Εκδόσεις Πάπυρος, 2010
Σελ. 327
Έξι ηλικιωμένες γυναίκες μαζεύονταν κάθε Τετάρτη στο σπίτι της Μόρφω. Τα έξι αυτά κορίτσια είχαν περάσει πολέμους, εμφυλίους, δικτατορίες. Πέρασαν κούραση, χαμούς, θανάτους και χαρές, κλεισμένες οι περισσότερες στα σπίτια τους. Άλλες με καλούς συζύγους, άλλες με ρεμάλια. Όλες ήταν βασανισμένες γυναίκες. Αυτές οι συναντήσεις για καφέ, χαρτιά, συζήτηση, κουτσομπολιό, ήταν μια όαση μέσα στην γεροντική μοναξιά τους. Γριές με τις παραξενιές τους, αλλά δεν σκεφτόταν καμιά τους τον θάνατο…
Η Μαρί ήταν εξήντα έξι χρονών, με τα μελί μαλλιά, που μέσα σε μια μέρα έχασε τον άντρα της και την κόρη της, την κοινωνική της θέση, τον κύκλο της, τις ακριβές της συνήθειες, τα λούσα, τα ταξίδια, μόνο η οικιακή βοηθός η Σοφίκα της έμεινε, η άκληρη Μαρίτσα, ογδόντα τεσσάρων χρονών, με τα βαμβακένια μαλλιά και τα τεράστια γυαλιά, που λόγω άνοιας την φωνάζανε οι φίλες της «Βασίλισσα της άνοιας», η ξανθιά εβδομηντάχρονη Μόρφω, με τα όμορφα μάτια, η Ελένη με τα παντελόνια, η Παναγιώτα που έχασε πρόσφατα το γιό της, η ενενηντάχρονη Φωφώ, που μάθαινε αγγλικά αν και είχε ένα εγκεφαλικό και περπατούσε με το πι και η ογδοντάχρονη Τήλα, όλες αυτές μαζί οι ηλικιωμένες γυναίκες ήταν μια μεγάλη αγαπημένη παρέα. Καλύτερα από αδελφές. Καλύτερα από συγγενείς.
Η Τήλα και η Μόρφω είχαν υπάρξει οι μεγάλες αγάπες της Μαρίτσας. Η Τήλα σαν γυναίκα και η Μόρφω σαν αδελφή… Από τότε που έπαθε εγκεφαλικό η Φωφώ, η Μόρφω ήταν δίπλα της κάθε μέρα. Καλύτερη και από νοσοκόμα. Τη φρόντιζε, την άλλαζε, της έδινε τα φάρμακα, της έκανε μπάνιο.
Η Μόρφω τις κινητοποίησε όλες, για να σώσουν την Τήλα. Τις είχε λήψει πολύ η Τήλα. Όταν με τον άλφα ή βήτα τρόπο είσαι με κάποιον για τριάντα χρόνια και σου τον πάρουν μακριά, η ζωή σου αδειάζει. Δεν έχεις λόγο να συνεχίσεις. Ήταν αυτή η σιωπηλή παραδοχή, η σιωπηλή ενοχή που ένιωθαν για τη φίλη τους Τήλα, να την πετάξουν τα δυο παιδιά της, οι δικηγόροι, για να εκμεταλλευτούν την περιουσία της. Ήθελαν να την βάλουν σε γηροκομείο. Φαντάστηκαν την Τήλα δεμένη σε ένα κρεβάτι, ναρκωμένη για να μην κάνει φασαρία, με λερωμένη πάνα, βρόμικη, άπλυτη, ολομόναχη.
Οι πέντε φίλες ήταν αποφασισμένες να εμποδίσουν να γίνει αυτό το έγκλημα, ο αναγκαστικός εγκλεισμός της φίλης τους, της Τήλας. Ήταν αποφασισμένες να οργανώσουνε επιχείρηση διάσωσης. Έπρεπε να βρούνε μια λύση σωτηρίας για την Τήλα. Τι θα μπορούσαν να κάνουν πέντε ηλικιωμένες γυναίκες, έστω κι αν δεν ένιωθαν ηλικιωμένες; Πώς μπορούσανε να εμποδίσουνε τα δύο αδέλφια, να βάλουν την φίλη τους, στο γηροκομείο; Ήταν κακό και άδικο αυτό που της έκαναν. Μετά από όσα πέρασε στη ζωή της, δεν της άξιζε αυτή η μεταχείριση.
Οι πέντε φίλες δεν μπορούσαν να δούνε καθόλου την Τήλα εδώ και ένα χρόνο, γιατί την είχαν κλείσει τα παιδιά της στο σπίτι. Της βάλανε μια οικιακή βοηθό κέρβερο, την Ταμάρα, που δεν την άφηνε ούτε στο τηλέφωνο να βγει. Κι όταν τόλμησαν να καλέσουν τους γιούς της, για να μάθουν νέα της, ο ένας από αυτούς τους έκλεισε το τηλέφωνο στα μούτρα και τις είπε να μην τολμήσουν άλλη φορά να τηλεφωνήσουν.
Τώρα στις συγκεντρώσεις τους στο σπίτι της Μόρφω μηχανεύονταν σχέδια διάσωσης για την Τήλα. Με την κουβέντα ζωντάνευαν, θύμωναν, συζητούσαν, διαφωνούσαν, θυμώνανε ενθουσιάζονταν, παθιάζονταν. Οι ίδιες γυναίκες που πριν λίγη ώρα συζητούσαν για το που θα πάνε εκδρομή το Πάσχα και ποια έχει υψηλότερη πίεση, τώρα οργάνωναν τη μεγάλη απόδραση.
Η Τήλα δεν είχε προβλήματα υγείας, δεν ήταν βάρος σε κανέναν. Ζούσε από τη σύνταξή της. Δεν έπρεπε να μπει σε γηροκομείο. Η Τήλα ήταν φίλη τους, ήταν αδελφή τους και δεν θα αφήνανε να την πετάξουν στα αζήτητα.
Όμως τέτοιο ήταν το πείσμα και η αγάπη τους για την Τήλα, που αποφασίζουν να διοργανώσουν ένα παζάρι, για να συγκεντρώσουν χρήματα για να μην μπορεί κανείς να την μετακινήσει από το σπίτι της, ακόμα κι αν πουν πως κοστίζει επειδή είναι γριά, να μην έχει ανάγκη. Στην προσπάθειά τους αυτή θα βοηθούσε και η κόρη της Μόρφω, η Λίζα, που είχε έρθει για λίγες μέρες από τη Γερμανία.
Είχαν ένα μήνα μπροστά τους να σώσουν την Τήλα και θα τον εξαντλούσαν. Άρχισαν να μαζεύουν στο σπίτι της Μαρί, όλα όσα ήθελαν να δώσουν. Ετοίμασαν προσκλήσεις και κονκάρδες για τους γείτονες, τους φίλους, τις φίλες και η Λίζα τους έφτιαξε και ένα πανό με το εξής σύνθημα: «Σώστε την Τήλα»…
Όσα είχαν ζήσει τον τελευταίο μήνα, από τότε που ξεκίνησε η επονομαζόμενη περίοδος «διάσωσης της Τήλας» πόσο είχαν αλλάξει οι ρυθμοί τους! Οι στόχοι και οι προσδοκίες τους… Μέχρι να προκύψει το πρόβλημα εγκλεισμού της Τήλας, ήταν όλες τους σε μια κατάσταση νάρκωσης. Περνούσαν τις ζωές τους χωρίς κανένα πάθος, καμία ένταση, κανένα ενδιαφέρον. Οι τελευταίες εβδομάδες όμως τα ανέτρεψαν όλα. Ανατράπηκε η ζωή τους.
Τα δυο παιδιά της Τήλα, τις είχαν απειλήσει πως αν συνεχίζανε αυτά τα παζάρια, θα τις κατήγγειλαν για σύσταση… συμμορίας και τις αποκαλούσαν διεστραμμένες τρελόγριες. Τι μπορούσαν να κάνουν; Πώς μπορούσαν να υπερασπιστούν τη φίλη τους, την επιλογή τους, την προσπάθειά τους, τη θέληση για ζωή, το δικαίωμα για ζωή, όταν απέναντί τους είχαν τον ίδιο τον νόμο και τα δυο παιδιά της Τήλας, που ήταν δικηγόροι; Θα συνεχίσουν τον αγώνα ή θα σταματήσουν;
Μια τραγικωμωδία… Κωμωδία από την πλευρά των κοριτσιών, τραγωδία από την πλευρά της Τήλα.
Ένα βιβλίο για τα γεράματα, τις γιαγιάδες, τους παππούδες, τις αναμνήσεις, την μνήμη ένα διαρκές μαρτύριο, την μελαγχολία του τέλους της ζωής, την ζωή και τον θάνατο, την εγκατάλειψη των ηλικιωμένων από τους συγγενείς τους, τις εύθραυστες οικογενειακές σχέσεις, τα άθλια γηροκομεία, τον εγκλεισμό, τα ιδρύματα-μπουντρούμια, τα σπίτια -φυλακές, την φιλία των γυναικών, τον κόσμο των γυναικών, την σκλαβιά στον άντρα, την μοναξιά, την απομόνωση, την κουβέντα με τα τείχη των σπιτιών, την δυστυχία, την πίκρα, την θλίψη, την απώλεια, το πένθος, τον πόνο, την αδικία, την κακία, την τιμωρία, την απόγνωση, την ευτυχία, τις επιθυμίες, τα θέλω, τον δυναμισμό, τον έρωτα, την αγάπη, τη δύναμη για ζωή, την ζωή που είναι ωραία, την χαρά της ζωής, τον Άλλο, την καλοσύνη των ξένων…
Παλαιότερα, οι άνθρωποι πέθαιναν ανάμεσα σε συγγενείς και φίλους, κι ένα παιδί μπορούσε να είναι θεατής στον θάνατο, τον μάθαινε, έτσι τον φοβόταν λιγότερο. Μα έπειτα ο θάνατος εξορίστηκε σε απρόσωπα δωμάτια νοσοκομείων και γηροκομείων ή οι ηλικιωμένοι πεθαίνουν εγκαταλελειμμένοι, έτσι έγινε ο θάνατος, ο μεγάλος άγνωστος. Το τρομερό δεν είναι ότι οι άνθρωποι πεθαίνουν, αυτό είναι αναπόδραστο. Τρομερό είναι το πόσο τρομερό το θεωρούμε, γιατί είναι πλέον ο θάνατος τόσο μακριά μας κι ας είναι ο πιο πιστός μας σύντροφος…
Ένα ανάλαφρο, γλυκόπικρο, αιχμηρό, επίκαιρο, καθηλωτικό, συγκινητικό αλλά και απολαυστικό μυθιστόρημα, που αφήνει τον αναγνώστη με ένα χαμόγελο κατανόησης και γνώσης.
Και η δική μας ζωή -και ολωνών οι ζωές- είναι τίγκα στο μαύρο χιούμορ… Το «γυναικείο» βλέμμα γραφής της Μαρίας Σούμπερτ, παρεμβατικό και ανατρεπτικό, υπονομεύει, χλευάζει και καταγγέλλει στερεότυπα. Αξίζει να διαβαστεί.
Η Μαρία Σούμπερτ γεννήθηκε στο Μόναχο της Γερμανίας το 1979. Εργάζεται στο χώρο της επικοινωνίας πολιτιστικών γεγονότων και ως δραματοθεραπεύτρια. Είναι συγγραφέας των βιβλίων Η συμμορία της Τήλας (εκδ. Πάπυρος), Invitation to a party, not Another Fairytale (θεατρικό, εκδ. Μπαρτζουλιάνος), Η Ρόζα στη μέση (εκδ. Μελάνι), Club κυλικείο (εκδ. Κέδρος), Τα πράσινα, τα καστανά και τα μαύρα μάτια (εκδ. Πόλις). Το 2012 εκδόθηκε το πρώτο της παραμύθι, Του φεγγαριού η κόρη (εκδόσεις Διάπλαση). Γράφει και μεταφράζει παραμύθια από τα γερμανικά.
Τραχανάς Κώστας