Ο 54χρονος Οδυσσέας Πολίτης, είναι καθηγητής πανεπιστημίου και κεντρικός ήρωας του συγγραφέα Νίκου Θέμελη στο βιβλίο του «Μια ζωή δυο ζωές», που κυκλοφόρησε το 2007 από τις εκδόσεις Κέδρος. Ο Οδυσσέας είναι παντρεμένος με την Μαρία, αλλά ο γάμος του έχει δει και καλύτερες ημέρες. Χαμένος ο καθένας στις επαγγελματικές του υποχρεώσεις και στον δικό του κόσμο, έχουν απολέσει πλέον την πνευματική επαφή που χρειάζονται δύο άνθρωποι για να διατηρήσουν ζωντανή μια σχέση. Η απουσία παιδιών, αν και είναι κάτι που επέλεξαν οι ίδιοι, τους στερεί αυτές τις ώρες κάποιες γέφυρες που πιθανόν να έφερναν τον έναν πιο κοντά στον άλλο…
…
Δίχως δεύτερη σκέψη άρπαξε το τηλέφωνο και τηλεφώνησε στη Μαρία. Ορθά κοφτά της ανακοίνωσε ότι αισθανόταν χάλια, πονούσαν τα κόκαλά του, μπορεί να είχε και πυρετό. Ήταν αδύνατο να τη συνοδεύσει, να μην τον περιμένει.
Άναυδη η Μαρία άκουγε τον μονόλογο του. Στο τέλος αρκέστηκε να του πει: «Δεν μπορώ να μιλήσω αυτή τη στιγμή. Σ’ ευχαριστώ για την κατανόησή σου σε μια τόσο έντονη δική μου επιθυμία» και δίχως άλλο σχόλιο του έκλεισε το τηλέφωνο. Ο Οδυσσέας ξεφύσηξε σαν να του έφυγε ένα μεγάλο βάρος.
…
…κι όταν υπάρχουν τέτοια χάσματα, συνήθως εμφανίζεται το τρίτο πρόσωπο… στην περίπτωση του ήρωα μας, η Ράνια Αναγνώστου. Τριάντα έξη ετών, όμορφη, πνευματώδης και καθηγήτρια πανεπιστημίου στο επάγγελμα. Την γνώρισε όταν συνταξιδέψανε πηγαίνοντας σε ένα συνέδριο στις Βρυξέλλες. Εκεί στο αεροδρόμιο την είδε πρώτη φορά και… μαγνήτισε το βλέμμα του. Κατά την διάρκεια της τριήμερης παραμονής τους στην Βελγική πρωτεύουσα πλησίασαν ο ένας τον άλλο και τότε… ένα σχεδόν μήνα πριν το millenium, πριν μπει ο εικοστός πρώτος αιώνας, άνοιξε μια πόρτα στην ζωή του Οδυσσέα που ούτε ο ίδιος γνώριζε που θα τον οδηγούσε.
Λίγο καιρό αργότερα, σε μια εκδρομή στα Ζαγοροχώρια, εκμυστηρεύεται στον Άλκη -τον πιο στενό του φίλο από τα φοιτητικά τους χρόνια στην Θεσσαλονίκη- τις ανησυχίες του…
…
«Θέλω να φύγω». Κόμπιασε για μια στιγμή. «Ίσως και από τη Μαρία… Μην ταράζεσαι, δεν θα χρειαστεί να την παρηγορήσεις, υπάρχει άλλος που θα το κάνει καλύτερα από σένα». Και συνέχισε: «Θέλω να ξεφύγω από τη μέχρι τώρα ζωή μου για να ξεκινήσω, για να προσπαθήσω να ξεκινήσω, έναν νέο κύκλο ζωής στην ίδια ή σε άλλη πόλη. Έτσι όπως το αποφάσιζαν οι πατριώτες σου οι Ζαγορίσιοι και πόσοι άλλοι εδώ και τόσους αιώνες. Να προσπαθήσω να χωρέσω μέσα σε μια ζωή δύο διαδοχικές ζωές».
…
Δεν θα σας αποκαλύψω αν τελικά ο καθηγητής κατάφερε να χωρέσει σε μια ζωή δύο ζωές. Θα σας αφήσω να το ανακαλύψετε μόνοι σας όταν διαβάσετε το «Μια ζωή δυο ζωές», του Νίκου Θέμελη. Ο συγγραφέας πάντως κατάφερε σε ένα βιβλίο να χωρέσει δύο… ένα μυθιστόρημα που αναφέρετε στην ζωή του Οδυσσέα -στο σήμερα αλλά και στο χθες- και ένα δοκίμιο σχετικό με την κοινωνικοπολιτική κατάσταση της Ελλάδας στο παρόν αλλά και σε όσα ακολούθησαν τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο…
Έχοντας διαβάσει ένα άλλο βιβλίο του συγγραφέα -το «Οι αλήθειες των άλλων»- δυσκολεύτηκα να πιστέψω ότι αυτά τα δύο αναγνώσματα έχουν γεννηθεί από την ίδια πένα. Το «Οι αλήθειες των άλλων» με μάγεψε και το θεωρώ ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα που κυκλοφορούν αυτή την στιγμή στην αγορά βιβλίου. Το «Μια ζωή δυο ζωές» απ’ την άλλη δεν κατάφερε να με κερδίσει.
Οι αναμνήσεις από τα παιδικά και μαθητικά χρόνια του Οδυσσέα, με τον πατέρα του Γιάννη και την μητέρα του Πολυξένη…
…
Στη γωνία με την οδό Πανεπιστημίου ήταν το αγαπημένο στέκι της, όταν κατέβαινε στο κέντρο. Το ζαχαροπλαστείο του Ζωναρά. Zonar’s έγραφε στο κατάλευκο γλασέ χαρτί που τύλιγε το κουτί με τα καλύτερα σοκολατάκια της Αθήνας, όπως αφιλοκερδώς διαφήμιζε η Πολυξένη και πάραυτα την έπιανε ή δήλωνε πως την έπιανε μια υπογλυκαιμία. Φρόντιζε μάλιστα όχι μόνο να τα ψωνίζει, αλλά και να υποδεικνύει ότι τα προτιμούσε, αν ήταν να της κρατάνε κατιτίς σε εορτές και επισκέψεις.
…
…αλλά και απ’ τα φοιτητικά του, δίνουν ένα ηθογραφικό χαρακτήρα στο βιβλίο -παρουσιάζει την μεταπολεμική Ελλάδα μέχρι τις μέρες μας- που οφείλω να ομολογήσω ότι μου άρεσε πολύ.
Το κομμάτι του «Μια ζωή δυο ζωές» που χαρακτήρισα πριν λίγες γραμμές δοκίμιο με βρήκε απόλυτα σύμφωνο ως προς τις ιδέες και τους προβληματισμούς που εκφράζει ο συγγραφέας -είναι γεγονός ότι εκτός από ταλέντο διαθέτει και διεισδυτική ματιά- και θα μου άρεσε αν το διάβαζα σε κάποιο ανάγνωσμα μόνο του.
Το πάντρεμα του μυθιστορήματος με το δοκίμιο δεν μου άρεσε. Και δεν μου άρεσε γιατί, κατά την ταπεινή μου γνώμη, έγινε διεκπαιρεωτικά χωρίς να δουλευτεί… χωρίς να πλεχτεί… χωρίς να δέσει το ένα με το άλλο… σαν να έβαλες σε ένα ποτήρι νερό και λάδι… αναγκαστικά θα καταλάβει το κάθε υγρό το δικό του χώρο… Και έχοντας στο μυαλό το «Οι αλήθειες των άλλων», στο οποίο ο συγγραφέας έπλεξε με μεγάλη μαστοριά, μύθο και μηνύματα, αναρωτήθηκα γιατί αυτή την φορά ήταν τόσο χοντροειδώς βαλμένα το ένα δίπλα στο άλλο.
Αν δεις το κάθε κομμάτι του βιβλίου ξεχωριστά έχεις να πεις μόνο καλά λόγια. Αν το δεις σαν σύνολο, δεν μπορείς να πεις ότι σε ενθουσιάζει. Η επιλογή αν το διαβάσετε και η τελική άποψη γι’ αυτό είναι έτσι κι αλλιώς δικές σας. Εγώ, σε αυτές τις γραμμές, έγραψα απλά τις εντυπώσεις και τις δικές μου ενστάσεις, ως ένας από τους χιλιάδες αναγνώστες του συγγραφέα.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου μεταφέρουμε:
Ένας άνδρας και τρεις γυναίκες. Η γυναίκα του, η νεότερη συνάδελφος, η κόρη του φίλου του. Τρεις σχέσεις. Σχέσεις διακριτές, καθεμιά με το δικό της περιεχόμενο, επιζητούν να συνυπάρξουν με τις άλλες. Σχέσεις πότε δυνατές, βασανιστικές κι άλλοτε πρωτόγνωρες.
Ένας άνδρας στο σταυροδρόμι της ωριμότητάς του. Ανατρέχει στην πορεία της ζωής του, σε καταστάσεις και επιλογές που επηρέασαν τη διαμόρφωσή της. Ανιχνεύει την ταυτότητά του στην σύγχρονη ελληνική κοινωνία. Νιώθει μάλλον ικανοποιημένος. Όμως και αμφιβάλλει.
Ο Οδυσσέας Πολίτης πρέπει να επιλέξει. Για τις σχέσεις του αυτές, την παραπέρα ζωή του, αυτό που θα του εξασφαλίσει την εσωτερική του ισορροπία. Για έναν νέο κύκλο ζωής. Αναρωτιέται αν μπορούν να χωρέσουν στη διάρκεια μιας ζωής δυο ζωές.