Υπόθεση βιβλίου
Ο Αρίωνας ο κιθαρωδός και το δελφίνι
Αρχές του 5ου αιώνα π.Χ.
…
Ένας ξανθός έφηβος με γεροδεμένο σώμα και στοχαστικά μάτια περπατά αργά στο ακρογιάλι της Κορινθίας. Κάθε απόγευμα. Στο ίδιο ακρογιάλι που το αγκαλιάζουν βράχια μενεξελιά γεμάτα αγριοπερίστερα και γλάρους.
…
Ο Αρίωνας από τη Μήθυμνα της Λέσβου έφτιαχνε από παιδί μελωδίες, άσματα και ύμνους που μαύλιζαν όσους τους άκουγαν. Έγινε τόσο ξακουστός μουσικός ώστε ο Περίανδρος, ο βασιλιάς της Κορινθίας, μαγεμένος από την θεϊκή του τέχνη, τον κάλεσε στο παλάτι του, να ζει και να τέρπει όποιον τον άκουγε με την μουσική του.
…
Μα ήταν πάντα μελαγχολικός. Η φήμη και η δόξα δεν του έφερναν ευτυχία. Ήταν στην ηλικία εκείνη της εφηβείας που ζητά να ανακαλύψει τα μυστικά του κόσμου.
…
Ο βασιλιάς Περίανδρος δεν ήταν μόνο ενθουσιώδης θαυμαστής· αληθινά αγαπούσε και νοιαζόταν για τον Αρίωνα και αυτή η μελαγχολία του νέου τον είχε προβληματίσει πολύ. Μια μέρα λοιπόν τον κάλεσε να μιλήσουν. Να μάθει τι ήταν αυτό που του έλειπε, τι ήταν αυτό που δεν του πρόσφερε και ήταν έτσι συννεφιασμένος.
Ο νέος θέλει να φύγει. Θέλει να ταξιδέψει. Να δει κι άλλους τόπους, να ζήσει, να αγωνιστεί. Μόνο τότε -του λέει- θα γίνει η τέχνη του αληθινή. Ο Περίανδρος τον θαυμάζει γι’ αυτή του την απόφαση. Θα του σταθεί βοηθός όποτε και αν χρειαστεί.
Πήγε στον Τάραντα. Ένα ακρογιάλι σαν αυτό της πατρίδας του τον περίμενε. Κάθισε σε ένα βράχο και άρχισε να παίζει ένα τραγούδι του που είχε συνθέσει όσο ακόμη ζούσε στο παλάτι. Ένα τραγούδι που μιλούσε για την ζωή του ανθρώπου μέσα στα πλούτη, για την μοναξιά του. Γλάροι και αγριοπερίστερα πετούσαν γύρω του μαγεμένα. Ένας παφλασμός τον έκανε να κοιτάξει προς την θάλασσα και η ματιά του συναντά τα μάτια ενός δελφινιού που τον κοιτάζει. Παίζει μαζί του, λες και χορεύει με την μουσική που παίζει ο Αρίωνας, και οι δυό τους ενωμένοι με την απόλαυση των ήχων της τέχνης αυτής.
Και αυτό συνεχίζεται για ώρες, για μέρες. Πιστοί στο σιωπηρό ραντεβού τους και οι δυό τους. Ώσπου ένα μήνυμα ανάγκης έρχεται από τον βασιλιά Περίανδρο και ο νόστος πλημμυρίζει τον Αρίωνα. Ναι, το καταλαβαίνει, πρέπει να επιστρέψει. Μα το δελφίνι; Μπορεί να αφήσει πίσω του ό,τι πολύ αγάπησε;
Ο Ορφέας στο μαγεμένο δάσος
Ο Ορφέας αγαπούσε τη μουσική.
Ήταν ένα ψηλό αγόρι με ζεστά λαμπερά μάτια.
Όταν έπαιζε τη φλογέρα του, το δάσος ζωντάνευε. Λες και η μουσική έβγαινε μέσα από τους κορμούς των δέντρων. Τα πουλιά μαγεμένα στέκονταν πάνω στα κλαδιά ν’ ακούσουν τη μελωδία. Και οι άνεμοι σταματούσαν το μεγάλο ταξίδι τους, τυλίγονταν πάνω στα δέντρα του δάσους και αγκάλιαζαν τους θεσπέσιους ήχους.
…
Ο Ορφέας αγαπούσε και τα δέντρα. Ο πατέρας του ξυλοκόπος, ποτέ δεν κατάλαβε τον γιό του που του έλεγε πως όταν τα κόβει πονούν. Η μητέρα του εδώ και χρόνια απούσα, έφυγε πάνω σε ένα άσπρο άλογο, έλεγαν όλοι, μα οι μνήμες του Ορφέα από αυτήν ανεξίτηλες παρέμεναν. Θυμόταν πάντα το μόνο της δώρο, την λύρα που του είχε χαρίσει. Την λύρα που δεν άφηνε από τα χέρια του μικρός. Δεν την άφησε ούτε όταν εκείνη έφυγε. Μα σαν είδε πως αργούσε να γυρίσει, αυτό άλλαξε. Την άφησε σε μια άκρη και δεν την ξανάπιασε ποτέ.
Ο Γιαννής, ο πατέρας του, έφτιαξε μια φλογέρα από ξύλο του δάσους, ξύλο που είχε μέσα του ψυχή.
Η Μυρτίλη, μεγαλωμένη μαζί του, χαμόγελό του και χαρά της καρδιάς του, καταφθάνει τρέχοντας αλαφιασμένη. Η βασίλισσα του δάσους είχε επιστρέψει αργά τη νύχτα. Την έλεγαν Νύμφη του Φεγγαριού και πίστευαν πως σε εκείνο το δάσος είχε το ιερό της δέντρο. Έλεγαν όλοι για την ομορφιά της και πως έλαμπε. Έλαμπε σαν το φεγγάρι.
Ο Ορφέας θέλησε να την δει, να την γνωρίσει. Γίνονταν πουλί, έλεγαν, γίνονταν άνεμος, έλεγαν. Τίποτα δεν μπορούσε να σταματήσει τον Ορφέα. Ούτε η διστακτικότητα του πατέρα του που έσβησε και έγινε απόφαση. Και πήραν οι δυό τους τον δρόμο για το δάσος.
Η Μυρτίλη ήξερε καλά την ιστορία για την μητέρα του Ορφέα. Της την είχε διηγηθεί η γιαγιά της με κάθε λεπτομέρεια. Mα υπήρχαν κι άλλα, υπήρχαν μυστικά που η Μυρτίλη θέλησε να μάθει. Και η ευκαιρία ήταν τώρα· τώρα που ο πύργος που ζούσε ο Γιαννής και ο Ορφέας ήταν άδειος από ανθρώπους αλλά με κλειδωμένα όλα τους τα μυστικά μέσα του…
Το παιδί και το δέντρο
Γεννήθηκε μια παγωμένη νύχτα του χειμώνα. Από εκείνες τις ανήσυχες νύχτες που γίνονται πράγματα θαυμαστά, τέτοια που δεν μπορεί να τα εξηγήσει το μυαλό του ανθρώπου.
Τη νύχτα εκείνη, λένε, μέσα στον κήπο έπεσαν λίγες σταγόνες φεγγαριού και ευθύς φύτρωσε ένα όμορφο δέντρο που δεν έμοιαζε με κανένα άλλο στον κόσμο. Οι άκρες των κλαριών του έφεγγαν, θαρρείς τις νύχτες σαν μεγάλα μάτια παιδιού και τα πέταλα των λουλουδιών του στραφτάλιζαν σαν να ήταν αχτίδες φεγγαριού.
…
Γονείς του ήταν δύο απλοί καλοσυνάτοι άνθρωποι που χρόνια προσπαθούσαν να αποκτήσουν παιδί. Όλοι πίστεψαν πως η μοίρα του και η ζωή του ήταν δεμένα με το ανίδωτο αυτό δέντρο. Ο Υάκινθος μεγάλωνε ευτυχισμένος με την αγάπη των γονιών του που ζούσαν με τον φόβο στην ψυχή πως θα έφτανε η μέρα που ο μικρός θα άκουγε τα λόγια των άλλων για τα παράξενα που είχε η ζωή του.
Το παιδί αγαπούσε το δέντρο. Του μιλούσε και θαρρούσε πως κι εκείνο του απαντούσε σε μια δική του ιδιότυπη γλώσσα. Μάλιστα νόμιζε πως όλα τα φυτά και τα δέντρα μιλούν και πως όλοι τους τα άκουγαν και επικοινωνούσαν. Όταν φυσούσε δυνατά ο άνεμος, κάποιος ήχος λες και τον καλούσε από τα κλαδιά του δέντρου. Όταν χιόνιζε έτρεχε και το σκέπαζε με έγνοια.
…
Και όταν η γειτόνισσα του μίλησε γι’ αυτές τις φαντασίες και τις μοίρες, το παιδί μπορεί στην αρχή να μην έδωσε σημασία, μα σιγά σιγά ο φόβος κύλησε μέσα του.
…
Από τότε παράξενα όνειρα και εφιάλτες κυρίευαν τον ύπνο του. Και φόβος τον έπιανε, μα το δέντρο το αγαπούσε.
Χρόνια πέρασαν και ο Υάκινθος μεγάλωνε και γινόταν παλικαράκι. Η Ηώ, ένα μικρότερο κορίτσι που εδώ και καιρό τον παρακολουθεί κρυφά, τον πλησιάζει για πρώτη φορά και του μιλά για την μέρα που έκοψε ένα κλαδί από το δέντρο. Ένα κλαδί που από τότε που το έκοψε της μιλά γι αυτόν. Για τον Υάκινθο. Και του το προσφέρει. Μα μόλις τα δάχτυλά τους αγγίζονται ένα ρίγος πιάνει το δέντρο και τον άνθρωπο.
Η Ηώ έγινε φίλη του, και κάθε μέρα βρίσκονταν να μιλούν για όλα, μα όχι για το δέντρο. Και η μέρα που εκείνη το αγκάλιασε ήταν η τελευταία που πήγε να τον βρει. Ο Υάκινθος πήγε να την βρει, και ήταν άρρωστη στο σπίτι της, μα εκείνος δεν μπορούσε να την πλησιάσει. Μια δύναμη τον έσπρωχνε μακριά. Και έφτασε στο δέντρο και το αγκάλιαζε και το παρακαλούσε να ακούσει τον πόνο του, να νιώσει.
Μα εκείνο στέκονταν εκεί βουβό και θυμωμένο…
Το αηδόνι
Στα πολύ πολύ παλιά χρόνια μια κοπέλα νεαρή και όμορφη πολύ, είχε φωνή μαγευτική τόσο που έγινε ξακουστή σε όλη την χώρα. Όταν γέννησε τον Ίτυλο, γεμάτη αγάπη τραγουδούσε τα πιο γλυκόλαλα νανουρίσματα με φωνή ακόμη πιο εύηχη και γλυκιά από πριν. Όλοι γι’ αυτήν μιλούσαν.
Και τα λόγια τους έφτασαν στην κακιά βασίλισσα του τόπου που θέλησε να πάρει την γυναίκα να τραγουδά στο δικό της παλάτι, στα δικά της παιδιά. Να αφήσει πίσω της τον Ίτυλο και τίποτα να μην μάθει για την αληθινή του μητέρα. Η νεαρή μητέρα έκανε τα πάντα για να το αποφύγει…
…
“Η φωνή μου είναι γλυκιά γιατί τραγουδώ για το παιδί μου. Πως μπορεί να είναι γλυκιά αν μου το στερήσεις… Δεν θα μπορώ να τραγουδήσω για τα δικά σου παιδιά” είπε με δάκρυα στα μάτια.
“Είπα πως μπορώ να σε πάρω δεμένη. Όμως προτιμώ να έρθεις με τη θέλησή σου. Το παιδί σου δεν θα το ξαναδείς. Και ούτε ποτέ θα μάθει τίποτα για σένα. Αν κάποιος τολμήσει και μιλήσει, θα το πληρώσει με τη ζωή του. Το παιδί σου θα το μεγαλώσει μια άλλη γυναίκα”.
…
Και έτσι κι έγινε. Το μωρό, ο Ίτυλος, μεγάλωσε με ξένη μάνα που τον αγάπησε πολύ, μα πάντα μέσα του θυμόταν την πραγματική του μητέρα να του τραγουδά. Η μάνα του, κλεισμένη στο παλάτι τόσα χρόνια τώρα δεν έμαθε τίποτα για την τύχη του παιδιού της. Έκλαιγε και τραγουδούσε όλη μέρα, ακόμη κι όταν την έκλεισαν σε σκοτεινό κελί, έκλαιγε από τον πόνο του αποχωρισμού από το παιδί της και τραγουδούσε παρακαλώντας τους θεούς να την λυπηθούν και να την βοηθήσουν να το ξαναβρεί.
Ώσπου μια μέρα, ή μάλλον μια νύχτα, κάτι άλλαξε. Κάπως σαν να άρχισε να χαράζει στην ζωή μάνας και γιού. Θα καταφέρουν να βρουν ξανά ο ένας τον άλλο; να του τραγουδήσει ξανά κι ας είναι και η τελευταία φορά;
Ο αδελφός Γκιόν
Δυό αδερφάκια στις απαρχές του μεγάλου δάσους αναρωτιούνται σκεπτικά το πως να είναι, ποιά μυστικά να κρύβει μέσα του.
…
“Σίγουρα θα υπάρχει ένα μαγικό παλάτι. Και σίγουρα, για να φτάσεις εκεί, θα πρέπει να περπατάς πολλά χρόνια. Εκεί θα είναι κρυμμένο το μυστικό…” είπε το μικρό αγόρι.
“Στα δάση υπάρχουν μόνο άγρια θηρία. Υπάρχουν πελώριες σαύρες και μεγάλες αράχνες. Υπάρχουν ακόμα, γέρικα μεγάλα δέντρα που θυμούνται τον κόσμο από τότε που πλάστηκε…” είπε το μεγάλο αγόρι.
…
Ο Γκιόν, ο μικρός, ένα τέτοιο σούρουπο ξεκίνησε να τρέχει προς το δάσος, να βρει μέσα του όλα αυτά τα μυστικά που η φαντασία του μαρτυρούσε πως έκρυβε μέσα του. Ο αδερφός του ο Τιμ φοβόταν πολύ να μπει στο δάσος, μα νιώθοντας πως ο μικρός του αδερφός κινδυνεύει, άρχισε να τρέχει στο κατόπι του. Άραγε θα τον ξαναδεί;
Ο ύπνος του Ενδυμίωνα
Ο Ενδυμίωνας είχε μια τόσο σπάνια ομορφιά που η μητέρα του, η Καλύκη, ανησυχούσε καθημερινά μήπως το τόσο κάλλος του ξυπνήσει την ζήλεια των θεών. Η ζήλεια δεν ξέρουμε εάν ξύπνησε, μα η επιθυμία της Σελήνης να έχει μόνο δικό της τον Ενδυμίωνα ήταν τόσο σθεναρή που δεν άφησε τίποτα να την εμποδίσει.
Αιώνια ομορφιά και νεότητα του υποσχέθηκε με μόνο αντίτιμο να αφήσει πίσω του αυτόν τον κόσμο και να τον βλέπει μόνο μια φορά τον χρόνο. Τι κι αν η μητέρα του τον είχε συμβουλέψει να σκεφτεί καλά πριν δεχτεί; τι κι αν του είχε εξηγήσει τους φόβους της;
“Είσαι ο εκλεκτός των θεών” του είπε η Σελήνη και όλα χάθηκαν μέσα στην γλύκα αυτή των λόγων της.
Το φτερωτό ζαρκάδι μετέφερε την απόφασή του στην μητέρα του, την Καλύκη. Μια απόφαση που την τσάκισε. Και τα χρόνια περνούσαν χωρίς ο Ενδυμίωνας να ξυπνά ούτε στον ορισμένο χρόνο. Ούτε καν μια στιγμή, για να ρίξει μια ματιά στην μάνα του που γερνούσε από το μαράζι και τα χρόνια.
Και η ζωή κυλούσε γαλήνια για τον ένα και μαρτυρικά για τον άλλο. Μέχρι που εμφανίστηκε η Δαναΐς και οι ελπίδες της Καλύκης ζωντάνεψαν.
[grbk https://www.greekbooks.gr/o-orfeas-sto-magemeno-dasos-20.html%5D
Κριτική και εντυπώσεις
Μέσα από το εφηβικό της βιβλίο «Ο Ορφέας στο μαγεμένο δάσος», η μοναδική Μαρία Λαμπαδαρίδου Πόθου μας αφηγείται έξι υπέροχες ιστορίες. Έξι μαγευτικές ιστορίες βασισμένες μύθους και παραδόσεις του τόπου μας!
Η γλώσσα που χρησιμοποιεί η συγγραφέας, ηδεία και λατρεμένη κάνει την αφήγησή τους μια πραγματικά συγκλονιστική εμπειρία! Η Μαρία Λαμπαδαρίδου Πόθου συναρπάζει τόσο με τις παραστατικές – γλαφυρές αφηγήσεις της όσο και με την λόγια γλώσσα της. Είναι μια γλώσσα μαγική, μια γλώσσα ηδονική που γεμίζει το μυαλό του αναγνώστη με ολοζώντανες εικόνες παρασέρνοντάς τον σε τόπους και χρόνους μακρινούς.
Το εξαίρετο εξώφυλλο του «Ο Ορφέας στο μαγεμένο δάσος» μας προϊδεάζει για την εξαίσια συνέχεια. Ένας αναγνώστης που έχει γνωρίσει την μεγάλη συγγραφέα από άλλα βιβλία της, βιβλία ενηλίκων, αδημονεί να δει, να διαβάσει, να νιώσει τον θαυμάσιο λόγο της να τον κατακλύζει. Και ναι, κρατά στα χέρια του ένα διαμάντι της λογοτεχνίας φτιαγμένο και για μικρούς αναγνώστες. Ένα υπέροχο διαμάντι με υποδειγματικό ιδιότυπο λόγο, της χαρισματικής αυτής συγγραφέως!
Χαρίστε το και δώστε στους νεαρούς αναγνώστες να διαβάσουν ένα βιβλίο γραμμένο από μια συγγραφέα υπεράριστη χειρίστρια της ελληνικής γλώσσας! Θα το απολαύσουν και θα τους κάνει να εμπνευστούν και να ταξιδέψουν στους πανάρχαιους μύθους της ελληνικής μυθολογίας.
Αλλά επειδή το λογοτεχνικό αυτό αριστούργημα είναι διηλικιακό, είναι βέβαιο ότι θα το απολαύσουν όλοι οι βιβλιόφιλοι της οικογένειας. Απαρτίζεται άλλωστε από παραμύθια που θα ήθελε ο καθένας μας να ακούσει! Από σήμερα το βιβλίο αυτό δεν βρίσκεται στη βιβλιοθήκη μου, μα στο κομοδίνο μου. Λατρεμένο!
Οπισθόφυλλο:
Είναι η αγάπη του Αρίωνα του κιθαρωδού για το δελφίνι που μαγεύτηκε από τη μουσική του. Είναι ο γιος του Φεγγαριού που αγάπησε το θνητό κορίτσι. Η αγάπη του δέντρου που φύτρωσε από μια σταγόνα φεγγαριού. Η αγάπη που μεταμόρφωσε τη μάνα σε ένα πανέμορφο αηδόνι. Η αγάπη για τον αδερφό Γκιον που χάθηκε στο δάσος. Τέλος, είναι η μαγική αγάπη του κοριτσιού για τον κοιμισμένο Ενδυμίωνα, που τον έφερε πίσω στη ζωή.
Έξι ιστορίες βασισμένες σε μύθους και παραδόσεις, γεμάτες θαύμα, από αυτές που πλάθει η ζωή όταν θέλει να μιλήσει για την αγάπη και για τον πόνο της αγάπης που ομορφαίνει.
[grbk https://www.greekbooks.gr/o-orfeas-sto-magemeno-dasos-20.html%5D
Ταυτότητα βιβλίου
Τίτλος βιβλίου
Ο Ορφέας στο μαγεμένο δάσος
Υπότιτλος βιβλίου
Έξι ιστορίες του φεγγαριού
Συγγραφέας
Μαρία Λαμπαδαρίδου Πόθου
Εικονογράφος
Αλεξία Λουγιάκη
Εκδοτικός οίκος
Εκδόσεις Χατζηνικολή, 1980
Εκδόσεις Πατάκη, 2020
Ημερομηνία έκδοσης
Νοέμβριος 2020
Αριθμός σελίδων
203
ISBN
978-960-16-8044-6
Συντάκτης άρθρου
Ολυμπία Κατσένη