Νουβέλα
Εκδόσεις Εστία, 2020
Σελ. 101
– Τι έλεγαν αυτές οι επιστολές θείε;
– Ανιψιέ, όταν έρθει ημέρα που ξέρεις, θα σου πω.
– Όταν έρθει η μέρα που ξέρω; Τι θέλεις να πεις;
– Τίποτε δεν θέλω να πω, απλώς όταν έρθει η μέρα που ξέρεις ότι θα μπορείς να καταλάβεις τι γράφουν…
…όταν φτάσει η μέρα που ξέρει, τότε θα πω στον ανιψιό μου: – Ανιψιέ με διέλυσες. Δώσε μου τώρα πίσω την Γκρέις Κέλλυ των παιδικών μου χρόνων. Δώσε μου πίσω τα κιάλια με τον παραμορφωτικό καθρέφτη της αφέλειάς μου
Βούλα, 1968.
«Κίτρινη εσάρπα»:
Ένας έφηβος μια αυγουστιάτικη νύχτα που παρατηρούσε αεροπλάνα να πετούν στον ουρανό με τα κιάλια του, έστρεψε απότομα, χωρίς λόγο, τα κιάλια σε μια ερειπωμένη μονοκατοικία και αντίκρισε μια μοιραία γυναίκα με κίτρινη εσάρπα -ίδια η Γκρέις Κέλλυ ήταν- που τον καταγοήτευσε. Ήταν ένα θείο γυναικείο κορμί, ένα γυμνό σώμα με τέλειες αναλογίες, τυλιγμένο σε ένα κίτρινο αραχνοΰφαντο πέπλο. Mια ξανθιά χυμώδης γυναίκα, σαν τη Σαλώμη πριν ρίξει το τελευταίο της πέπλο, μια θεά-αοιδός με εκείνο το περίεργο γαλλικό αξάν και κάποιος που τη σιγοντάριζε στο τραγούδι της. Ήταν τόσο εκθαμβωτικό το θέαμα. Μέχρι τότε δεν είχε δει ποτέ γυμνή γυναίκα. Έπειτα άκουσε ένα ζευγάρι να μαλώνει, αντικείμενα να σπάνε και τη σκιά ενός άνδρα να βγαίνει άρον άρον από το σπίτι, που το σκέπαζε πλέον μια ύποπτη νέκρα και απόλυτο σκοτάδι. Μυστήρια πράγματα.
Αν έγινε ποτέ δολοφονία εκείνο το βράδυ δεν μπόρεσε ο νεαρός να βρει λύση του μυστηρίου. Για πολλά χρόνια ήταν πεπεισμένος πως υπήρξε τότε ένας σιωπηλός «αυτόπτης μάρτυς», ο μοναδικός, ίσως, μιας σκοτεινής κι ανεξιχνίαστης υπόθεσης, το πιθανότερο, ενός μυστηριώδους εγκλήματος.
Μήπως όμως έφταιγαν οι περιπετειώδεις φαντασιώσεις του; Μήπως ήταν αποκύημα μιας αρρωστημένης ή καλπάζουσας εφηβικής φαντασίας; Μήπως ήταν η ανολοκλήρωτη διάπλασή του, το εύθραυστο του χαρακτήρα του και οι συγκινησιακές εκπλήξεις που δοκιμάζουν, απρόσμενα, τις ευαισθησίες του; Μήπως επηρεάστηκε από την ταινία του Χίτσοκ «Σιωπηλός μάρτυρας» ή από τα βιβλία του Γιάννη Μαρή και του Ντάσιετ Χάμμετ;
Η συνέχεια της ιστορίας της «Κίτρινης εσάρπας» γίνεται από τον άλλο συγγραφέα τον Άγη Πετάλα, προσδίδοντας, μέσα από μια σειρά επιστολών μεταξύ δύο γυναικών, μιαν άλλη, ανατρεπτική διάσταση του αρχικού αφηγήματος. Το εύρημα ήταν το εξής: Το 1988, ο «ανιψιός», ο συγγραφέας του επιστολικού αφηγήματος, είναι εκείνος που αποκαλύπτει στον «θείο», δηλαδή τον αρχικό αφηγητή, τα πραγματικά δεδομένα της ιστορίας που εκτυλίχτηκε το μακρινό καλοκαίρι του 1968.
Πρόκειται για μια πρωτότυπη, κοινοπρακτική, αρθρωτή νουβέλα ενηλικίωσης, έναν συγγραφικό παιγνιώδη διάλογο, ανάμεσα σε δύο συγγραφείς, όπου διασταυρώνονται, με τις συγκλίσεις και τις αποκλίσεις τους, οι βιωματικές αποτυπώσεις της παιδικότητας αφηγηματικών υποκειμένων διαφορετικής ηλικίας. Μουσική γέφυρα των δύο εποχών και των κειμένων είναι το τραγούδι του Τόνυ Πινέλλι «Quantoarrivera».
Προσεκτικά επιλεγμένο λεξιλόγιο και κοφτή ρυθμική διατύπωση, από τους δύο συγγραφείς και στα τέσσερα κείμενα μικρής έκτασης με υπόγειες διασυνδέσεις, αλλά μεγάλης εσωτερικής έντασης.
Το παρελθόν ρίχνει το κίτρινο αρρωστημένο φως στο παρόν, μπαγιάτικες αστυνομικές ιστορίες κατρακυλούν στη ροή της υπόθεσης, μπερδεμένες σκέψεις, μυστήρια πράγματα, φαντασιώσεις θολές και αδιευκρίνιστες δολοφονίες συνοδεύουν την πραγματικότητα.
Ο αφηγητής υψώνεται πάνω από το μυθοπλαστικό εγχείρημα, αντικρίζοντάς το εποπτικά. Υπερευαίσθητος αφηγητής σε χρώματα, εικόνες και μυρωδιές, που αναδεύουν τη μνήμη του, αδυνατεί να γευτεί τη ζωή και να διασχίσει την απόσταση, που τον χωρίζει από τον «άλλο», που βρίσκεται σε αρκετή απόσταση, ακόμα και αν παρεμβάλλονται μόνο οι φακοί από τα κιάλια…
Καλή ανάγνωση.
Ο Κώστας Θ. Καλφόπουλος γεννήθηκε στον Πειραιά. Σπούδασε Κοινωνιολογία, Ιστορία και Πολιτική στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Είναι τακτικός συνεργάτης της εφημερίδας “Η Καθημερινή” σε θέματα πολιτισμού και ανταποκριτής γερμανόφωνων ΜΜΕ. Παράλληλα, ασχολείται με την επιμέλεια στον χώρο των εκδόσεων. Στον τομέα των ενδιαφερόντων του συμπεριλαμβάνονται η λογοτεχνία, το ποδόσφαιρο, οι νεανικές κουλτούρες και, βέβαια, το φλίπερ. Έχει εκδώσει δύο αστυνομικές νουβέλες και μία συλλογή διηγημάτων. Έργα του: “Στην εποχή της περιπλάνησης. Κείμενα στην Εποχή 1996-2000 (Αθήνα: Αλεξάνδρεια, 2000) • “Η ποιοτική παράδοση στις κοινωνικές επιστήμες” (επιμέλεια-εισαγωγή) (Αθήνα: νήσος, 2003) • “Georg Simmel. Περιπλάνηση στη νεωτερικότητα: Κοινωνιολογικά, φιλοσοφικά, αισθητικά κείμενα (επιμέλεια από κοινού με τον Σπύρο Γάγγα), (Αθήνα: Αλεξάνδρεια, 2004) • “Far from RAF 30 χρόνια από το “γερμανικό φθινόπωρο” (Αθήνα: Εναλλακτικές εκδόσεις, 2007) • “Καφέ Λούκατς-BudapestNoir” (Αθήνα: Άγρα, 2008) • “Καρρέ-καρρέ και άλλα διηγήματα” (Αθήνα: Άγρα, 2013) • “18 κείμενα για τον Γιάννη Μαρή” (επιμέλεια, εισαγωγή, κείμενο) (Αθήνα: Πατάκης, 2016) • “Φλίππερ” (Αθήνα: Gramma, 2016).
Ο Άγης Πετάλας γεννήθηκε το 1978 στην Αθήνα. Σπούδασε νομικά και εργάζεται ως δικηγόρος. Διηγήματα και άλλα κείμενά του έχουν κατά καιρούς δημοσιευτεί στα περιοδικά “Νέα Εστία” και “Λεύγα”, “Unfollow”, “Kaboom”. Πρώτο του βιβλίο η συλλογή διηγημάτων “Η δύναμη του κυρίου Δ*”.
Τραχανάς Κώστας