Διηγήματα
Εκδόσεις Παράξενες Μέρες, 2016
Σελ. 109
Η γυναίκα του Λωτ γύρισε και κοίταξε πίσω την ώρα της μεγάλης φυγής, πληρώνοντας την ανυπακοή της στο Θεό και στον Λωτ, ενώ το μόνο που θέλησε ήταν να κρατήσει κάτι από τη μνήμη της προγενέστερης ζωής της. Τιμωρήθηκε κι έγινε στήλη άλατος, για το ελάχιστο αυτό νεύμα, προς το παρελθόν της.
Η Βεροιώτισσα Σοφία Καλογερίδου στις ιστορίες της συλλογής της «Ο Τσονγκλασέ απ’ το πρωί ψάχνει μαλλιά», γεννάει μνήμες, μνήμες της προγενέστερης ζωής της, αυτοβιογραφικά της στοιχεία, ξεθυμασμένες αναμνήσεις, προσωπικές εμπειρίες και ντοκουμέντα, σιωπές και εξομολογήσεις, ιστορίες συγγενών της, λυτρωτικές ιστορίες απλών και καθημερινών ανθρώπων της γενέθλιας γη της, εσωτερικές διαδρομές, διάφορες οπτικές γωνίες, καταβύθιση στο χρόνο, μικρή και μεγάλη ιστορία, ιστορία και μυθοπλασία, μνήμη και λήθη, μια σειρά οπισθοδρομήσεις, ιστορίες παλιές και νέες, πραγματικές και φανταστικές, ιστορικά γεγονότα, μνήμες της Μακεδονικής γης, της Βέροιας και του Μετόχι Προδρόμου της Ημαθίας.
Μια καταβύθιση στις σκοτεινές και φωτεινές πλευρές της πόλης της, του χωριού της και των ανθρώπων της. Προνομιακές οι θέσεις της οξυδερκούς συγγραφέως, Σοφίας Καλογερίδου, που στο μερικό βλέπει το σύνολο, στο κομμάτι το όλο. Επιχειρεί να παίξει με μνήμες επίμονες και λυτρωτικές, είναι ένας νυγμός για το θλιβερό παρελθόν και το αγριεμένο σήμερα, χωρίς να τιμωρηθεί και να γίνει στήλη άλατος, αλλά να επιβραβευτεί από τους απαιτητικούς αναγνώστες της καλής λογοτεχνίας, διότι «χύνει» στους κοχλίες των αυτιών των αναγνωστών, όχι μόνο την προσωπική και οικογενειακή της ιστορία, αλλά και την ιστορία της Βέροιας. Αυτός είναι ο ιδανικός τρόπος για να μπορέσει κανείς να δώσει σάρκα και οστά σε μια πόλη, και αυτό το πετυχαίνει με τρόπο μνημειώδη η ίδια η συγγραφέας. Αυτό δίνει απάντηση σε όσους αναρωτιούνται αν μπορεί μια πόλη ή ένα χωριό να βιογραφηθεί, όπως μια προσωπικότητα.
Μια βιογραφία πόλης και μια αυτοβιογραφία, που αντί να αναμασήσει με γλυκερά αισθήματα το απώτατο παρελθόν, επιτρέποντας στη νοσταλγία να σαρώσει το πεδίο, προτιμά να ζωγραφίσει με λαμπερά χρώματα την ιστορική, κοινωνική και πολιτική σκευή του. Με λαμπερά χρώματα, αλλά μακριά από εξιδανικεύσεις και αγιοποιήσεις. Γιατί κανένας συγγραφέας και πολύ περισσότερο η Σοφία Καλογερίδου, δεν είναι ούτε παραγωγός ανακουφιστικών μύθων, ούτε αγιογράφος…
Μια εξωτερική πρόκληση θα αφυπνίσει τις κοιμισμένες διαθέσεις και αναμνήσεις της, όπως συμβαίνει με τα ηφαίστεια… Όμως η Σοφία Καλογερίδου θα βρεθεί μπροστά σε μικροϊστορίες και μεγαλοϊστορίες μεγάλης υπαρξιακής έντασης, σκηνές που αποκαλύπτουν σχεδόν ψιθυριστά, χωρίς τίποτα το μεγαλόφωνο, το βαθύ ανθρώπινο δράμα. Τότε που ζούσαμε… Σε χρόνια σέρτικα, θυμωμένα…
Σαλοί, κεκέδες, οργανοπαίχτες, γκαϊτατζήδες, δεξιοτέχνες του κλαρίνου, Πόντιοι της Βέροιας, πνιγμένοι στον Αλιάκμονα, τα Πιέρια, το Βέρμιο, βλαχογειτονιές της Βέροιας, ο Προμηθέας -η δυτική συνοικία της Βέροιας, Λαδόμυλοι της Βέροιας, η καραβέροια, η Εληά, το σάλι του Αλιάκμονα, θεές των τάπερ, ταπερτζούδες, κουνελοπνίχτες, ο Τσονγκλασέ, δηλωσίες της Μακρονήσου, ο Γράμμος και το Βίτσι, Μάυδες, Παοτζήδες, Σουμπερίτες, Πουλικοί, η Μαρή και η Χαμαϊδή, απόμαχοι και μοναχικοί, τραύματα του εμφυλίου, εξιλεωτικές πρακτικές χωρίς λύτρωση και από τη βαρβαρότητα ως την τρέλα, γκαζοτενεκέδες με χρήματα στον απόπατο πάνω από το βόθρο, γούνες μινκ, γυναίκες που γαυγίζουν, γυναίκες που περιμένουν τον άνδρα της ζωής τους δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια, το πρώτο φιλί που ήταν το… νεκροφίλημα, ροδάκινα, κράνα, ρίγανη, τσίπουρο, παγωτό ντουντουρμά, ρεβανί, πεϊνερλί, μαρμελάδες κεράσι, φράουλα και ροδάκινο, τζιρνίκια, χαψίες (γάβροι), η Παναγία Εικοσιφοίνισσα και πολλά άλλα…
Το διαβατήριο της συγγραφέως για τη διάσχιση του χρόνου και την προσπάθειά της για την κατάκτηση της μνήμης, είναι το κάθε της διήγημα της συλλογής όχι το θεήλατο αλλά το καμωμένο με γήινα υλικά, το χειροποίητο που σπείρεται, βλασταίνει και ανθίζει…
Η Σοφία Καλογερίδου πρέπει όμως να γνωρίζει αυτό που λέει ο μεγάλος Νορβηγός συγγραφέας Καρλ Ούβε Κνάουσγκορντ: «Η μνήμη δεν είναι αξιόπιστο μέγεθος μέσα στη ζωή. Και δεν είναι εξαιτίας του απλού γεγονότος ότι δεν βάζει ποτέ ως προτεραιότητά της την αλήθεια. Δεν είναι ποτέ η αναζήτηση της αλήθειας που καθορίζει εάν η μνήμη θα επαναφέρει ένα γεγονός με ακρίβεια ή όχι. Η αιτία είναι το προσωπικό συμφέρον. Η μνήμη είναι ύπουλη και χρησιμοποιεί τεχνάσματα, αλλά όχι με τρόπο επιθετικό ή μοχθηρό. Το αντίθετο: κάνει ότι μπορεί για να κρατάει τον κάτοχό της ικανοποιημένο…»
Εικοσιεπτά διηγήματα μινιατούρες. Εικοσιεπτά διηγήματα μπονσάι. Εικοσιεπτά διηγήματα με συντομία, πυκνότητα, αμεσότητα και κοφτή σαφήνεια. Δεν μιλάμε για μινιμαλισμό, αλλά για δωρικότητα.
Μικρή φόρμα. Από τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη μέχρι τον Γιώργο Ιωάννου, η μικρή φόρμα ανέδειξε μάστορες της γλώσσας και του ύφους, και χάρισε ανεπανάληπτες σελίδες στην ελληνική λογοτεχνία. Σε αυτή την γραμμή εντάσσεται και η συλλογή της Βεροιώτισσας Σοφίας Καλογερίδου.
Γλώσσα ζωντανή, δουλεμένη, λιτή, άμεση, τρυφερή, με λεπτές ποιητικές αποχρώσεις, που εμπεριέχει ένα λεξιλογικό θησαυρό. Λέξεις απλές, επιδέξια πλεγμένες, αλλά και με ένα πνεύμα καθολικό, που παράγει έναν ύμνο στη ζωή.
Οι τόποι μνήμης παραμένουν τόποι περισυλλογής, υπόμνησης, ανάμνησης και μαθημάτων για το μέλλον. Το παρελθόν τόπων και ανθρώπων συνεχίζει να ζει στο παρόν, διαμορφώνοντας και επηρεάζοντας τις ζωές των σημερινών ανθρώπων.
Οι ιστορίες θέλουν απλώς να λέγονται. Οι ιστορίες θέλουν πάντα απλώς να ειπωθούν. Υπάρχει πάντα μια ιστορία που θέλει να ειπωθεί. Το μόνο που μπορεί ένας συγγραφέας να εμπιστευθεί είναι αυτά τα κύματα της παλίρροιας που σκάνε μέσα του, την ιστορία δηλαδή, που θέλει να ειπωθεί. Εσύ Σοφία Καλογερίδου αυτό έκανες, εμπιστεύτηκες την ίδια την πράξη της γραφής. Και δεν ξέρω πόσο σε αντάμειψε, αλλά τις ιστορίες σου τις είπες. Και αυτό που έχτισες είναι διαχρονικό. Εύχομαι με όλη μου την καρδιά όσοι χειριστούν από εδώ και πέρα την προώθηση της συλλογής των διηγημάτων σου, να τους δώσουν την ευκαιρία να διαβαστούν, ώστε αυτό να επιβεβαιωθεί.
Σπουδαίο βιβλίο.
Η Σοφία Καλογερίδου γεννήθηκε το 1969 στη Βέροια όπου ζει. Σπούδασε Ηλεκτρολόγος μηχανικός στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και τελείωσε το μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών «Δημιουργική Γραφή» στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας. Είναι καθηγήτρια Πληροφορικής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Έχει διακριθεί σε εφτά διαγωνισμούς, ενώ διηγήματά της περιέχονται σε τέσσερις συλλογικές εκδόσεις. Αυτό είναι το πρώτο της βιβλίο.