Η μαρτυρία του τελευταίου διασωθέντος από το ναυάγιο της Φαλκονέρας
Εκδόσεις Κέδρος, 2021
Σελ. 363
Από την αρχαία εποχή, η θάλασσα εξισωνόταν ως το μεγαλύτερο κακό μαζί με τη φωτιά και την γυναίκα. Στις 8 Δεκεμβρίου 1966, λίγο μετά τις δύο τα ξημερώματα, το πλοίο “ΗΡΑΚΛΕΙΟΝ” παραδίδει το θανάσιμα λαβωμένο κορμί του στα απύθμενα νερά, εκεί που ενώνονται Κρητικό και Μυρτώο πέλαγος.
Ο Παναγιώτης Μπελώνης, μια τραγική ανθρώπινη φιγούρα, ακροβατεί πάνω στα κρύα σίδερα του πλοίου ενώ το δέρνουν μανιασμένοι άνεμοι 10 μποφόρ, προσπαθώντας να πάρει τη μεγάλη απόφαση για να πέσει στη θάλασσα. Ο αέρας ακούγεται λυσσασμένος και η θάλασσα είναι τρομακτική. Τα κύματα, βουνά ολόκληρα, σαρώνουν τα πάντα, τα αστραπόβροντα είναι εκκωφαντικά και στη μέση το χτυπημένο κουφάρι του «Ηράκλειον», παγωμένο, αδύναμο, μα και επικίνδυνο, είναι πλαγιασμένο, ανασαίνει με βρόγχο θανάτου, λίγο πριν πάει να κοιμηθεί για πάντα στον παγωμένο βυθό του Αιγαίου.
– Κι, εγώ, μια θλιβερή, μοναχική φιγούρα, κάθομαι αμήχανος και φοβισμένος πάνω στα παγωμένα του σίδερα, στο γονατισμένο κορμί του, και σκέφτομαι ποια θα πρέπει να είναι από δω και πέρα η επόμενη κίνησή μου. Τι πρέπει να κάνω αυτή τη δύσκολη ώρα και πώς πρέπει να αντιδράσω; Τα έχω χαμένα, δεν μπορώ να συνειδητοποιήσω τι ακριβώς συμβαίνει; Τι είναι πραγματικότητα και τι παραίσθηση;
– Χάος μπροστά μου, ένα μεγάλο πηγάδι, και τα μάτια μου γεμίζουν σκληρές εικόνες, βάρβαρες… Η λέξη «απίστευτο» είναι μικρή, η λέξη «φοβερό» είναι λίγη, η λέξη «τραγικό» δεν φτάνει για να περιγράψω αυτό που αντικρίζω. Κόλαση!! Είναι σίγουρο ότι βλέπω σκηνές από την Κόλαση. Τίποτε άλλο, δεν μπορεί να περιγράψει αυτές τις εικόνες. Αποκλείεται η Κόλαση να είναι κάτι χειρότερο από αυτό που αντικρίζω…
Το πλοίο «Ηράκλειον» έχει πάρει πια την τελευταία του κλίση. Τούμπαρε ανάποδα, καπάκι. Η πάνω επιφάνειά του, τα φουγάρα του βυθίστηκαν στη θάλασσα και η καρίνα και η προπέλα του βρέθηκαν επάνω, έξω απ’ το νερό. Η ακριβής έννοια του ανάποδου, 180 μοίρες στροφή. Ένα πλοίο που πλέει αντίθετα από τους νόμους πλεύσης. Ή καλύτερα ένα πλοίο που δεν πλέει πια, μα ξεκινάει ένα άλλο ταξίδι, παράξενο, ασυνήθιστο και με κακό σκοπό.
Έξι μίλια βορειοανατολικά της νήσου Φαλκονέρα, στη μέση της διαδρομής από Σούδα προς Πειραιά, εκεί που συναντιούνται το Μυρτώο με το Κρητικό πέλαγος το επιβατικό πλοίο «Ηράκλειον» φορτωμένο ανθρώπινες ψυχές, αλλάζει ρότα. Αλλάζει ρούχα και η θάλασσα τα μαύρα της βάζει…
Ενώ διαβάζεις το βιβλίο πιστεύεις ότι δεν υπήρχε ούτε μια πιθανότητα να βγει ζωντανός ο Παναγιώτης Μπελώνης. Κι όμως, το πείσμα του, το αίσθημα της αυτοσυντήρησης, η παλικαριά του, η αγάπη του για τη ζωή και η μάχη με τον θάνατο ήταν αυτά που τον έσωσαν. Δεν υπάρχει νομίζω τίποτα πιο συγκλονιστικό από το να διαβάζεις τις σκέψεις και τα συναισθήματα του ναυαγού Παναγιώτη Μπελώνη, που πασχίζει να μείνει λίγο ακόμα ζωντανός…
“Τώρα όμως θα πνιγώ, δεν τη γλιτώνω”. “Μα για μισό λεπτό, μωρέ… Πρέπει να αρχίσω να τα υπολογίζω λιγάκι αλλιώς τα πράγματα. Όχι, δεν είμαι νεκρός και δεν έχω σκοπό να πεθάνω. Δεν μπορώ να το πιστέψω πως θα πνιγώ.”
Κι έπειτα θυμάται τους δικούς του, τους γονείς, τη γυναίκα και το παιδί του, μικρές στιγμές ευτυχίας, μια καλημέρα μ’ έναν γείτονα. Απλά πράγματα μα τόσο σημαντικά, κι αναρωτιέται αν ήταν άραγε αρκετό που τους αγαπούσε με όλη την ψυχή του. Όχι δεν αρκούσε, αποφασίζει τελικά. Πρέπει να το δείχνεις και να το λες!
Διαβάζοντας ο αναγνώστης το βιβλίο νιώθει να πνίγεται κάθε στιγμή. Αγωνία, απελπισία, φόβος, οδύνη, θλίψη. Την ίδια στιγμή που νιώθεις τον χάρο να σε ακουμπάει, η ζωή σου χαμογελάει και σου ανοίγει μια αγκαλιά. Τα κύματα σε ανεβάζουν ψηλά κι έπειτα σε βυθίζουν στην παγερή αγκαλιά της θάλασσας. Με τον ίδιο τρόπο, τα συναισθήματα των ηρώων αλλά και του αναγνώστη ανεβαίνουν ή βουλιάζουν για να καταλήξουν σε θυμό και οργή.
Οργή για τον εφοπλιστή Τυπάλδο, που έδωσε αξία στο χρήμα και απαξία στην ανθρώπινη ζωή, θυσία στον βωμό του κέρδους, του αισχρού κέρδους. Εγκλήματα που έγιναν και γίνονται και σήμερα στον βωμό της αισχροκέρδειας, του ανταγωνισμού, της ανευθυνότητας, της αλαζονείας και των κάθε λογής συμφερόντων. Οργή για την ανευθυνότητα, την αλαζονεία, την έπαρση, το βρώμικο πάρε δώσε του κεφαλαίου και των εφοπλιστών και της εκάστοτε εξουσίας (τότε κυβερνούσαν οι αποστάτες: Μητσοτάκης, Στεφανόπουλος κ.α.).
Απαιτείται σιωπή και σεβασμός στα θύματα μόνο.
Η κόρη του Παναγιώτη, Πηγή Μπελώνη, κατάφερε να μεταφέρει με τόσο ρεαλιστικό τρόπο το ασύλληπτο βίωμα του πατέρα της Παναγιώτη Μπελώνη και τα συγκλονιστικά στοιχεία της έρευνάς της.
Διαβάστε την συναρπαστική ιστορία του «ΗΡΑΚΛΕΙΟΝ» μιας και πρόκειται για την μαρτυρία του τελευταίου διασωθέντος του ναυαγίου της Φαλκονέρας. Το βιβλίο αυτό πρέπει να διαβαστεί από όσο γίνεται περισσότερους αναγνώστες. Γνωρίζοντας ότι κάθε λέξη είναι αλήθεια και δεν υπάρχει ούτε ίχνος μυθοπλασίας, είναι απαραίτητα: γερό στομάχι και νεύρα γερά. Ίσως πάντα αυτά χρειάζεται η αλήθεια!
Θα σας συγκλονίσει και θα συγκινήσει.
Ο Παναγιώτης Αντ. Μπελώνης γεννήθηκε στο Δαράτσο Χανίων στις 18 Οκτωβρίου 1929, από μητέρα Κρητικιά και πατέρα πρόσφυγα από τη Μικρά Ασία. Πέθανε στις 12 Μαΐου 2009. Η ζωή του ήταν δύσκολη και πολυτάραχη. Όταν πήγαινε στην τετάρτη δημοτικού, ξεκίνησε ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος και η κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς τον ανάγκασε να σταματήσει το σχολείο. Παρότι ήταν πολύ νέος, είχε έντονα πατριωτικά αισθήματα και προσπάθησε να αντισταθεί στον κατακτητή. Σε ηλικία δεκατριών ετών, προσπαθώντας να βοηθήσει μια ομάδα Νεοζηλανδών να δραπετεύσει από τις φυλακές, συνελήφθη και κρατήθηκε για δώδεκα ημέρες στα κεντρικά κρατητήρια της Γκεστάπο Χανίων. Για εκδίκηση οι Γερμανοί φυλάκισαν τη μητέρα του οκτώ ημέρες. Για την πράξη του αυτή τιμήθηκε το 2001, μαζί με έναν επιζώντα από την ομάδα των Νεοζηλανδών, στην 60ή επέτειο της Μάχης της Κρήτης, από την πρωθυπουργό της Νέας Ζηλανδίας Έλεν Κλαρκ με το μετάλλιο βετεράνου του Δεύτερου Παγκόσμιου πολέμου. Η γερμανική κατοχή στοίχειωνε τους εφιάλτες του όλη του τη ζωή. Νεαρός ακόμα ξεκίνησε να δουλεύει στα κτήματα της οικογένειάς του, αλλά, ανήσυχο πνεύμα όπως ήταν, γρήγορα ασχολήθηκε με το εμπόριο. Σε ηλικία τριάντα επτά ετών, τον Δεκέμβριο του 1966, ήταν επιβάτης του πλοίου «Ηράκλειον», που ναυάγησε ανοιχτά της Φαλκονέρας, και κατάφερε να διασωθεί έπειτα από δεκατρείς ώρες στη θάλασσα. Η συναισθηματική του φόρτιση από το ναυάγιο τον έκανε να επιθυμεί να γράψει ένα βιβλίο, για να μάθουν οι συγγενείς των θυμάτων την αλήθεια. Μεγάλη του αγάπη ήταν το διάβασμα. Καθημερινά ενημερωνόταν από τουλάχιστον δύο εφημερίδες και είχε διαβάσει έναν πολύ μεγάλο αριθμό βιβλίων, με προτίμηση στα ιστορικά. Οι γνώσεις που απέκτησε από το διάβασμα σε συνδυασμό με τις δημοκρατικές του αρχές τον έκαναν στοχαστή. Παντρεύτηκε και απέκτησε δύο παιδιά. Η απώλεια του γιου του έκανε τα τελευταία χρόνια της ζωής του μαρτυρικά. Συχνά έλεγε ότι θα ήταν καλύτερα να μην είχε σωθεί από το ναυάγιο, για να μη ζήσει τον χαμό του παιδιού του. Έφυγε από τη ζωή πληγωμένος το 2009.
Η Πηγή Παν. Μπελώνη γεννήθηκε στα Χανιά το 1965, από μητέρα Κρητικιά και πατέρα Μικρασιάτη. Αποφοίτησε από το Α΄ Γενικό Λύκειο Χανίων. Εργάστηκε στις εμπορικές επιχειρήσεις της οικογένειάς της, τις ανέλαβε και τις διατηρεί μέχρι σήμερα. Παράλληλα ασχολήθηκε με την κεραμική και τη ζωγραφική. Δραστηριοποιήθηκε στο συνδικαλιστικό όργανο του επαγγελματικού κλάδου της και είναι εκλεγμένο μέλος της Ομοσπονδίας Εμπορικών Συλλόγων Κρήτης. Συμμετέχει σε κοινωνικές και πολιτικές κινητοποιήσεις στην πόλη της και γενικότερα στο νησί. Αρκετά άρθρα της έχουν δημοσιευθεί στις τοπικές εφημερίδες (Χανιώτικα Νέα και Κήρυξ), με θέμα το ναυάγιο του πλοίου «Ηράκλειον», αλλά και με κοινωνικοπολιτικό περιεχόμενο. Η εμπειρία του πατέρα της, που ήταν διασωθείς από το ναυάγιο του πλοίου «Ηράκλειον», ήταν μια πρόκληση γι’ αυτή. Περισσότερο από δέκα χρόνια συνέλεγε πληροφορίες και έπαιρνε συνεντεύξεις, ώστε να καταφέρει μια κατά το δυνατόν ακριβή καταγραφή του τραγικού γεγονότος, που συγκλόνισε την ιδιαίτερη πατρίδα της. Σε αυτή την προσπάθειά της είχε την αρωγή της Περιφέρειας Κρήτης.
Τραχανάς Κώστας