Φθινόπωρο του 2013. Ένας ακόμη χρόνος οικονομικής κρίσης για την Ελλάδα πλησιάζει στο τέλος του. Φως στο τούνελ υπάρχει μόνο στις φαύλες υποσχέσεις των πολιτικών· σε λίγους μήνες θα έχουμε ευρωεκλογές και πρέπει να πιάσουν “πόρτα για το χειμώνα”! Εκατομμύρια Ελλήνων έχουν βιώσει στο πετσί τους όλα όσα σχολιάζονται με απάθεια από τις περσόνες της τηλεόρασης.
Ανάμεσα σε αυτά τα εκατομμύρια και η Μαίρη Σταυροπούλου. Μια νέα γυναίκα 34 ετών, άγαμη, αδέσμευτη και άφραγκη. Η Μαίρη δεν ήταν όμως πάντα έτσι, τουλάχιστον ως προς την τρίτη ιδιότητα. Προ κρίσης είχε δύο σικάτα καφέ που δούλευαν σαν καλολαδωμένες μηχανές παραγωγής χρημάτων. Είχε δικό της σπίτι -ένα ρετιρέ 170 τετραγωνικών στη Νέα Κηφισιά- και τις διαδρομές της τις έκανε με μια Mercedes Cabrio. Επιτυχία, νιάτα, και χλιδή! Και ύστερα…
…
Και ύστερα ήρθε η κρίση. Δε θα σας κουράσω με λεπτομέρειες, γιατί είμαι σίγουρη ότι μπορείτε πάνω κάτω να μαντέψετε τι συνέβη. Η πελατεία στα Καφέ και όχι μόνο, όπου ο φρέντο καπουτσίνο στοίχιζε εφτά ευρώ και το κρουασάν βουτύρου έξι, άρχισε να μειώνεται στην αρχή ανεπαίσθητα, κατόπιν δραματικά και στο τέλος κυνηγούσαμε τον πελάτη με το τουφέκι. Παρ’ όλο που έβλεπα ότι μάλλον ήταν μια μάχη χαμένη εκ των προτέρων, προσπάθησα, ειλικρινά πολέμησα με νύχια και με δόντια για να περισώσω αυτά που με τόσο κόπο και σκληρή δουλειά είχα δημιουργήσει. Για να γλυτώσω το κατάστημα του Κολωνακίου, έκλεισα αυτό του Ψυχικού, και έκανα μια γενναία μείωση στις τιμές. Μάταιος κόπος. Με την οικονομία να πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο δεν είχα καμιά ελπίδα. Έτσι, πριν από οχτώ μήνες αποδέχτηκα το μοιραίο και κήρυξα πτώχευση.
…
Ακολούθησε η πώληση του σπιτιού, του αυτοκινήτου και οτιδήποτε άλλου μπορούσε να εκποιηθεί. Σκοπός να εξοφληθούν τα χρέη -κυρίως προς το Δημόσιο- ώστε η Μαίρη να συνεχίσει να ζει έξω από τα σίδερα της φυλακής, που κάποτε ήταν για τους “λεβέντες” και πλέον κατάντησαν να είναι για τους οικονομικά κατεστραμμένους επιχειρηματίες. Και τώρα τι γίνεται; Τώρα, μια λύση υπάρχει. Να πάρει των ομμάτιών της και να φύγει στα ξένα.
…
«Ανιψιά, απ’ ο,τι μαθαίνω, τα πράγματα στην Ελλάδα είναι δύσκολα, και όπως μου είπε η αδελφή μου, τα ‘χεις βρει μπαστούνια. Θέλω να ξέρεις ότι η πρόταση που σου έκανα τον Ιούνιο ισχύει. Γιατί δεν έρχεσαι να μας επισκεφθείς για μερικούς μήνες; Έτσι θα δεις πως είναι η ζωή εδώ, κι αν σου αρέσει, τότε θα βρούμε μια λύση για να κάνουμε την παραμονή σου πιο μόνιμη. Και μη σε απασχολούν τα έξοδα, η προγιαγιά σου είπε ότι θα τα καλύψουμε εμείς. Γιατί δεν έρχεσαι να κάνουμε Χριστούγεννα μαζί; Σκέψου το».
…
Αυτά της έγραψε ο θείος Λεωνίδας -αδελφός της μητέρας της- από την Μελβούρνη, να’ ναι καλά ο άνθρωπος! Έτσι η απόφαση μετανάστευσης στη χώρα των καγκουρό λαμβάνεται, ανοίγοντας ταυτόχρονα μια πόρτα σε ένα πιο φωτεινό μέλλον από αυτό που θα είχε στην όμορφη και γλυκιά Ελλαδίτσα!
Μοναδικό μελανό σημείο -εκτός του γεγονότος ότι θα φύγει μακριά από τους αγαπημένους της και την πατρίδα- είναι η… Γριά! Η γιαγιά της μητέρας της, κορακοζώητη προφανώς, για την οποία η μάνα της μιλούσε σπάνια… βγάζοντας ταυτόχρονα σπυριά! Κακιά την ανέβαζε, στρίγκλα την κατέβαζε. Δικαίως ή αδίκως; Θα το ανακαλύψει η Μαίρη όταν με το καλό φτάσει στην Αυστραλία. Γιατί κακιά ξεκακιά εκείνη της πρόσφερε μια διαφυγή από τη φτώχεια και τη μιζέρια, αναλαμβάνοντας μάλιστα και τα έξοδα του ταξιδίου ως εκεί. Και τι ταξιδίου! Πτήση με μία μόνο μικρή ανταπόκριση και στην πρώτη θέση παρακαλώ! Όταν δε έφτασε στην Αυστραλία; Το δωμάτιο που είχαν ετοιμάσει για εκείνη ήταν πιο μεγάλο από την γκαρσονιέρα που έμενε τους τελευταίους μήνες στην Αθήνα. Η δε ντουλάπα της -δωμάτιο και όχι έπιπλο παρακαλώ- ήταν τίγκα στις γνωστές μάρκες. Τι Armani, τι Louis Vuitton, τι Manolo Blahnik, τι Jimmy Choo, τι Prada, τι Ferragamo, τι Versace, τι Dior! Και όλα αυτά δικά της μαζί με μια πολύ καλή θέση στις επιχειρήσεις των θείων της, τις οποίες διεύθυνε με σιδηρά πυγμή η προγιαγιά της η Βασιλική.
Πολύ καλό για να είναι αληθινό ε; Έχει και το αγκαθάκι του, μη νομίζετε. Η προγιαγιά έθεσε ένα και μοναδικό όρο. Να παντρευτεί η Μαίρη σε σύντομο χρονικό διάστημα μιας και η ίδια θεωρούσε ότι δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένη η δισέγγονή της χωρίς οικογένεια σε τέτοια ηλικία. Η Μαίρη στην αρχή σκέφτηκε να τα παρατήσει όλα και να γυρίσει στην Ελλάδα. Όμως η ξαδέρφη της Χλόη βρήκε μια λύση που δεν φαίνεται και τόσο κακή. Θα καταφέρει άραγε να ξεγελάσει την τετραπέρατη Βασιλική και να παραμείνει έτσι στην Μελβούρνη η οποία στα μάτια της φαντάζει ως η Γη της Επαγγελίας;
Για να μάθετε ποια θα είναι τελικά η κατάληξη της ιστορίας, ξέρετε… πετάγεστε μέχρι το κοντινότερο βιβλιοπωλείο και αγοράζετε το “Νύφη με το ζόρι” της Γεωργίας Δεμίρη που κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 2014 από τις εκδόσεις Ψυχογιός.
Το εξαιρετικό αυτό μυθιστόρημα -άλλο ένα δροσερό ανάγνωσμα από την ταλαντούχα πένα της Γεωργίας Δεμίρη– θα σας μαγέψει από τις πρώτες κιόλας του σελίδες. Όπως και στα προηγούμενα βιβλία της, έτσι και στο «Νύφη με το ζόρι» η πλοκή είναι ενδιαφέρουσα, επίκαιρη και κρύβει μέσα της αρκετά σημαντικά μηνύματα για τον αναγνώστη. Οι χαρακτήρες είναι όμορφα σκιαγραφημένοι ενώ το καλό χιούμορ έχει ποτίσει κάθε σελίδα αυτού του βιβλίου. Με λίγα λόγια; Ένα απολαυστικότατο ανάγνωσμα για όλες τις ηλικίες και τις προτιμήσεις.
Άλλωστε η ταλαντούχα συγγραφέας τείνει να δημιουργήσει σχολή σε μυθιστορήματα σύγχρονα, ευκολοδιάβαστα, απολαυστικά, που σέβονται τόσο τον αναγνώστη τους όσο και τα χρήματα που αυτός δίνει για να τα αποκτήσει. Διαβάστε το!
[grbk https://www.greekbooks.gr/demiri-georgia.person%5DΑπό το οπισθόφυλλο του βιβλίου μεταφέρουμε:
Γνωρίστε τη Μαίρη Σταυροπούλου, ετών τριάντα τεσσάρων και ανύπαντρη εκ πεποιθήσεως. Προ κρίσης ήταν μια δυναμική, επιτυχημένη επιχειρηματίας που έκανε τη μεγάλη ζωή. Τώρα είναι μια μπατίρισσα που αντιμετωπίζει ένα κρίσιμο δίλημμα: να αυτοκτονήσει ή να μεταναστεύσει στην Αυστραλία όπου ευημερούν, οι θείοι της και η προγιαγιά της; Επειδή η Μαίρη δε θέλει με τίποτα να εγκαταλείψει τόσο πρόωρα τον μάταιο τούτο κόσμο, επιλέγει το δεύτερο. Έτσι παίρνει των ομμάτιών της και φεύγει στα ξένα, γεμάτη όνειρα για μια καινούργια αρχή.
Όμως στη μακρινή ήπειρο την περιμένουν εκπλήξεις, αφού η ενενηντάχρονη προγιαγιά της δεν είναι καθόλου ραμολιμέντο, όπως φανταζόταν, αλλά μια τετραπέρατη γυναίκα, που διοικεί την οικογενειακή επιχείρηση και το σπιτικό της με σιδερένια πυγμή. Η αυταρχική γριά δέχεται να προσφέρει στη Μαίρη δουλειά και βίζα εργασίας αλλά με έναν όρο: να αλλάξει μυαλά και να χορέψει επιτέλους τον χορό του Ησαΐα. Σε αντίθετη περίπτωση, θα πρέπει να τα μαζέψει και να γυρίσει πίσω στην Ελλάδα.
Έπειτα απ’ αυτό η ορκισμένη εργένισσα δεν έχει άλλη λύση από το να πάει με τα νερά της, κι έτσι, από εκεί που άκουγε γάμους και έβγαζε σπυράκια, βρίσκεται ξαφνικά να παντρολογιέται με όλους τους πολύφερνους γαμπρούς της ελληνικής παροικίας της Μελβούρνης. Για να αποφύγει τα δεσμά, η δαιμόνια Μαίρη σκαρφίζεται ένα κόλπο αλλά λογαριάζει χωρίς τον έρωτα, που εμφανίζεται απρόσκλητος και απειλεί να φέρει τα πάνω κάτω.