Βόρειος Αμερική, 1757, στα ανατολικά της ηπείρου.
Οι Ευρωπαίοι -κυρίως Άγγλοι και Γάλλοι- προσπαθούν από την μία να αποικίσουν τις νέες εκτάσεις (εις βάρος φυσικά των αυτοχθόνων Αμερικανών) και απ’ την άλλη να θέσουν τον Νέο Κόσμο κάτω από την δική του -ο καθένας από τους δυο- σημαία.
…
Καμιά περιοχή της απέραντης έκτασης των ενδιάμεσων συνόρων δε θα μπορούσε να δώσει πιο ζωντανή εικόνα της ωμότητας και της θηριωδίας των άγριων μαχών εκείνης της περιόδου, από την περιοχή που απλώνεται ανάμεσα στις πηγές του ποταμού Χάντσον και τις γειτονικές λίμνες.
Όλοι ήθελαν να ελέγχουν αυτό το μέρος για τον πλούτο και τη στρατηγική του σημασία.
…
Σ’ αυτό το σκηνικό του αγώνα και του αίματος συνέβησαν τα γεγονότα που θα προσπαθήσουμε να περιγράψουμε. Ο πόλεμος μεταξύ της Αγγλίας και της Γαλλίας για την κυριαρχία της χώρας, την οποία κανένας τους δεν ήταν γραφτό να κρατήσει, βρισκόταν ήδη στον τρίτο χρόνο.
…
Ανάμεσα στις χιλιάδες των στρατιωτών που μετακινούνται σε εκείνα τα μέρη, τις εκατοντάδες των αποίκων και τις δεκάδες κάποιων ινδιάνων που χρησιμοποιούνται ως οδηγοί των Ευρωπαίων, είναι και μια παράδοξη τριάδα. Ένας νεαρός Άγγλος αξιωματικός, ο Ντάνκαν Χέιγουαρντ, και δύο υπέροχες θηλυκές υπάρξεις, η Άλις και η Κόρα (κόρες του διοικητή του οχυρού Γουίλιαμ Χένρυ). Η τριάδα, έφιππη και με την βοήθεια ενός σκληροτράχηλου αυτόχθονα, ταξιδεύει μέσα σε τόπους που βρίθουν από κινδύνους, εκπλήξεις και δυσκολίες.
Δεν έχουν αφήσει πολύ πίσω τους το Φορτ Έντουαρντ (με προορισμό το οχυρό του πατέρα των δεσποινίδων) όταν ένα νέο μέλος προστίθεται στη συντροφιά. Ένας άχαρος, περίεργα ενδεδυμένος άντρας, που επιθυμεί να κάνει ακριβώς την ίδια διαδρομή με εκείνους. Δυστυχώς όμως, δεν είναι οι πέντε αυτοί άνθρωποι οι μόνοι που κινούνται πάνω στο -όχι σε πολλούς γνωστό- μονοπάτι το οποίο ενώνει τα δύο οχυρά. Μια ανθρώπινη μορφή, βαμμένη με σκούρα χρώματα, και με μια άγρια χαρά ζωγραφισμένη στο πρόσωπο, τους παρακολουθεί στενά, κρυμμένη συνεχώς μέσα στους θάμνους.
Ας αφήσουμε όμως τους ταξιδιώτες μας στην πορεία τους και να κινηθούμε λίγο προς τα δυτικά. Δεν θα πάμε μακριά. Στην όχθη ενός ποταμού θα συναντήσουμε τρεις πολύ ενδιαφέροντες ανθρώπους. Δύο ερυθρόδερμους και ένα λευκό που ζει με τους ιθαγενείς του τόπου. Είναι το Μάτι του Γερακιού, όπως των φωνάζουν οι αδερφοί του Ινδιάνοι και ο Τσινγκατσγκούκ με τον γιο του Άνκα· τα δύο τελευταία εν ζωή μέλη της φυλής των Μοϊκανών.
Θα μου πείτε τώρα, γιατί αφήσαμε την ομάδα των έξι -που βρισκόταν κατά τα φαινόμενα σε σοβαρό κίνδυνο- για να γνωρίσουμε την τριμελή ομάδα της όχθης του ποταμού; Το κάναμε αυτό γιατί απλούστατα, πριν ο ήλιος βασιλέψει, αυτές οι δύο ομάδες θα συναντηθούν. Και μάλιστα, χάρη στη βοήθεια του λευκού κυνηγού και των δύο Μοϊκανών συντρόφων του, οι δύο γυναίκες, ο άχαρος συνοδοιπόρος τους και ο ταγματάρχης Χέιγουορντ θα συνεχίσουν να βλέπουν ανατολές και δύσεις ηλίου! Ο ινδιάνος-οδηγός τους δεν είχε όπως αποδείχθηκε σκοπό να τους οδηγήσει στην ασφάλεια του οχυρού και της αγκαλιάς του πατέρα των δεσποινίδων.
Μη νομίζετε όμως ότι αυτό συνέβη μόνο μία φορά, εύκολα, γρήγορα και ανώδυνα. Για να καταλάβετε, οι ήρωες μας καταδιώχθηκαν, απήχθηκαν και ήταν παρόντες στην θρυλική «σφαγή του Γουίλιαμ Χένρυ», φτάνοντας πολλές φορές μια ανάσα μακριά από τον θάνατο. Μερικοί από αυτούς δε, στο τέλος, δεν μπόρεσαν να αποφύγουν τον θανάσιμο εναγκαλισμό με αυτόν.
Τα παραπάνω, με όλες τις συγκλονιστικές τους λεπτομέρειες, θα μπορέσετε να τα διαβάσετε-ζήσετε όταν με το καλό βρεθεί στα χέρια σας το μυθιστόρημα του Τζέιμς Φένιμορ Κούπερ, «Ο τελευταίος των Μοϊκανών». Το εξαιρετικό αυτό ανάγνωσμα γράφτηκε το 1826. Στην χώρα μας έχει κυκλοφορήσει από διάφορους εκδοτικούς οίκους. Το εξώφυλλο και το απόσπασμα της παρουσίασης του στη Ματιά, προέρχονται από τις εκδόσεις Κλειδί 1993, σε μετάφραση του Κωνσταντίνου Διαβολίτση και της Βάκης Τόμπρου.
Το «Ο τελευταίος των Μοϊκανών» είναι ένα από τα πιο αγωνιώδη, ζωντανά και περιπετειώδη μυθιστορήματα που έχω διαβάσει. Η γλώσσα του συγγραφέα απλή και ρέουσα. Η ιστορία καταπληκτική, γεμάτη έντονες στιγμές και ανατροπές. Είμαι βέβαιος ότι και εσείς, όπως συνέβη σε εμένα, θα απορροφηθείτε σε απίστευτα μεγάλο βαθμό κατά την διάρκεια της ανάγνωσής του και θα απολαύσετε κάθε σελίδα, κάθε παράγραφο κάθε γραμμή του.
Για τους λόγους που προανέφερα, σας το συστήνω ανεπιφύλακτα. Αναζητήστε το, αποκτήστε το και χαρείτε ένα από τα πιο όμορφα δείγματα απλής αλλά καλοδουλεμένης λογοτεχνίας! Καλή σας ανάγνωση!
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου μεταφέρουμε:
Η κλασική ιστορία ενός άντρα που θέλοντας να ξεφύγει από τους καταναγκασμούς της κοινωνίας, βρίσκει καταφύγιο στον πολιτισμό των Ινδιάνων.
Ο Νάτι Μπάμπο, γνωστός και ως Μάτι του Γερακιού, είναι κυνηγός. Ηθικός και γενναίος άντρας, που αναγκάζεται να αυτοεξοριστεί, γιατί δεν μπορεί να δέχεται άλλο τις αρχές και τις αξίες των ανθρώπων των πόλεων. Διακινδυνεύοντας τη ζωή του, συνοδεύει δυο αδερφές, την Κόρα και την Άλις Μάνρο, μέσα από την εχθρική περιοχή των ιθαγενών Ινδιάνων, για να βρουν τον πατέρα τους, τον Άγγλο διοικητή.
Στην αποστολή του τον βοηθούν ο Τσινγκατσγκούκ και ο γιος του Άνκας, οι δύο τελαυταίοι εναπομείναντες της φυλής των Μοϊκανών. Ανάμεσα στον Τσινγκατσγκούκ και το Μάτι του Γερακιού αναπτύσσεται ένας ισχυρός δεσμόςμ καθώς ο τελευταίος έχει μεγαλώσει μέσα στα δάση, όπου ηθελημένα αποτραβήχτηκε, κι έχει βρεθεί αντιμέτωπος με την απάτη και τη θηριωδία.
Ο μύθος συγχωνεύεται με την περιπέτεια και τον έρωτα, κάνοντας τον Τελευταίο των Μοϊκανών μια συγκινητική ιστορία απογοητεύσεων και καταδιώξεων, προδοσίας και ηρωισμού.
Το βιβλίο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 1992 από τον Michael Mann. Δείτε τις εντυπώσεις μας από την ταινία «Ο τελευταίος των Μοϊκανών – The Last of the Mohicans – 1992» κάνοντας κλικ εδώ!