Υπόθεση βιβλίου
Η είκοσι ενός ετών Γουέντα άφησε τη Νέα Ζηλανδία και τον σύζυγό της, τον Ζιλ Ριντ, για να έρθει στην Αγγλία με σκοπό να βρει ένα σπίτι για να αγοράσουν. Είχαν πάρει την απόφαση να ζήσουν στην Γηραιά Αλβιώνα, οπότε ένα σπίτι κατάλληλο θα αποτελούσε την εστία της νέας τους οικογένειας.
Η νεαρή κυρία Ριντ ναύλωσε ένα αυτοκίνητο με οδηγό και άρχισε να περιδιαβαίνει την Νότια Αγγλία προς αναζήτηση του ιδανικού για το ζευγάρι σπιτιού. Και ω του θαύματος, δεν άργησε διόλου να το ανακαλύψει…
…
Ήταν απόγευμα Τρίτης, καμιά εβδομάδα αργότερα, όταν το όχημα κατέβηκε μαλακά τον φιδογυριστό δρόμο του λόφου προς το Ντίλμουθ και, στα προάστια εκείνου του γοητευτικού ακόμα παραθαλάσσιου θέρετρου, πέρασε μπροστά από μια πινακίδα που έλεγε «Πωλείται». Εκεί, μέσα από τα δέντρα, διακρινόταν αμυδρά μια μικρή, λευκή βικτοριανή βίλα.
Η Γκουέντα ένιωσε αμέσως έναν παλμό προσμονής, αναγνώρισης σχεδόν. Ήταν το σπίτι της! Ήταν ήδη σίγουρη. Φανταζόταν τον κήπο, τα ψηλά παράθυρα· ήταν βέβαιη ότι το σπίτι ήταν ακριβώς αυτό που χρειαζόταν.
…
Πράγματι, όταν το είδε και από κοντά, το Χιλσάιντ -έτσι λεγόταν η βικτοριανή βίλα- έδειχνε να είναι ακριβώς αυτό που έψαχνε το νεαρό ζευγάρι. Έτσι με συνοπτικές διαδικασίες -μιας και το επέτρεπαν και τα οικονομικά τους- το Hillside πέρασε στους Ριντ!
Όπως φυσικά κάθε παλιό σπίτι, έτσι και η νέα εστία της Γουέντα και του Ζιλ, χρειαζόταν κάποιες επισκευές και κάποιες τροποποιήσεις που θεώρησε η νεαρή κυρία του ότι θα διευκόλυναν την καθημερινότητά τους. Όταν όμως ξεκίνησαν οι εργασίες αυτές, κάποια μικρά περιστατικά αναστάτωσαν την Γουέντα και την έβαλαν σε σκέψεις.
Απ’ όσο γνώριζε, εκείνη δεν είχε ζήσει ποτέ πριν στην Αγγλία. Να όμως που κάποια πράγματα στο σπίτι -μια παλιά ταπετσαρία, μια πόρτα χτισμένη και κάποια σκαλιά που βρίσκονταν κάτω από το έδαφος του κήπου- “έδειχναν” ότι όχι μόνο είχε ξαναβρεθεί στην Αγγλία η Γουέντα, αλλά πρέπει να είχε ζήσει και στο συγκεκριμένο σπίτι!
Σε μια προσπάθεια της να συνέλθει από την αναστάτωση αυτής της διαπίστωσης, δέχτηκε την πρόσκληση κάποιων συγγενών του Ζιλ, να περάσει μαζί τους λίγες μέρες στο Λονδίνο. Εκεί είχε τη χαρά να κάνει και μια πολύ ενδιαφέρουσα γνωριμία με μια ηλικιωμένη κυρία που άκουγε στο όνομα Μις Μάρπλ!
Όταν όμως ένα βράδυ βρέθηκαν όλοι μαζί στο θέατρο…
…
Η παράσταση έφτανε σιγά-σιγά στο τέλος, πλησίαζε η φρικτή κορύφωση. Πάνω από τα φώτα της ράμπας ακούστηκε η φωνή του ηθοποιού, γεμάτη από την τραγωδία μιας στρεβλής και διεστραμμένης νοοτροπίας.
«Σκέπασε το πρόσωπό της, θάμπωσαν τα μάτια μου, πέθανε τόσο νέα…»
Η Γουέντα ούρλιαξε.
Πετάχτηκε από το κάθισμα της, άνοιξε δρόμο σπρώχνοντας τους άλλους στα τυφλά και βγήκε στο διάδρομο, πέρασε την έξοδο κι ανέβηκε τα σκαλιά για να βγει στο δρόμο. Δε σταμάτησε ούτε τότε, μα άρχισε να ανεβαίνει την οδό Χέιμαρκετ με ένα τυφλό πανικό, πότε περπατώντας, πότε τρέχοντας.
…
Για ποιο λόγο αναστατώθηκε τόσο πολύ η Γουέντα από τα λόγια του ηθοποιού; Μήπως κάπου τα είχε ξανακούσει; Μήπως το μέρος που τα είχε ξανακούσει ήταν το σπίτι που μόλις αγόρασε με τον σύζυγό της; Και αν όντως συμβαίνει αυτό, η στραγγαλισμένη γυναίκα που της ήρθε -το επόμενο πρωινό- στο μυαλό να κείτεται νεκρή στο χωλ του Hillside, είναι κάτι πέρα από αποκύημα της φαντασίας της;
Ευτυχώς, ένα τηλεγράφημα την ειδοποιεί ότι ο Ζηλ έφτασε στην Αγγλία. Μαζί θα προσπαθήσουν να βρουν μια άκρη και, πιθανότατα, θα τους βοηθήσει και η Μις Μάρπλ! Εσείς τι λέτε;
Αγοράστε το «Η ξεχασμένη δολοφονία», της Αγκάθα Κρίστι, κάνοντας κλικ εδώ!
Κριτική και εντυπώσεις
Το «Sleeping murder – Η ξεχασμένη δολοφονία» είναι το τελευταίο βιβλίο της Αγκάθα Κρίστι που εκδόθηκε -το 1976 στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις Η.Π.Α.- αλλά όχι κι εκείνο που γράφτηκε τελευταίο από τη Βρετανίδα μετρ των αστυνομικών ιστοριών!
Το έργο αυτό έχει μεταφερθεί τόσο στο ραδιόφωνο, όσο και στη τηλεόραση, και ανήκει στα μυθιστορήματα της Αγκάθα Κρίστι που ένας από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους έχει δοθεί στην πανέξυπνη και πολυμήχανη Μις Μάρπλ!
Το σκηνικό που εξελίσσεται η υπόθεση είναι κυρίως η ύπαιθρος του Βρετανικού νότου, και λίγες μόνο σκηνές διαδραματίζονται στο Λονδίνο. Οι ήρωες της μυθιστορίας, όπως σε κάθε έργο της αγαπημένης συγγραφέως, είναι προσεκτικά πλασμένοι και τοποθετημένοι μέσα στη πλοκή!
Το παζλ της υπόθεσης συμπληρώνεται σταδιακά, εν μέσω ανατροπών και οι έντονα φορτισμένων στιγμών! Είναι βέβαιο ότι θα συμπαθήσετε την Γουέντα από τις πρώτες σελίδες και θα τη συντροφεύσετε πιστά μέχρι τη λύση των γρίφων που εμφανίζονται στο δρόμο της! Όσο για τη Μις Μάρπλ! Ε… το ξέρετε ήδη… απλά δεν υπάρχει!
Καλή σας ανάγνωση και καλή διασκέδαση!
Οπισθόφυλλο:
Είναι πραγματικά πολύ επικίνδυνο να πιστεύουμε τι λέει ο κόσμος. Εγώ έχω πάψει να το κάνω εδώ και χρόνια.
Η νιόπαντρη Γκουέντα νόμιζε ότι αυτή η μικρή βίλα μπροστά στη θάλασσα ήταν το σπίτι των ονείρων της.
Από τη στιγμή που μετακόμισε εκεί, όμως, περίεργα πράγματα άρχισαν να συμβαίνουν. Όσο περίμενε τον άντρα της να έρθει στην Αγγλία προσπάθησε να ανακαινίσει το σπίτι, αλλά ένιωθε συνέχεια σαν να σκάλιζε ένα σκοτεινό παρελθόν. Και ήταν αδύνατον να ελέγξει τον παράλογο τρόμο της κάθε φορά που ανέβαινε τη σκάλα για τον πάνω όροφο…
Απελπισμένη, κατέφυγε στη μις Μαρπλ. Περίμενε πως θα τη βοηθούσε να ξορκίσει τους φόβους της, όχι να εξιχνιάσει ένα παλιό, «τέλειο» έγκλημα…
Αγοράστε το «Η ξεχασμένη δολοφονία», της Αγκάθα Κρίστι, κάνοντας κλικ εδώ!
Ταυτότητα βιβλίου
Τίτλος βιβλίου
Η ξεχασμένη δολοφονία
Sleeping murder
Συγγραφέας
Αγκάθα Κρίστι
Agatha Christie
Μετάφραση
Χρύσα Θ. Μπανιά
Εκδοτικός οίκος
Εκδόσεις Ψυχογιός
Ημερομηνία έκδοσης
Ιούνιος 2020
Αριθμός σελίδων
238
ISBN
978-618-01-3517-6
Συντάκτης άρθρου
Κριτική του βιβλίου από τον Κώστα Τραχανά
«Η ξεχασμένη δολοφονία», Αγκάθα Κρίστι
Εκδόσεις Ψυχογιός, 2020
Σελ. 238
Η εικοσάχρονη Γκουέντα Ριντ κατάγεται από τη Νέα Ζηλανδία και φθάνει στην Αγγλία, χώρα καταγωγής του νεκρού πατέρα της, ταγματάρχη Κέλβιν Χάλιντεϊ. Έχει παντρευτεί πριν τρεις μήνες στην Ινδία τον Ζιλ Ριντ και τώρα η Γκουέντα ήρθε για να αναζητήσει και να αγοράσει ένα δικό τους σπίτι. Αποφασίζει να πάει στο Ντίλμουθ ένα γοητευτικό παραθαλάσσιο θέρετρο. Βρίσκει τελικά μια παλιά, μικρή, λευκή βικτωριανή βίλα, με έξι κρεβατοκάμαρες. Της άρεσε τόσο πολύ, που αμέσως το αγοράζει και αρχίζει να κάνει κάποιες επιδιορθώσεις και ανακαινίσεις.
Κατεβαίνοντας τις σκάλες του σπιτιού η Γκουέντα ένιωσε να τη λούζει ένα κύμα παράλογου τρόμου. Μια αίσθηση αποτρόπαια. Δεν μπορεί να καταλάβει τι της συμβαίνει. Μήπως η βίλα έχει φαντάσματα και είναι στοιχειωμένη; Με τις εργασίες του σπιτιού, το Χίλσαϊντ, ξεχνιέται και έτσι περνάει ο πρώτος μήνας. Όμως κατά την διάρκεια των εργασιών ανακαίνισης βρίσκουν μια κτισμένη πόρτα σε ένα τοίχο του σπιτιού, την οποία είχε μαντέψει η Γκουέντα. Επίσης ανακαλύπτει, σαν να είναι ενορατική, ένα μονοπάτι έξω, που κατέβαινε από τη βεράντα στο γρασίδι μέσα από τους θάμνους. Επίσης ανοίγει ένα κολλημένο ντουλάπι αλλά από πριν ξέρει τι ταπετσαρία έχει μέσα!!!
Βρισκόταν σε ένα σπίτι στο οποίο δεν είχε ξαναμπεί ποτέ, σε μια χώρα που πρώτη φορά επισκεπτόταν, και μόλις πριν από δυο μέρες ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι και φανταζόταν την ταπετσαρία ακριβώς αυτού του δωματίου και του ντουλαπιού, και η ταπετσαρία που είχε φανταστεί ήταν ίδια και απαράλλακτη με εκείνη που κάλυπτε κάποτε τους τοίχους.
Το μονοπάτι στον κήπο και την πόρτα που συνέδεε τα δυο δωμάτια μπορούσε να τα εξηγήσει ως σύμπτωση, εδώ όμως με την ταπετσαρία δεν υπήρχε καμία σύμπτωση. Υπήρχε κάποια εξήγηση που της διέφευγε και… ναι, την τρόμαζε. Κάπου κάπου δεν έβλεπε εμπρός, αλλά πίσω – πίσω σε κάποια αλλοτινή κατάσταση του σπιτιού. Από στιγμή σε στιγμή θα μπορούσε να δει κάτι περισσότερο – κάτι που δεν ήθελε να δει… Το σπίτι την τρόμαζε… Μα ήταν το σπίτι, ή η ίδια;
Στο Ντίλμουθ φθάνει και η μις Μαρπλ, μια γλυκύτατη, ηλικιωμένη, ψηλόλιγνη, με ροδαλά μάγουλα και γαλάζια μάτια, για να ξεκουραστεί. Γνωρίζεται με την Γκουέντα, όταν ο Ρέιμοντ Γουέστ, ανιψιός της μις Μαρπλ και φίλος του Ζιλ Ριντ, βάζει τα δυνατά του να περάσει καλά και να είναι ευπρόσδεκτη, η κυρία Γκουέντα Ριντ. Πηγαίνουν όλοι μαζί στο θέατρο. Προς το τέλος της παράστασης του θεάτρου, όταν η φωνή του ηθοποιού λέει τα εξής λόγια: «Σκέπασε το πρόσωπό της. Θάμπωσε τα μάτια μου, πέθανε τόσοι νέα…», η Γκουάντα ουρλιάζει, πετάγεται από το κάθισμα και φεύγει τροχάδην, για το σπίτι που την φιλοξενεί. Και ο Ρέιμοντ και η μις Μπαρπλ δεν μπορούν να καταλάβουν τι τρόμαξε αυτή τη νέα κοπέλα.
Η Γκουέντα αρχίζει πλέον να πιστεύει ότι τρελαίνεται. Αναφέρει στον οικοδεσπότη και στην μις Μαρπλ, ότι την ώρα που είπε αυτά τα λόγια ο ηθοποιός, αυτή βρέθηκε νοερά στο σπίτι που αγόρασε, εκεί στα σκαλιά, κοιτούσε το χολ πιο κάτω, πίσω από τα κάγκελα της σκάλας και είδε να κείτεται εκεί. Σωριασμένη, νεκρή. Είχε ολόχρυσα μαλλιά και το πρόσωπό της ήταν …μπλαβό! Ήταν νεκρή, την είχαν στραγγαλίσει και κάποιος έλεγε εκείνα τα λόγια με τον ίδιο φρικτό, χαιρέκακο τρόπο. Είδε τα χέρια του, γκρίζα, ρυτιδιασμένα, δεν ήταν ανθρώπινα, ήταν πιθηκίσια,… ήταν φρικτό. Ήταν νεκρή…
Η μις Μαρπλ ρώτησε μαλακά: «Ποια ήταν η νεκρή;»
– Η Έλεν…
Τότε η Γκουέντα αναρωτιέται: «Γιατί το είπα αυτό;», «Γιατί είπα «Έλεν»; «Δεν ξέρω καμία Έλεν!», «Είδατε;» είπε, «Είμαι τρελή! Φαντάζομαι πράγματα! Βλέπω συνεχώς πράγματα που δεν υπάρχουν. Στην αρχή ήταν η ταπετσαρία, τώρα βλέπω πτώματα. Άρα χειροτερεύω.».
«Έλα καλή μου, μη βγάζεις βεβιασμένα συμπεράσματα», της είπε η Μις Μαρπλ.
«Τότε είναι το σπίτι. Είναι στοιχειωμένο, μαγεμένο» λέει η Γκουέντα, «Βλέπω πράγματα που έχουν συμβεί εκεί, εκτός κι αν βλέπω πράγματα που πρόκειται να συμβούν εκεί. Καλά θα κάνω να πάω σε ψυχίατρο».
Η Μις Μαρπλ της απαντάει: «Έχουμε τρία συγκεκριμένα συμβάντα που σε τάραξαν, η πιο φυσική εξήγηση θα ήταν πως τα έχεις ξαναδεί. Ίσως είναι αναμνήσεις».
«Μα δεν έχω ξαναέρθει στην Αγγλία» λέει η Γκουέντα.
«Εμένα μου φαίνεται πιθανόν» είπε η μις Μαρπλ, «να σε έφερε ο πατέρας σου πρώτα στην Αγγλία όταν πέθανε η μητέρα σου, και να έζησες πραγματικά σε αυτό το σπίτι, το Χίλσαϊντ. Μου είπες ότι ένιωσες οικεία αμέσως μόλις μπήκες στο σπίτι. Και διάλεξες να κοιμηθείς στο δωμάτιο που μάλλον ήταν το παιδικό σου δωμάτιο…»
«Μα δεν είναι παράξενο να έρθω στην Αγγλία και να αγόρασα το ίδιο σπίτι στο οποίο είχα ζήσει με τον πατέρα μου τον Κέλβιν Χάλιντεϊ και την μητριά μου την Έλεν Χάλιντεϊ (που πριν δεκαοκτώ χρόνια είχε εξαφανιστεί ξαφνικά) πριν από τόσα χρόνια;»
«Σίγουρα πέρασες από ένα σπίτι που σου ξύπνησε μνήμες. Οι αναμνήσεις είναι ακόμα εκεί, βαθιά μέσα. Δεν πρόκειται για κάτι υπερφυσικό. Ίσως σε αυτό το σπίτι έγινε μία δολοφονία».
Όταν επιστρέφει ο σύζυγός της Γκουέντα, του αναφέρει όλα τα συμβάντα. Ψάχνουν και οι δύο να ανακαλύψουν, αν πριν δεκαοκτώ χρόνια η Γκουέντα, βρισκόταν σε αυτή την πόλη και σε αυτό το σπίτι με τον πατέρα της και την μητριά της.
Η μις Μαρπλ τους συμβουλεύει ότι αν υποθέσουμε ότι σε αυτό το σπίτι έζησε τριών χρονών η Γκουέντα και εκεί έγινε μία δολοφονία, να αφήσουν τα πράγματα όπως έχουν και να μην τα σκαλίζουν. Μπορεί να πρόκειται για ένα φόνο από το παρελθόν. Μια ξεχασμένη δολοφονία. Είναι επικίνδυνο να ανακατεύεται κανείς με τους φόνους…
Ο Ζιλ Ριντ δεν ακούει τίποτα. Είναι ένας θαρραλέος και ευθύς άντρας, παρά τις συμβουλές της μις Μαρπλ αποφασίζει να διερευνήσει το θέμα των αναμνήσεων της γυναίκας του και το μυστήριο στο οικογενειακό της περιβάλλον.
Θα βρεθούν όμως και η Γκουέντα και ο Ζιλ αναπόφευκτα αντιμέτωποι σε δυσάρεστε αλήθειες…
Το μυθιστόρημα αυτό συνδυάζει τον αστυνομικό γρίφο με την ένταση του ψυχολογικού θρίλερ. Ένα βιβλίο ύμνο στη δύναμη της ανάγνωσης.
Ένα καθηλωτικό αστυνομικό μυθιστόρημα. Ίσως ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα της Αγκάθα Κρίστι.
Η Αγκάθα Κρίστι γεννήθηκε στην Αγγλία, στο Τορκί, το 1890. Είναι γνωστή κυρίως για τα αστυνομικά έργα της –εξήντα έξι μυθιστορήματα και δεκατέσσερις συλλογές διηγημάτων–, πολλά από τα οποία έχουν κεντρικό χαρακτήρα τον θρυλικό ντετέκτιβ Πουαρό ή την απαράμιλλη μις Μαρπλ. Έγραψε επίσης δύο αυτοβιογραφικά έργα, αισθηματικά μυθιστορήματα αλλά και θεατρικά, μεταξύ των οποίων το μακροβιότερο έργο στην ιστορία του σύγχρονου θεάτρου, την Ποντικοπαγίδα.
Η Άγκαθα Κρίστι, που έχει τιμηθεί από τη Βασίλισσα του Ηνωμένου Βασιλείου με τον τίτλο της Dame για τη συνεισφορά της στη λογοτεχνία, ανήκει στους δημιουργούς που διαμόρφωσαν καταλυτικά την εξέλιξη του αστυνομικού μυθιστορήματος. Παράλληλα, είναι η δημοφιλέστερη συγγραφέας όλων των εποχών, καθώς οι πωλήσεις των έργων της έχουν ξεπεράσει το ένα δισεκατομμύριο αντίτυπα στην αγγλική γλώσσα και άλλο ένα δισεκατομμύριο σε μεταφράσεις. Πέθανε το 1976.
Τραχανάς Κώστας