Φαντάζομαι ότι δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις ο Γρηγόρης Ξενόπουλος. Ζακυνθινός στην καταγωγή και μυθιστοριογράφος, δημοσιογράφος και συγγραφέας θεατρικών έργων στο επάγγελμα, είναι μία από τις πιο λαμπρές πένες που γέννησε αυτός ο τόπος. Υπήρξε, δε, αρχισυντάκτης στο περιοδικό “Η Διάπλασις των Παίδων” από το 1896 έως το 1948. Στο περιοδικό αυτό είχε κάνει την παρθενική του εμφάνιση, μεταξύ άλλων, και το μικρό μυθιστόρημα για το οποίο θέλω να σας μιλήσω.
Έχει τον τίτλο «Ο Μπέμπης Αρχιλήσταρχος» και όταν είχε πρωτοδημοσιευθεί το 1930, έφερε την υπογραφή: Η Κυρά-Μάρθα. Στις μέρες μας κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αδελφοί Βλάσση -είναι οι εκδόσεις που έχουν αναλάβει το βαρύ αλλά ευγενές φορτίο της επανέκδοσης των έργων του Ξενόπουλου- στην σειρά «Θησαυροί από τη Διάπλαση των Παίδων. Είναι χωρισμένο σε 17 επεισόδια, εξαιρετικά εικονογραφημένο από τον Αντώνη Βώττη και απευθύνεται σε πολύ μικρά και πολύ μεγάλα παιδιά.
O Μπέμπης Καραμανίκας, ο πρωταγωνιστής της ιστορίας μας, είναι ένα παιδί που ενώ του αρέσει πολύ το διάβασμα, οι επιλογές του σχετικά με τα αναγνώσματα που επιλέγει να ξεκοκαλίσει δεν είναι ακριβώς αυτές που θα περίμενε κάποιος…
…
Και τι διαβάζει με τέτοια μανία; Τα μαθήματα του; Όχι! Όχι, γιατί είναι καλοκαίρι κι έχει διακοπές. Μα να πούμε και την αλήθεια, ούτε και το χειμώνα, που πάει σχολείο, ο Μπέμπης διαβάζει με τόση μανία τα μαθήματα του…
Τη «Διάπλαση» μήπως; Ή τίποτα ωραία βιβλία από την «Παιδική Βιβλιοθήκη»; Α, μπα! Αυτά ο Μπέμπης δεν τα καταδέχεται πια. Γιατί του φαίνεται πως μεγάλωσε από την ημέρα που έπεσε στα χέρια του μια «Ιστορία των Ληστών».
Του έκανε μεγάλη εντύπωση! Και από τότε δεν πιάνει στα χέρια του άλλο βιβλίο!
…
Αυτά τα διαβάσματα ξεσήκωσαν το μυαλό του καημένου του Μπέμπη. Φαντάζεται όχι μόνο πως μεγάλωσε παρά πως έγινε κιόλα ληστής!
…
Και μιας και ξεσηκώθηκε ο ίδιος θέλησε να έχει και παρέα στις νέες του δραστηριότητες. Έτσι άρχισε να πιπιλίζει το μυαλό του φίλου του του Φούσκα, ώστε να τον πείσει να φτιάξουν μια ληστοσυμμορία. Ο Φούσκας, κατά κόσμο Νίκος, στην αρχή έφερε σθεναρά αντίσταση αλλά σιγά σιγά η αποφασιστικότητα του κάμφθηκε και ενέδωσε στα σχέδια του Μπέμπη. Αφού βρήκαν που θα στήσουν το λημέρι τους -στον λόφο με το ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία- άρχισαν να μεριμνούν για όπλα. Ληστές χωρίς όπλα γίνεται; Δεν γίνεται!
…
Η Κάκια, η μεγάλη αδελφή του, είχε ένα ψεύτικο περίστροφο που έμοιαζε μ’ αληθινό. Μόνο που έκανε «φσσστ» και αντί για σφαίρες έριχνε νερό! Δεν το μεταχειριζόταν, γιατί ο μηχανισμός του είχε χαλάσει. Ο Μπέμπης έψαξε, το ξετρύπωσε και το έβαλε κατά μέρος.
…
Έπειτα βρήκε ένα μεγάλο μαχαίρι του ψωμιού, με δόντια σαν πριόνι. Είχε σκουριάσει τόσο πολύ που δεν το μεταχειρίζονταν πια. Μα αυτό δεν εμπόδισε τον Μπέμπη να ενθουσιαστεί.
…
Αλλά και ο Φούσκας είχε ένα αγιοβασιλιάτικο πιστολάκι κι ένα σουγιά κολοκοτρωναίικο, που κι αυτός από την πολλή χρήση είχε αποκτήσει δόντια. Έκαναν και δυο σφεντόνες για να ρίχνουν πέτρες. Και ο οπλισμός συμπληρώθηκε.
…
Ετοιμάστηκε, λοιπόν, η συμμορία με αρχηγό – αρχιλήσταρχο τον Μπέμπη και υπαρχηγό, σύντροφο, ταχυδρόμο και όλα τα υπόλοιπα, τον Φούσκα. Μόνο δύο άτομα θα μου πείτε; Δύο, αλλά λέοντες! Την ημέρα, όμως, που ξεκίνησαν για το λημέρι τους, δύο νέα μέλη προστέθηκαν στο τσούρμο… ο σκύλος του Μπέμπη, ο Σπίθας, και ένας γάιδαρος στον οποίο δόθηκε το τιμητικό όνομα Βουκεφάλας.
Έτσι ξεκίνησε το έπος με τις περιπέτειες του πιο ατρόμητου ληστή των Βαλκανίων -μην πω και ολόκληρου του πλανήτη- και των συντρόφων του: του Φούσκα, του Σπίθα και του Βουκεφάλα. Ένα έπος που ξεκίνησε με την αναγκαστική προσάρτηση στην ομάδα, της Φεβρωνίας. Ένα έπος που δεν είναι μεν μεγάλο σαν αυτά του Ομήρου, αλλά ποιος ξέρει… σε τρεις χιλιάδες χρόνια από σήμερα, μπορεί οι άνθρωποι να έχουν ξεχάσει τον Οδυσσέα και τον Αχιλλέα και στα σχολειά τους να διδάσκονται τις περιπέτειες του αρχιλήσταρχου Μπέμπη και των παλικαριών του. Όλα γίνονται!
Στο «Ο Μπέμπης Αρχιλήσταρχος», συναντάμε ορισμένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της γραφής του Γρηγόρη Ξενόπουλου, όπως είναι η αφηγηματική ευχέρεια και η ικανότητα του να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον. Αν και το βιβλίο απευθύνεται σε παιδιά, είναι σίγουρο ότι θα το απολαύσουν και ενήλικες. Ο Ξενόπουλος καταφέρνει να διασκεδάσει τους μικρούς αναγνώστες του με τις περιπέτειες ενός συνομηλίκου τους και να ψυχαγωγήσει τους μεγάλους θυμίζοντας τους σκανταλιές του ένοχου παιδικού παρελθόντος τους.
Η αξία του πολυγραφότατου συγγραφέα -πάνω από 80 μυθιστορήματα και πλήθος διηγημάτων- είναι δεδομένη. Με τα έργα του έχουν μεγαλώσει γενιές και γενιές, και αυτό είναι κάτι που τα καθιστά πλέον κλασσικά. Πιστεύοντας ακράδαντα ότι μικροί και μεγάλοι θα ωφεληθούν ποικιλοτρόπως από μια επαφή με την πένα του Ξενόπουλου, σας προτείνω το «Ο Μπέμπης Αρχιλήσταρχος» ανεπιφύλακτα. Είμαι βέβαιος ότι μετά την ανάγνωση του, θα θελήσετε να διαβάσετε και άλλα έργα του ταλαντούχου συγγραφέα. Καλή ανάγνωση!
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου μεταφέρουμε:
Ο Μπέμπης διαβάζει. Είναι πεσμένος με τα μούτρα στο διάβασμα. Δεν κάνει τίποτ’ άλλο όλη μέρα παρά να διαβάζει. Και τι διαβάζει με τέτοια μανία; Τα μαθήματα του; Όχι!
Θέλει να διαβάζει για ληστές, για συμμορίες, για ληστρικά κατορθώματα. Αγοράζει τέτοια βιβλία και λαϊκά περιοδικά, δανείζεται από τους φίλους του, ανόητους σαν κι αυτόν και διαβάζει, διαβάζει, διαβάζει.
Και όλο λέει με το νου του: «Τι ωραίο πράμα να είναι κανένας ληστής, αρχιληστής, λήσταρχος! Να έχει συμμορία, να λημεριάζει στα βουνά, να κάνει κλεφτοπόλεμο με τ’ αποσπάσματα και να μην πιάνεται ποτέ! Να ήμουνα κι εγώ…»