέμνονας Δωριάδης, ο επονομαζόμενος Αγάς, επωμίστηκε το βαρύγδουπο όνομά του σε ηλικία τριών χρονών, οπότε και υιοθετήθηκε από το άκληρο αλλά φιλόστοργο ζεύγος Δωριάδη… Πενήντα χρόνια μετά, ο Αγάς στεκόταν απέναντι στον Πάνο Τσιαφίδη, τον δίδυμο αδερφό του, τον καθρέφτη του…
Οι πορείες των δύο αντρών βίοι παράλληλοι και ξένοι. Μοναδικό κοινό τους σημείο το ταλέντο τους στο σκίτσο.
Ο Αγάς, ανίδεος για την καταγωγή του, θα ανδρωθεί στα σοκάκια της Κυψέλης. Τη ζωή του θα σηματοδοτήσουν ένοχα μυστικά, ένας γάμος συμβιβασμού αλλά και ένας μεγάλος έρωτας.
Ο Πάνος θα ξανασμίξει με τη γυναίκα που τον γέννησε και δεν θα την αποχωριστεί ποτέ. Κοσμοπολίτης, γυναικάς, ανήσυχος, αναζητά ακατάπαυστα και ασυνείδητα τον άλλο του μισό εαυτό. Θεσσαλονίκη, Βουκουρέστι, Μαρούσι, Παρίσι, Νέα Υόρκη… μια ζωή διαρκώς σε κίνηση.
Και οι δύο θα αγαπήσουν και θα αγαπηθούν, αλλά θα βιώσουν τόσο διαφορετικά τη μαγεία και την οδύνη του έρωτα. Ζωές παράλληλες, διαφορετικές, με μόνο συνδετικό κρίκο ένα σκίτσο…
Ολυμπία Κατσένη – Νεκτάριος Παπασπύρου