Εκδόσεις Το Ανώνυμο Βιβλίο, 2016
Σελ. 239
Μπαλκόνι στον κόσμο συνιστά αυτό το βιβλίο. Δημιουργική καταφυγή σε εποχές κρίσης και παρακμής σαν την σημερινή. Ένα ταξίδι στον μαγικό κόσμο των θρύλων, των παραμυθιών, των δημοτικών τραγουδιών, της δημοτικής ποίησης και των παραλογών, έναν κόσμο που είναι ακόμα ζωντανός ο απόηχος αιώνων προφορικής παράδοσης. Ποιος είπε ότι οι ενήλικες δεν έχουν ανάγκη τους μύθους, τις παραλογές και τα παραμύθια;
Ο άνθρωπος φαίνεται πως είναι το μοναδικό έμβιο πλάσμα πάνω στον πλανήτη που έχει τη διαχρονική ανάγκη να ακούει, να επινοεί και να διηγείται ιστορίες. Η ακρόαση και η αφήγηση ιστοριών, μύθων και παραλογών αποτελούν την απαραίτητη προπαίδεια για τη σύναψη των κοινωνικών σχέσεων. Οι άνθρωποι ζούσαν μόνοι και έρημοι, μέχρι που ανακαλύψανε τα παραμύθια, τους μύθους και τα όνειρα. Η δημοτική ποίηση, η αφήγηση ιστοριών και μύθων είναι η βασική τέχνη ψυχαγωγίας του ανθρώπου από πάντα. Πριν ακόμα και από τον χορό στα ξέφωτα της ζούγκλας ή τη μουσική των πρωτόγονων τυμπάνων. Πρωταρχικό καθήκον των ιστοριών, των παραμυθιών, των μύθων και των παραλογών δεν είναι να μορφώνει και να διδάσκει, αλλά να διασκεδάζει. Ιστορίες και μύθους θέλουν να ακούν οι άνθρωποι και τώρα, όπως και πάντοτε, ιστορίες που να λέγονται και να γράφονται με τέτοιον τρόπο ώστε να μοιάζουν αληθινές. Η φαντασία πρέπει να «ανακαλύπτει» την πραγματικότητα. Αλλά αυτή η επινοημένη πραγματικότητα θα δίνεται τόσο πειστικά ώστε να κινητοποιεί τη φαντασία του ακροατή ή του αναγνώστη. Τα παραμύθια, οι θρύλοι και τα όνειρα δεν ξεθωριάζουν, ούτε χάνονται…
Κάποιος είπε ότι «αν θέλεις να φτάσεις στην πατρίδα σου, πρέπει να πας και να μιλήσεις με τους νεκρούς». Οι νεκροί είναι ακριβώς η γλώσσα του παραμυθιού και της παραλογής, γεμάτη ρυθμό και τραγούδι. Αυτό που κάνουν οι μύθοι, οι παραλογές και τα παραμύθια είναι να μας συνδέουν με τη συλλογική μνήμη σε μια εποχή εντελώς αντιποιητική, όπου τα όνειρα και η φαντασία αποτελούν πολυτέλεια…
Οι περιοχές της ποιητικής έμπνευσης του δημοτικού τραγουδιού είναι ο άνθρωπος και η φύση, που αποτελούν τις δυο βασικές πηγές από όπου το δημοτικό τραγούδι αντλεί τα θέματα και την εικονοποιία του. Ανάμεσα στις δύο αυτές πηγές ο άνθρωπος παραμένει πάντοτε το αποκλειστικό αντικείμενο του δημοτικού τραγουδιού, ενώ η φύση αντιπροσωπεύει το τυπικό περιβάλλον του ανθρώπου, με το οποίο τον συνδέει μια στενή και οργανική σχέση. Αυτή η σχέση εκφράζεται με την εμψύχωση και την προσωποποίηση των στοιχείων του φυσικού κόσμου που εμφανίζονται να περιβάλλουν με οικειότητα τον άνθρωπο, να βρίσκονται σε μια διαρκή ανταπόκριση μαζί του, να του συμπαραστέκονται στις περιπέτειες και να συμπάσχουν στις δυστυχίες του. Δηλαδή συναντάμε τον εξανθρωπισμό της φύσης και τη φυσικοποίηση του ανθρώπου. Με το δημοτικό τραγούδι εκδηλώνονται τα συναισθήματα του λαού, οι καημοί, οι υπαρξιακές αγωνίες και οι πόθοι επίσης η αγάπη και η νοσταλγία για τα πρόσωπα που πέθαναν οδηγεί τη λαϊκή φαντασία στην επαφή των ζωντανών και των νεκρών. Αυτή η μεταφυσική επικοινωνία πραγματοποιείται με τα δημοτικά τραγούδια, την δημοτική ποίηση, τους μύθους, τα μαγικο-λατρευτικά έθιμα, τα μοιρολόγια και τις παραλογές. Οι παραλογές πλέκονται γύρω από ακραίους μύθους συνδυάζοντας περίτεχνα το λογικό και πραγματικό με το φανταστικό, το αλλόκοτο ή το παράλογο. Επομένως, συχνά οι ιστορίες τους περνούν στον χώρο του μεταφυσικού, ανοίγοντας διαύλους επικοινωνίας με τον Κάτω Κόσμο, έτσι ώστε να πραγματοποιηθεί η προσέγγιση ζωντανών και νεκρών. Αυτή η μεταφυσική διάσταση αποτελεί τον κεντρικό άξονα αυτού του βιβλίου της Έφης Ντασκαγιάννη.
Το βιβλίο «Παραλογές και μεταφυσικό στοιχείο, η επιρροή τους στη λογοτεχνία» αποτελείται από τρία Μέρη, το Α Μέρος περιλαμβάνει το δημοτικό τραγούδι και την παραλογή, το Β Μέρος περιέχει το μεταφυσικό στοιχείο στην παραλογή και στο Γ Μέρος περιέχει τη σχέση παραλογής και λογοτεχνίας.
Οι παραλογές, πολύστιχα αφηγηματικά τραγούδια, αναπτύσσουν έναν μύθο με αρχή, δέσιμο του μύθου -σταδιακή εξέλιξη και κορύφωση- λύση, ενώ ακολουθούν τη γενική τεχνοτροπία των δημοτικών τραγουδιών. Οι υποθέσεις των παραλογών στρέφονται γύρω από μύθους, παραδόσεις, δραματικά κοινωνικά περιστατικά ή είναι αποτέλεσμα μυθοπλασίας. Επίσης ενυπάρχουν στοιχεία εξωλογικά και μεταφυσικά, όπως η συνομιλία με ζώα ή στοιχεία της φύσης, η επικοινωνία με τους νεκρούς κ.λ.π. Μέσω του ποιητικού λόγου των παραλογών και της αισθητικής απόλαυσης που αυτός συνεπάγεται, βγαίνουν στην επιφάνεια, κοινοποιούνται στην ομάδα και βιώνονται από κοινού ενδόμυχοι φόβοι, άγχη, ενοχές και συγκρούσεις, με ευεργετικά αποτελέσματα για την ψυχική ισορροπία των ατόμων: το κακό ξορκίζεται, οι εντάσεις εκτονώνονται, το υποσυνείδητο χαλαρώνει, η ψυχή έστω και προσωρινά λυτρώνεται. Ο χαρακτηριστικός στίχος της παραλογής είναι ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος χωρίς ομοιοκαταληξία.
Η μεταφυσική αναφέρεται σε έναν υπερβατικό κόσμο, έναν κόσμο ο οποίος υπερβαίνει τα όρια της εμπειρίας και δεν μπορεί να γίνει αντιληπτός με την παρατήρηση και το πείραμα. Το μεταφυσικό ενδιαφέρον του ανθρώπου προσανατολίζεται κυρίως προς τον θάνατο. Οι δυο πόλοι της μεταφυσικής φιλοσοφίας είναι ο Θεός και η Ψυχή. Όμως τα μεταφυσικά δημοτικά τραγούδια και οι παραλογές δεν αναφέρονται ούτε στον Θεό ούτε στην ψυχή, αλλά στρέφονται στον Χάρο (προσωποποίηση του θανάτου) και στον άνθρωπο. Η αδιόρατη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον Κάτω και Πάνω Κόσμο, αυτό το ασαφές όριο ανάμεσα στον θάνατο και στη ζωή συχνά καταργείται στα δημοτικά τραγούδια, έτσι ώστε να πραγματοποιηθεί, με τη βοήθεια της δημιουργικής φαντασίας του λαού, η πολυπόθητη επαφή μεταξύ αγαπημένων, συνήθως, προσώπων, μεταξύ νεκρών και ζωντανών. Αυτή η επαφή με το μεταφυσικό στοιχείο εκδηλώνεται στην παραλογή τόσο στον ελλαδικό όσο και στον βαλκανικό χώρο (οι παραλογές στους ευρωπαϊκούς λαούς είναι γνωστές με το όνομα μπαλάντες), με τα ακόλουθα επιμέρους χαρακτηριστικά: το ανακάλεμα των νεκρών, οι ψυχοπομποί, τα νεκρικά σημάδια, το στοίχειωμα, η αντίδραση της φύσης απέναντι στο παράδοξο της συνεύρεσης νεκρών και ζωντανών, η μεταμόρφωση (συνήθως σε πουλί ή δέντρο) και η κάθαρση. Ο άνθρωπος στη δημοτική ποίηση, αντιμαχόμενος τον θάνατο, προασπίζεται με ιδιαίτερη γενναιότητα το αγαθό της ζωής, ενώ παράλληλα διατρανώνει ότι οι δίοδοι επικοινωνίας με τα αγαπημένα πρόσωπα δεν διακόπτεται με τον θάνατο. Αυτή η επικοινωνία αναμφίβολα ξενίζει, αλαφιάζει, προκαλεί δέος, ρίγος, φρίκη και την αίσθηση του ανοίκειου, του αλλόκοτου, του απόκοσμου, του φαντάσματος.
Οι υπό μελέτη παραλογές σε αυτό το βιβλίο είναι: Ο Γιάννος και η Μαρουδιώ, Το τραγούδι Του νεκρού αδελφού (βαλκανικές παραλογές με βάση Του νεκρού αδελφού π.χ. «Ποιος έφερε την Ντορουντίν» του Αλβανού Ι. Κανταρέ), Του γιοφυριού της Άρτας, Φωνή νεκρού από το μνήμα, Η Ευγενούλα, Το τραγούδι του Ζάχου, Η μάνα φόνισσα, Η λυγερή στον Άδη. Το βιβλίο τελειώνει με τη μεταφυσική φαντασία της παραλογής «Του νεκρού αδελφού» να συναντά τη λογοτεχνία.
Σήμερα που έχουμε κρίση, κρίση πνευματικής έλλειψης, που ξεχάσαμε τις ρίζες μας, τους γονείς, τους προγόνους, τη γλώσσα μας, που έχουν όλα ισοπεδωθεί: η οικογένεια, οι προσωπικές σχέσεις, οι θρύλοι, ο προφορικός λόγος, οι λαϊκές αφηγήσεις, τα παραμύθια, οι δοξασίες, η παράδοση, η παραλογή, η θρησκεία, η πολιτεία και που ο άνθρωπος είναι περισσότερο μόνος από ποτέ, η Έφη Ντασκαγιάννη παίρνει συναισθήματα, εικόνες, μύθους, θρύλους, χρώματα, μουσική, όνειρα, φόβους, υπαρξιακές αγωνίες, άγγελους, μάγισσες, δράκους, ξωτικά, φαντάσματα, νεραϊδοπαρμένες και νεκρούς που ανασταίνονται, παλιές ιστορίες που στοιχειώνουν το μυαλό των ανθρώπων, ιστορίες με υπερβολές και ψέματα, με θρύλους και δοξασίες, με στοιχεία αλλόκοτα και υπερφυσικά, πολιτισμικές αξίες, φαντασιακά στοιχεία, κόσμους παράξενους και παράλογους και τα μεταβάλλει σε μύθους, δημοτικά τραγούδια, δημοτική ποίηση, παράδοση, αρχαίες τελετουργίες και παραλογές. Αλλά περισσότερο από όλα μέσω του δημοτικού τραγουδιού, του μύθου και της παραλογής, καταθέτει τη φιλοσοφία της ζωής και του θανάτου. Αντιμετωπίζει η συγγραφέας με την ίδια ανάλαφρη θυμόσοφη διάθεση και τη ζωή και τον θάνατο.
Παράδοση δεν είναι για την Έφη Ντασκαγιάννη μια κούφια λέξη, μια στείρα παρελθοντολογία για ξεπερασμένες μορφές ζωής. Δεν αναζητά προγονικά λείψανα σε άδειους τάφους. Παράδοση για αυτήν είναι η αγέραστη ρίζα της φυλής, που κράτησε αγέρωχο τον κορμό της εθνικής συνείδησης, σε καιρούς σκληρής δοκιμασίας. Παράδοση είναι η πραγματική φωνή του λαού που επιβίωσε στο μάκρος του χρόνου κι έφτασε ως εμάς. Είναι το σύνολο της λαϊκής δημιουργίας που ονομάζουμε λαϊκό πολιτισμό. Ο Κόντογλου έλεγε πως «Οι παλιοί θαλασσινοί, για να βρίσκουν στα ψαχτά το δρόμο τους, ακολουθούσαν τ’ άστρο της τραμουντάνας και οι λαοί για να ξέρουν που πηγαίνουν έχουν τις παραδόσεις». Ο λαός που έχασε την παράδοση του μοιάζει με τον άνθρωπο που έχασε τη μνήμη του. Παράδοση είναι τα έθιμά μας, οι μύθοι μας, τα παραμύθια μας, τα δημοτικά μας τραγούδια, η δημοτική ποίηση, οι παραλογές, οι λαϊκοί χοροί, τα γνωμικά, οι παροιμίες, οι αρχιτεκτονικές κατασκευές, τα πανηγύρια, τα μοιρολόγια κ.α.
Κείμενα λογοτεχνικά σμιλεμένα με ιδιαίτερη χάρη, ιστορικές αναφορές και μύθοι αποτυπωμένοι με σοβαρότητα, λιτή και ακαριαία γραφή, ίδιον του λαϊκού λόγου, ενώ δροσερές αύρες από τις πηγές του Παπαδιαμάντη, του Βιζυηνού και του Κονδυλάκη χρωματίζουν τον λόγο της συγγραφέως.
Ωδίνες μακρόσυρτες, μελωδικές, ξεγεννούν λέξεις παλιές, γιαγιαδίστικες, ρέουν όπως το γάργαρο νεράκι από τις πηγές των ψηλών βουνών και κυλούν με τρυφεράδα, σαν νανούρισμα, ανασταίνοντας παραμύθια και παραλογές με νεκρούς, νεράιδες και ξωτικά, αερικά και φαντάσματα, τελώνια και λαϊκές φαντασίες, που μας στοιχειώνουν. Λίγες λέξεις, κόσμοι ολόκληροι. Σκέψεις χρήσιμες για τη διάσωση του λαϊκού πολιτισμού, της εθνικής μας μνήμης και της εθνικής μας αυτοσυνειδησίας.
Το βιβλίο αυτό είναι ένα ταξίδι «γεμάτο περιπέτειες, γεμάτο γνώσεις». Διαβάζει ο αναγνώστης πίσω από τις λέξεις και ανάμεσα στις γραμμές του κειμένου προκειμένου να ερμηνεύσει νοήματα και σημασίες και να αναδείξει τα φανερά και λανθάνοντα μηνύματα της συγγραφέως. Στην εξαιρετική αυτή μελέτη συμβάλλει και το ιδιαίτερο ύφος της συγγραφέως, στο οποίο διαφαίνεται η συνύπαρξη του ευαίσθητου αναγνώστη της λογοτεχνίας με τον αυστηρό μελετητή της δημοτικής λαογραφίας.
Ένα δημοτικομουσικό βιβλίο με πλούσιο υλικό από μύθους, παραδοσιακές ιστορίες και παραλογές της πατρίδας μας. Ένα βιβλίο ανεκτίμητης αξίας, που δεν πρέπει να λείψει από την βιβλιοθήκη κανενός φιλομαθή συμπατριώτη μας, που σέβεται πραγματικά τις αξίες και τον πολιτισμό μας.
Έφη Ντασκαγιάννη, μια πολιτισμική ερευνήτρια, που επιτυγχάνει να εμπλουτίζει τη γνώση αλλά και την πολιτιστική μας κληρονομιά φέροντας στο φως ανέκδοτα κείμενα. Η Έφη Ντασκαγιάννη κερνάει τον καλό αναγνώστη αυτό τον εύγεστο τόμο, του οποίου η ανάγνωση είναι μελίρρυτος. Η Έφη Ντασκαγιάννη γεννήθηκε στην Άρτα. Αποφοίτησε από τη σχολή Μηχανολόγων του ΕΜΠ. Την κέρδισε όμως η αγάπη της για τις ξένες γλώσσες, τη λογοτεχνία και τα ταξίδια, έτσι σπούδασε επίσης Αγγλική Φιλολογία, ενώ παράλληλα άρχισε να εργάζεται ως τουριστική συνοδός/ξεναγός ταξιδεύοντας μαζί με ομάδες τουριστών σε διάφορες χώρες του εξωτερικού. Επισκέφθηκε πολλές χώρες και στις πέντε ηπείρους. Αργότερα διορίστηκε στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση ως καθηγήτρια αγγλικών, και το 2014 ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό «Δημιουργική Γραφή» στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας. Σήμερα ζει και εργάζεται στο Ναύπλιο, όπου πρόσφατα έγινε δεκτή ως υποψήφια διδάκτωρ στο Τμήμα Σπουδών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.