…
Στις 6 το πρωί βάζουν μπρος τα φορτηγά στην αυλή. Βαριές δίχρονες μηχανές που μουγκρίζουν, ιμάντες που στριγκλίζουν. Τα φορτηγά δεν πάνε πουθενά. Το πρώτο πρωί αναρωτήθηκε γιατί δεν μετακινήθηκαν. Γιατί δεν έφυγαν. Αργότερα κάποια της είπε: βάζουν μπροστά τις μηχανές για να καλύψουν τους πυροβολισμούς.
Τώρα αυτός ο ήχος την ξυπνάει κάθε μέρα. Χώνεται μέσα στη δίνη των ονείρων της και τότε εκείνη πετιέται, με τ’ αυτιά της τεντωμένα, περιμένοντας τις μηχανές να σβήσουν ξανά. Αν οι μηχανές σβήσουν, αυτό σημαίνει ότι ο κίνδυνος πέρασε. Και θα ζήσεις τουλάχιστον μια μέρα ακόμα.
…
Ανάμεσα στους φυλακισμένους, στους ανθρώπους που δεν ξέρουν αν θα δουν τον ήλιο την επόμενη ημέρα να ανατέλει, είναι και η Ζόγια Κορβίν-Κρουκόφσκι. Μια προκλητικά όμορφη δεκαοκτάχρονη κοπέλα με μεγάλα μαύρα μάτια. Μοναδικό της παράπτωμα, οι ρίζες της. Η οικογένειά της, που είχε σχέσεις με την αυλή των Ρομανόφ, των τελευταίων τσάρων της Ρωσικής επικράτειας. Και είναι, θα αναρωτιέται κανείς, τόσο τρομερό αυτό; Κι όμως είναι! Εκείνα, τα πρώτα χρόνια της επανάστασης, κάτι τέτοιο ήταν ικανό όχι μόνο να σε οδηγήσει στη φυλακή, αλλά και σε απόσταση αναπνοής από τον Δημιουργό σου!
Μετά από ανελέητες ανακρίσεις και πολλές ημέρες κράτησης σε απάνθρωπες συνθήκες, γλύτωσε το “μακρύ ταξίδι”, αλλά τότε είναι που ξεκίνησε ένα άλλο, ίσως μεγαλύτερο και σίγουρα πιο επώδυνο και ενδιαφέρον, το ταξίδι της ενήλικης ζωής της… Ένα ταξίδι που τελείωσε το Δεκέμβρη του 1999 στην Στοκχόλμη, όταν έχασε την τελευταία της μάχη, αυτή με τον καρκίνο. Μεταξύ άλλων, οι εφημερίδες της εποχής ανέφεραν…
…
Η Κόρβιν-Κρουκόφσκι, γνωστή στους καλλιτεχνικούς κύκλους απλώς με το μικρό της όνομα «Ζόγια», ήταν το τελευταίο εν ζωή γνωστό πρόσωπο από την Αυλή των Ρομανόφ. Γεννημένη στην Αγία Πετρούπολη το 1903 από πλούσιους γονείς, μεγάλωσε παίζοντας με πρίγκιπες και πριγκίπισσες.
…
Η Ζόγια σπούδασε κοντά σε αρκετούς και σημαντικούς δασκάλους, μεταξύ των οποίων ο αφηρημένος εξπρεσιονιστής Βασίλι Καντίνσκι και ο Γιαπωνέζος αριστοτέχνης Τσουγκουχάρου Φοουτζίτα.
…
Ο Φοουτζίτα δίδαξε στη Ζόγια την τέχνη της ζωγραφικής πάνω σε πολύτιμα μέταλλα: αυτή ήταν η αρχή ενός εκπληκτικού και ταυτόχρονα αινιγματικού καλλιτεχνικού ταξιδιού, στην πορεία του οποίου η Ζόγια πάσχισε να παντρέψει εξπρεσιονιστικές και χρωματικές ευαισθησίες μ’ ένα βαθύ και διαρκές πάθος για τις καλλιτεχνικές παραδόσεις της Ρωσίας -παραδόσεις που κινδυνεύουν να εξαφανιστούν στην πατρίδα της.
…
Η ιδιωτική ζωή της Ζόγιας ήταν αινιγματική και μυστυριώδης, όπως και το έργο της.
…
Την αληθινή ιστορία αυτής της γυναίκας, αυτής της ζωγράφου, μας παρουσιάζει με μυθιστορηματικό τρόπο ο Φίλιπ Σίνγκτον στο «Το χρυσάφι της Ζόγιας», που κυκλοφόρησε τον Μάη του 2006 από τις εκδόσεις Ωκεανίδα, σε μετάφραση της Μαρίας Αγγελίδου. Τα βήματα της, καλλιτεχνικά και μη, που την οδήγησαν από την Αγία Πετρούπολη στην επαναστατημένη Μόσχα, στη παγωμένη Στοκχόλμη, στο ρομαντικό Παρίσι, στην μαγευτική Τυνησία και… θα τα μάθετε-ζήσετε όλα όταν διαβάσετε το βιβλίο!
Αυτό που με γοήτευσε στο μυθιστόρημα του Σίνγκτον, είναι ότι έχει πλέξει -με περισσή αναμφιβόλως μαεστρία- τα αληθινά βιογραφικά στοιχεία της ηρωίδας του, με μια ιστορία που εξελίσσεται στο παρόν. Ο πρωταγωνιστής αυτής της ιστορίας ο Μάρκους Έλιοτ -ένας αποτυχημένος έμπορος τέχνης που έχει αναλάβει να ερευνήσει το αρχείο των επιστολών της Ζόγια με σκοπό να διανθίσει τον κατάλογο μιας έκθεσης έργων της- είναι και ο φορέας των λεπτομερειών της ζωής και του έργου της Ρωσίδας καλλιτέχνιδος.
Το ενδιαφέρον κατά την διάρκεια της ανάγνωσης παραμένει αμείωτο, καθώς εκείνη ρέει με ρυθμούς γοργούς προσθέτοντας σασπένς στα συναισθήματα του αναγνώστη. Η γλώσσα όμορφη, λογοτεχνική και γοητευτική. Οι δε χαρακτήρες -αληθινοί και φανταστικοί- θα σας “υποχρεώσουν” να ζήσετε το μυθιστόρημα του Βρετανού συγγραφέα και όχι απλά να το διαβάσετε. Είναι πραγματικά εκπληκτικό το πως η βιογραφία ενός ανθρώπου -που συνήθως είναι στεγνές πληροφορίες- μπορεί να μετατραπεί σε ένα καταπληκτικό μυθιστόρημα. Το συγγραφικό ταλέντο σε όλο του το μεγαλείο. Διαβάστε το και θα με θυμηθείτε.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου μεταφέρουμε:
Η αληθινή ιστορία μιας αινιγματικής Ρωσίδας ζωγράφου που πέθανε στη Σουηδία το 1999. Η Μαντάμ Ζόγια, το τελευταίο γνωστό πρόσωπο από την Αυλή των Ρομανόφ, ζωγράφιζε πάνω σε χρυσό και ζούσε κλεισμένη σ’ ένα σπίτι γεμάτο πίνακες, προσωπικά χαρτιά και μυστήριο.
Ο Μάρκους Έλιοτ, που πρόκειται να γράψει τον Κατάλογο για την πώληση των έργων της, διαισθάνεται πως κάτι δεν πάει καλά. Η επίχρυση γαλήνη των πινάκων της Ζόγιας δεν αντανακλά τίποτα από την παθιασμένη ζωή της: τη δραματική απόδραση από τις εφιαλτικές σοβιετικές φυλακές, το καλλιτεχνικό ταξίδι στο Παρίσι, όπου παραδόθηκε στις υπερβολές της μποέμικης ζωής και την απίστευτη ικανότητά της να σαγηνεύει ωραίους άντρες.
Φαίνεται πως η Ζόγια έκρυβε πολλά μυστικά, αλλά και ο Μάρκους διαθέτει κάτι που ίσως τα ξεκλειδώσει. Μοιραία, θα γίνει το τελευταίο θύμα της γοητείας της Ζόγιας, αλλά για να μπορέσει να συλλάβει την πολύτιμη αλήθεια πρέπει πρώτα να ξορκίσει τα δικά του φαντάσματα.