Δύο έφηβοι, η Κλειώ και ο Νικήτας. Συμμαθητές στη Β Λυκείου, ερωτευμένοι μεταξύ τους, ξανασμίγουν μετά από ένα καλοκαίρι που αναγκάστηκαν να περάσουν ο ένας χωριστά από τον άλλον. Σεπτέμβρης μήνας. Τα σχολεία ανοίγουν, και φιλόλογος στην τάξη των παιδιών αναλαμβάνει η νεοδιορισμένη αναπληρώτρια καθηγήτρια Έλλη Κωλέτη. Η Έλλη ως «πρωτάρα» -είναι η πρώτη φορά που διδάσκει- κουβαλάει την φρεσκάδα, την όρεξη για δουλειά και το ανοιχτό μυαλό των νέων ανθρώπων.
Η αρχή της σχολικής χρονιάς βρίσκει τους δύο μαθητές να αντιμετωπίζουν προβλήματα στις σχέσεις με τους γονείς τους. Προβλήματα που γιγαντώνονται, από την μια, λόγω της εσφαλμένης συμπεριφοράς των ενηλίκων και από την άλλη, λόγω της επαναστατικής φύσης του χαρακτήρα των παιδιών.
Η νέα τους καθηγήτρια αντιλαμβάνεται την κατάσταση και προσπαθεί να σκεφτεί έναν τρόπο για να βοηθήσει τους δύο μαθητές της. Η λύση έρχεται μέσα από ένα δικό της πρόβλημα: τον φόρτο εργασίας για την διεκπεραίωση του μεταπτυχιακού της. Η διατριβή της αυτή έχει ως θέμα τον διάσημο ηθοποιό του θεάτρου Λουκά Αλεξίου ο οποίος στον κολοφώνα της καριέρας του έβαλε τέλος στη ζωή του. Προσλαμβάνοντας η Έλλη την Κλειώ και τον Νικήτα ως βοηθούς της, δίνει διέξοδο στην συναισθηματική φόρτιση των παιδιών, τους εξασφαλίζει ένα χαρτζιλίκι, μα πάνω απ’ όλα τους ανοίγει νέους ορίζοντες σκέψης και δράσης.
Τρεις νέοι άνθρωποι, τρεις ξεχωριστοί χαρακτήρες άκρως ενδιαφέροντες, ο καθένας για διαφορετικούς λόγους. Τρεις κεντρικοί ήρωες που πάνω τους «κτίστηκε» ένα έξοχο βιβλίο. Το «Μάσκα στο φεγγάρι» του Μάνου Κοντολέων. Ένα μυθιστόρημα που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη, τον Απρίλη του 1997, και ένα χρόνο αργότερα, τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για παιδιά και νέους.
Το πρώτο πράγμα που μου έκανε εντύπωση διαβάζοντας το «Μάσκα στο φεγγάρι» είναι η καθαρά λογοτεχνική γλώσσα που έχει με περισσή μαεστρία χρησιμοποιήσει ο συγγραφέας. Μια γλώσσα, έτσι δοσμένη, που δημιουργεί ένα δροσερό ανάγνωσμα στο οποίο παρουσιάζονται σκηνές της καθημερινής ζωής των εφήβων με μοναδικό και απολαυστικό τρόπο. Παραδείγματος χάρη, αυτό που εμείς οι αναγνώστες θα λέγαμε: «…Φάνηκαν τα γόνατά της…», ο συγγραφέας Μάνος Κοντολέων το λέει ως εξής: «… Η τζιν φούστα της επιτρέπει στα δυό της γόνατα, κλεισμένα μέσα στις νάυλον κάλτσες, να γευτούν το ανάλαφρο φως μιας σχεδόν χειμωνιάτικης, σχεδόν ανοιξιάτικης μέρας…».
Πέρα όμως από τον ψυχαγωγικό, το βιβλίο αυτό έχει και ένα -δεύτερο- παιδευτικό χαρακτήρα. Οι νεαροί αναγνώστες στις σελίδες του θα γνωρίσουν πως το αντίθετο φύλο αντιλαμβάνεται θέματα όπως η επαγγελματική αποκατάσταση, το μέλλον, ο έρωτας και οι σχέσεις. Οι δε ενήλικες -που πιθανόν ξέχασαν πως είναι όταν είσαι έφηβος- θα ξαναδούν τον κόσμο μέσα από μάτια που ανοιγοκλείνουν λίγα χρόνια και όχι μερικές δεκαετίες.
Και όλα αυτά περιτριγυρισμένα από ένα άρωμα γιασεμιού -ένα άρωμα θεάτρου. Ενός θεάτρου, που σε μια άκρη της σκηνής του είναι αφημένη μια μάσκα… η μάσκα του φεγγαριού.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου μεταφέρουμε:
Ο Νικήτας και η Κλειώ είναι ερωτευμένοι. Κι οι δύο έχουν προβλήματα επικοινωνίας με τους δικούς τους. Αισθάνονται πως αδικούνται, πνίγονται. Θέλουν να αντιδράσουν. Η Έλλη Κωλέτη είναι η νέα φιλόλογος που τοποθετήθηκε στο σχολείο τους. Μια νέα γυναίκα που θέλει να κάνει το μεταπτυχιακό της πάνω στον τρόπο που έπαιζε ένας μεγάλος ηθοποιός -ο Λουκάς Αλεξίου-, ο οποίος όμως αυτοκτόνησε στην πιο ώριμη στιγμή της καριέρας του. Η ίδια η Έλλη είχε δει τον Αλεξίου να παίζει μόνο μια φορά, όταν ήταν ακόμα έφηβη. Η έντονη προσωπικότητα του ηθοποιού την είχε τόσο συγκλονίσει, που από τότε μέχρι σήμερα δεν μπορεί να τον ξεχάσει.
Η νεαρή φιλόλογος αποφασίζει να προτείνει στους δυο μαθητές της να ψάξουν μαζί, για να βρουν τι έκρυβε ο Αλεξίου πίσω από μια μάσκα. Μα όταν κάποτε το μυστικό αυτό φανερωθεί, τότε μια άλλη πρόταση σκέψης και ζωής θα έχει προσφερθεί στην Έλλη, την Κλειώ και το Νικήτα.
Το βιβλίο τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για παιδιά και για νέους το 1998.