Εκδόσεις Άπειρος Χώρα, 2017
Ποίηση
Σελ. 64
Ο ποιητής προφητεύει. Όχι τα μελλούμενα, αλλά τα μυστικά των αναγνωστών του. Αυτά που βρίσκονται στην καρδιά τους, αλλά οι αναγνώστες τα αγνοούν. Ένας τέτοιος ποιητής είναι και ο βραβευμένος από την Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών, συμπατριώτης μας Γιάννης Τζαμπούρας.
Η νέα του ποιητική συλλογή είναι χαμηλών τόνων με καλυμμένες εξάρσεις, έντιμη, λιτή, συνεπής στο αίσθημά της, όχι στρυφνή και συνήθως υπαινικτική. Έχει έναν δικό του τρόπο γραφής που δεν στηρίζεται στην εκζήτηση, αλλά στην απλότητα, την καθαρότητα και στην βαθύτητα των σκέψεων όπου επεξεργάζεται ποιητικά. Αντιδρά σε κάθε μορφή κατεστημένο.
Η ποίησή του είναι απόσταξη της ζύμωσης πνεύματος και ύλης.
Ο ποιητικός λόγος του Γιάννη Τζαμπούρα τα εκφράζει όλα. Τα πραγματικά και τα φανταστικά, τα υλικά και τα ιδεατά. Κάποτε τα διογκώνει, άλλοτε τα σμικρύνει, τελικά αποτυπώνοντας τα διασώζει. Όλα, τη ζωή και τον θάνατο, το φως και το σκοτάδι, την κοινωνία και το άτομο, το άτομο και την εξουσία, την αλήθεια και την τιμωρία, την απάτη και τα τιμήματα, τις λέξεις και τον ήχο των λέξεων, τα παιδιά της Παλαιστίνης και του Χαλεπιού, την εξουσία και την φτώχεια, τον καταραμένο κόσμο και τα επιτροπάτα, τους ανήθικους και τους παραγιούς του Μακιαβέλι, την μαραζωμένη πραγματικότητα και την χλιδή των ανούσιων χρόνων, τους άθλιους εξουσιαστές και τη χαμένη γενιά, τα τσακισμένα κατάρτια και τις Ερινύες, τους σεμνούς και τους ασχημονούντες, την φειδώ και τους εμπαιγμούς, τη μοναξιά και την άθλια σιωπή, την ανθρωπιά και τους άτεγκτους θεούς, της κοινωνίας το μαντρί και τη συντροφιά των λύκων, τον δόκτορα θάνατο και τον Άδη, τους πεθαμένους ίσκιους και την παραφροσύνη, την έρημη γη και την άδεια πόλη, το παιδί που επαιτεί και τους μισθοφόρους της απληστίας, τις ψεύτικες ειδήσεις και τον κόσμο του ποτέ, τα φίδια της εξουσίας και την τιμωρία των παιδιών του Λαοκόωντα, τη φθονερή εξουσία και τα μάτια των αθώων, τα καινούρια ερωτήματα και τις παλιωμένες απαντήσεις, την αναζήτηση της αλήθειας και την επιβεβαίωση του ψεύδους, την εξέγερση και την υποταγή, την ελευθερία και την προσφυγιά, την άφωνη φωνή, τα κόκκινα χαντάκια, τη σπηλιά της Αποκάλυψης, την Ερινύα Αληκτώ και το αιματοβαμμένο όνειρο.
Μικροί αφορισμοί, ειλικρινείς, βιοτρυφερά, βγαλμένοι από την εμπειρία του ποιητή και τα μύχια του ταυτόχρονα. Εξαιρετική γλώσσα, βαθιά λαϊκή και ανθρώπινη, και πόσο πνευματώδης. Εκφραστική ωριμότητα. Λόγος λιτός, απερίφραστος και δουλεμένος. Μοντέρνα συμβολική γραφή. Μια σειρά από κομψά, όλο σπιρτάδα ποιήματα, σε τέλεια μορφή και με έναν προσγειωμένο γλωσσικό λυρισμό.
Από τον Ομηρικό και Αρχαϊκό κόσμο έχει δανειστεί μόνον τα ονόματα των ηρώων με τις προσδιοριστικές ή χαρακτηριστικές τους ιδιότητες και κάποιους στίχους που τις επιβεβαιώνουν.
Η ειρωνική γλώσσα της ανατροπής, του σαρκασμού ή του διακριτικού χιούμορ διαφαίνεται συχνά κάτω από τις γραμμές των στίχων. Στο κέντρο του κειμένου δεσπόζει ένα ζήτημα ηθικής φύσεως, όχι τόσο για την ευθύνη των «δραστών» και της εξουσίας όσο για την υπευθυνότητα των «αδρανών». Όλοι «οι αμέτοχοι παριστάμενοι» και οι έντιμοι γνώριζαν, άκουγαν, έβλεπαν, μύριζαν τη φρίκη της ανελέητης εξουσίας. Λίγοι ήταν οι Λαοκόωντες που αποκάλυπταν την αλήθεια και οι οποίοι συνθλίβονται και δολοφονούνται από κάθε είδους δόλια εξουσία. Μόνη εξήγηση για την αδιανόητη αναλγησία είναι η σχεδόν πλήρης αναστολή της ηθικής κρίσης.
Ο Γιάννης Τζαμπούρας είναι ένας ανυπότακτος ονειροπόλος. Έξοχη η ποίησή του, που ερμηνεύει τα πάντα στη ζωή. ποιήματα αισθήσεων, ήχων, εικόνων, ποικιλιών, αλλά και ενδοσκοπήσεων. Η ποίηση του Γιάννη Τζαμπούρα, ποίηση καρδιάς και νοσταλγίας, συναισθήματος και απολογισμών, ποίηση του ατόμου και της εξουσίας, της ζωής και του θανάτου, της Αποκάλυψης του Ιωάννη και του φόνου του Λαοκόωντα, μπορεί και συγκινεί τον αναγνώστη.
Ανέχεται τούτη η υλιστική και απνευματική εποχή τους ποιητές; Υλόφρονες οι πλείστοι, χωρίς χρόνο για διάβασμα, παλεύοντας για ένα ξεροκόμματο, τρέχοντας όλη μέρα σαν δαιμονισμένοι χωρίς στην ουσία να ξέρουμε που πάμε, μάλλον δεν τους αντέχει. Ανάγκη πάσα να συναντήσουμε τους ποιητές αλλιώς…
Μέσα στον ζοφώδη βόθρο που βιώνουμε, μόνο σε κάτι αφιλοκερδείς και γενναιόδωρες προσφορές των φωτισμένων ακέραιων δημιουργών μπορεί να φωλιάζει ακόμη σπέρμα φωτός ζωοποιού ελπίδας. Από αυτή την πλευρά έχουμε χρέος απέναντι στους καλούς ποιητές, τους χωρίς προσωπικό ωφελισμό σκαπανείς του πνεύματος για την ευεργεσία της ανθρωπότητας. Ας τους αφουγκραστούμε μέσα από τον θαυμάσιο επιμύθιο ενός ελεγειακού ποιήματος του Χέλντερλιν: «Όμως αυτό που μένει είναι η δωρεά των ποιητών».
Ο Γιάννης Τζαμπούρας γεννήθηκε στην Άρτα το 1958. Σπούδασε στην Α.Β.Σ.Θ., όπου ξεκίνησε και τις πρώτες πολιτικές και φιλολογικές αναζητήσεις. Έχει εκδώσει 500 περίπου χρονογραφήματα – ιστορικά – άρθρα και δοκίμια. Συμμετέχει στα περιοδικά «Έκφραση» και «Άπειρος Χώρα», αρθρογραφεί στον τοπικό τύπο.
Άλλες ποιητικές συλλογές είναι:
1) Υπόγειες διαδρομές
2) Η τελευταία πατρίδα
3) Επικίνδυνες αλληγορίες
4) Η μοναξιά της ματαιοδοξίας.
Έχει τιμηθεί το 2015 για δύο μελοποιημένα ποιήματά του, τα: «Οι μαχητές» και το «Εξώδικον». Επίσης το 2015 τιμήθηκε με το βραβείο της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών για τη συνολική προσφορά του στη λογοτεχνία και τα ελληνικά γράμματα.