Τέσσερις μέρες βροχής στην πόλη της Νάπολης εν αναμονή ενός εκπληκτικοί γεγονότος
Μετάφραση Ε. Γιάννου
Εκδόσεις LOGGIA, 2020
Σελ. 189
«Από τον δρόμο η μοναξιά αποτραβιέται απαλά προς τη θάλασσα με τις ρημαγμένες βάρκες, με τα ξεφτισμένα φώτα και τα καράβια στο βάθος»
«…μια άτονη σιωπή, όχι, ήταν μια σιωπή λυπημένη και η βροχή να πέφτει, το νερό να πέφτει, να πέφτει ασταμάτητα και αυτό το θλιβερό γκρίζο του ουρανού, Χριστέ μου!, αυτό το αποκαρδιωτικό, αμετακίνητο γκρίζο… Μαύρη σκοτεινιά, ακίνητη, βουβή…»
Αφορμή για το βιβλίο στάθηκε ένα πραγματικό περιστατικό που ο Πουλιέτζε κάλυψε ως δημοσιογράφος: τον Σεπτέμβριο του 1969, ύστερα από μία νεροποντή, έπαθε καθίζηση η οδός Ανιέλο Φάλκονε στη Νάπολη και βρήκε τραγικό θάνατο ένας περαστικός. Το επεισόδιο άνοιξε μια μεγάλη συζήτηση για το ζήτημα των υποδομών στην πόλη της Νάπολης, έφτασε μέχρι τη Βουλή και προκάλεσε έντονη πολιτική αντιπαράθεση.
Στο «Σκοτεινό νερό» τα αφηγούμενα γεγονότα, χωρίς άλλο χρονικό προσδιορισμό, διαδραματίζονται μεταξύ της 23ης και 26ης Οκτωβρίου και ξεκινούν με την περιγραφή ενός παρόμοιου τραγικού περιστατικού: στην οδό Ανιέλο Φαλκόνε έπειτα από καθίζηση του δρόμου βρίσκουν τον θάνατο δύο άτομα, ενώ στην οδό Τάσο με την κατάρρευση πολυκατοικίας σκοτώνεται μία πενταμελής οικογένεια.
Ο συγγραφέας αφηγείται την ιστορία «τεσσάρων ημερών στην πόλη της Νάπολη εν αναμονή ενός εκπληκτικού γεγονότος». Θα έλεγε κανείς ότι οι πρωταγωνιστές στο μυθιστόρημα είναι τρεις: η ασταμάτητη βροχή, η πλημμυρισμένη Νάπολη και οι διαφορετικές ιστορίες των κατοίκων, οι οποίοι βιώνουν με τον δικό τους τρόπο τη νεροποντή. Ανάμεσά τους ο δημοσιογράφος Κάρλο Αντρεόλι, alter ego του συγγραφέα, παρακολουθεί τα γεγονότα λόγω του επαγγέλματός του, προσπαθεί να τα καταγράψει και, κυρίως, να τα ερμηνεύσει.
Όμως η αφήγηση του Πουλιέζε στρέφεται από τη δημοσιογραφική καταγραφή στη μεταφορική διάσταση. Η βροχή γίνεται γκρίζα, σχεδόν μεταφυσική οντότητα που θολώνει το βλέμμα και τις σκέψεις και στη διάρκεια αυτών των τεσσάρων ημερών συμβαίνουν περίεργα γεγονότα στα όρια του φανταστικού: ένα χάσμα, μια παράξενη κατάρρευση κτιρίου, μια θρηνητική βουή που είχε κατακλύσει την πόλη, μυστηριώδεις φωνές που ακούγονται από το άδειο φρούριο του Μάσκιο Αντζοΐνο και φτάνουν στην πόλη προκαλώντας τον φόβο, κέρματα των πέντε λιρετών που βγάζουν ήχο και παίζουν μουσική, η στάθμη της θάλασσας ανεβαίνει αιφνιδιαστικά, μυστηριώδεις κούκλες με μαύρα μαλλιά και φόρεμα με πράσινα, άσπρα και κίτρινα λουλούδια (τι αντιπροσωπεύουν αυτές οι κούκλες, ένα σημάδι θανάτου; τι ακριβώς;).
Όλα αυτά δημιουργούν την αίσθηση, το αίσθημα αγωνίας και της «αναμονής ενός εκπληκτικού γεγονότος», μέσα από μια γλώσσα γεμάτη ρυθμό και ζωντανές εικόνες.
Ένας εφιάλτης που δείχνει πως τίποτα δεν θα παραμείνει ίδιο ή μια παραίσθηση που θα διαλυθεί στο πρώτο φως του ήλιου… Ποια κατάληξη θα έχουν τα πράγματα; Όλοι στην πόλη περιμένουνε κάτι να συμβεί. Και αναπόφευκτα κάτι θα συμβεί. Πάνω από την πόλη πλανιόταν η σκοτεινή παρουσία και μαζί ο φόβος και το προαίσθημα: τώρα θα άλλαζε ίσως η προοπτική της ζωής, ναι, θα άλλαζε και θα ανατρεπόταν για πάντα.
Ποιος τολμάει να διαταράξει την ηρεμία του θανάτου; Το κακό προαίσθημα σκάβει, σκάβει ολοένα, και τα λύματα από τον υπόνομο ξεπηδούν. Τα απόνερα αναβρύζουν στην επιφάνεια Τι δυσοσμία αναδίνεται. Θα σταματούσε ποτέ η βροχή που πύκνωνε, πύκνωνε συνεχώς; Κι ακόμη αν δεχτούμε κάτι τέτοιο, τι στ’ αλήθεια θα συνέβαινε; Υπήρχε μόνο αυτή η γκρίζα παρουσία που ξεχαρβάλωνε τη σκέψη και αναστάτωνε το βλέμμα…
Η βροχή θα συνεχιζόταν ναι, θα συνεχιζόταν, ώσπου το συμβάν να εκδηλωθεί, ώσπου το ύστατο νόημα να γίνει σαφές και κρυστάλλινο ακόμη και στα πιο ανυπεράσπιστα και αδύναμα μυαλά. Σίγουρα ένα συνταρακτικό γεγονός θα συνέβαινε κάπου στην πόλη της Νάπολης. Το εκπληκτικό γεγονός θα συνέβαινε.
Η ζωή βρίσκεται στις περίπλοκες σκέψεις, στη βροχή που πέφτει, σε γραμμές που χαράζουν τον ουρανό, η ζωή βρίσκεται στο ζεστό ήλιο του Οκτωβρίου καθώς σχεδιάζει την τρυφεράδα πάνω σε κάθε φύλλο, αναδεικνύει στον κήπο τις πράσινες ίνες, αφήνει μια λευκή γραμμή στη γραμμή της θάλασσας. Θα παρέμενε ίδια η ζωή;
Το βιβλίο είναι περισσότερο μια αλληλουχία λεπτομερών περιγραφών, εσωτερικών μονολόγων, αφηγήσεων για τις συναισθηματικές διακυμάνσεις των ηρώων (τις προσδοκίες, τις αναμνήσεις, τις απογοητεύσεις, τις ελπίδες τους).
Η γλώσσα του Πουλιέζε είναι ρυθμική. Μεταχειρίζεται την ελαφρότητα του δημοσιογραφικού λόγου χωρίς πολλές φροντίδες και εκδηλώνει άφοβα τη συγγένειά του με την προφορική, καθημερινή γλώσσα. Δεν λείπουν οι ποιητικές και λυρικές εξάρσεις. Επιφυλάσσει έναν αλύπητο, αναρχικό σαρκασμό απέναντι στους ανθρώπους της εξουσίας, κεντρικής ή περιφερειακής, απηχώντας ίσως το έντονο πνεύμα αμφισβήτησης της εποχής.
Το «Σκοτεινό νερό» αποτελεί λόγω της δομής του μια σειρά από αλυσιδωτά διηγήματα, από δεκάδες ιστορίες που αφορούν μεμονωμένους κατοίκους της Νάπολης. Είναι ένα κολάζ διαφόρων τόπων και καταστάσεων. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι το βιβλίο μπορεί να περιοριστεί στον χαρακτηρισμό αυτό, αφού οι ιστορίες του συνδέονται μεταξύ τους μέσω της αμφιβολίας, της αγωνίας και της αναμονής ενός «εκπληκτικού γεγονότος». Θα λέγαμε ότι πρόκειται για ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα ή ένα αντι-μυθιστόρημα με έντονα πρωτότυπες γλωσσικές και υφολογικές επιλογές, με λογοτεχνικές επιλογές, ακολουθώντας την πορεία των μεγάλων συγγραφέων της ευρωπαϊκής παράδοσης του εικοστού αιώνα (Κάφκα, Τζόις, Μούζιλ κ.α.) αλλά και τα χνάρια Ιταλών συγγραφέων της εποχής του (Γκάντα, Ντ’ Αρίγκο, Λα Κάπρια).
Το «Σκοτεινό νερό» είναι ένα μυθιστόρημα που ιντριγκάρει και με την εκδοτική του τύχη: ο Ίταλο Καλβίνο το προτείνει στις περίφημες εκδόσεις Einaudi και υποδεικνύει στον πρωτοεμφανιζόμενο συγγραφέα διορθώσεις που εκείνος δέχεται. Όταν όμως ο Καλβίνο επανέρχεται με νέες, ο Πουλιέζε αντιδρά: ή έτσι ή τίποτε. Το 1978 εντάσσεται σε εκδοτική σειρά δίπλα στα βιβλία του Μπόρχες και του Χέμινγουεϊ, αλλά ο Πουλιέζε αρνείται την επανέκδοσή του.
Για δεκαετίες το «Σκοτεινό νερό» κυκλοφορούσε σχεδόν αποκλειστικά σε φωτοαντίγραφα. Μετά τον θάνατο του Πουλιέζε το 2012 το μοναδικό μυθιστόρημα του συγγραφέα ζει μια δεύτερη ζωή, μεταφρασμένο ήδη στα αγγλικά, στα γερμανικά, στα γαλλικά και σύντομα στα ρουμανικά και στα φιλανδικά.
Οι εκδόσεις LOGGIA συστήνουν συγγραφείς που εμφανίζονται για πρώτη φορά στα ελληνικά γράμματα. Είναι η πρώτη εμφάνιση των εκδόσεων στα ελληνικά γράμματα. Διαβάστε το.
Ο Νικόλα Πουλιέζε (1944-2012) γεννήθηκε στο Μιλάνο, αλλά έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη Νάπολη εργαζόμενος ως δημοσιογράφος. Το 1977 το μυθιστόρημά του Σκοτεινό νερό εκδόθηκε στον περίφημο εκδοτικό οίκο Einaudi, κατόπιν εισήγησης του Ίταλο Καλβίνο. Αν και σημείωσε μεγάλη επιτυχία, δεν αναδημοσιεύθηκε, από επιλογή του συγγραφέα. Τη δεκαετία του ’80 ο Πουλιέζε εγκατέλειψε τη Νάπολη και αποσύρθηκε στην επαρχία του Αβελίνο.
Η Ευαγγελία Γιάννου γεννήθηκε το 1974 και σπούδασε Ιταλική Φιλολογία στο Α.Π.Θ., με διδακτορικό τίτλο στην ιταλική λογοτεχνία του 20ού αιώνα. Για πολλά χρόνια εργάστηκε στον εκδοτικό οίκο «Σύγχρονοι Ορίζοντες». Παράλληλα μετέφρασε λογοτεχνία για τα περιοδικά Το Δέντρο, Πόρφυρας και Φρέαρ. Ζει και εργάζεται στις Βρυξέλλες.
Τραχανάς Κώστας