Είναι κάποια βιβλία που -όπως λέμε στην καθομιλουμένη- τα ξέρει και η κουτσή Μαρία. Όλοι γνωρίζουν τον τίτλο και τον δημιουργό τους, ακόμα κι εκείνοι που δεν τα έχουν διαβάσει. Αυτό κατά την γνώμη μου, είναι και το υψηλότερο σημείο που μπορεί να φτάσει ένα λογοτεχνικό έργο και ένας συγγραφέας. Να περάσει μέσα στην παράδοση, στο DNA, ενός λαού. Ένας από τους Έλληνες συγγραφείς που το έχουν καταφέρει αυτό, είναι ο Στρατής Τσίρκας με τις «Ακυβέρνητες Πολιτείες». Μια τριλογία που την απαρτίζουν τα: «Η Λέσχη», «Αριάγνη» και «Η Νυχτερίδα». Σε αυτό το κείμενο θα αποπειραθώ να σας “μιλήσω” για το πρώτο εξ αυτών και να σας γράψω τις εντυπώσεις μου από την ανάγνωση του.
Η Λέσχη, εκδομένη για πρώτη φορά το 1961 από τον εκδοτικό οίκο Κέδρο διέγραψε μια λαμπρή πορεία στα ελληνικά γράμματα και άφησε την δική της σφραγίδα σε αυτά. Το αντίτυπο που διάβασα, ανήκει στην τριακοστή έκτη έκδοση (2002) και ως εξώφυλλο -όπως μπορείτε να δείτε στα δεξιά- φέρει μια φωτογραφία της Ιερουσαλήμ, του Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου. Την φιλολογική επιμέλεια, τα σχόλια και τις σημειώσεις του έργου, υπογράφει η Χρύσα Προκοπάκη.
Ο τόπος δράσης των ηρώων του Στρατή Τσίρκα, στην Λέσχη, είναι τα Ιεροσόλυμα. Τέλη της άνοιξης του 1942. Στην πόλη, όπως και σε άλλες της Μέσης Ανατολής καθώς και της βορείου Αφρικής, έχουν μετοικίσει πολίτες και στρατιώτες, από χώρες που τις έχουν καλύψει τα μαύρα σύννεφα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μια πόλη γεμάτη από Άραβες, Εβραίους, Ρώσους, Αρμένιους, Πολωνούς, Τσέχους, φυσικά ορθόδοξους Έλληνες και άλλες εθνικότητες διασκορπισμένους στους αντίστοιχους μαχαλάδες αλλά στην ουσία ανακατεμένους όλους μαζί μέσα από τα τείχη της. Μια μικρογραφία ολάκερου του κόσμου η Ιερουσαλήμ και μια μικρογραφία αυτής, η πανσιόν της Άννας Φέλντμαν στην Γερμανική συνοικία.
Οι ένοικοι ένα μωσαϊκό εθνοτήτων και το πανδοχείο ένας σωστός πύργος της Βαβέλ. Άνθρωποι διαφορετικής τάξης, μόρφωσης και κουλτούρας προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την “φιλοξενία” της φράου Φέλντμαν και ταυτόχρονα να ζήσουν σε μια εποχή που όλα έχουν ανατραπεί εξαιτίας του πολέμου. Ξεχωριστές φιγούρες η Έμμη Μπόμπρετσμπεργκ και ο Μάνος Καλογιάννης. Η Έμμη μια φιλήδονη Αυστριακή, σύζυγος ενός πρώην υπουργού της χώρας της, και ο Μάνος ένας αξιωματικός του Ελληνικού στρατού -αριστερών πεποιθήσεων- που κρύβεται (τουλάχιστον στην αρχή του βιβλίου) από τους συντρόφους του, με τους οποίους έχει έρθει σε σύγκρουση. Ζωές και συναισθήματα πλεγμένα, μα πάνω από όλα αυτά, κάποιοι -άτομα και υπηρεσίες- κινούν διάφορα νήματα σε ποικίλους τομείς. Ανάμεσα τους και η Λέσχη…
Το πρώτο πράγμα που μου έκανε εντύπωση στο βιβλίο του Στρατή Τσίρκα είναι οι περιγραφές. Εξαιρετικά λεπτομερείς που σχεδόν σε κάθε παράγραφο δημιουργούν και μια νέα εικόνα στο μυαλό του αναγνώστη. Δεύτερο και εντυπωσιακότερο, ο συνδυασμός της λογοτεχνικής γλώσσας -«τα μάτια της ήταν δύο νυχάτες ρώγες χρυσό μέλι»- με εκφράσεις που χρησιμοποιούνταν στην καθημερινή ζωή, της εποχής -«αψηλές ράχες», «άκουα τα τρένα» και «ξοδεύει κάμποση ώρα μαζί μου κουσελεύοντας».
Η Λέσχη είναι ένα πολυεπίπεδο βιβλίο με δύο από αυτά -τα επίπεδα- να είναι ο καμβάς που πάνω τους έχει “ζωγραφίσει” το έργο του ο συγγραφέας.
Το ένα είναι οι καθημερινές περιπέτειες των ηρώων του, όπου έχει καθαρά ηθογραφικό χαρακτήρα. Σκιαγραφούνται άνθρωποι που ο πόλεμος έχει βγάλει σε άλλους τον καλό και σε άλλους τον κακό εαυτό τους. Ψυχές κλεισμένες στο μικρόκοσμο τους, που προσπαθούν να μείνουν μακριά από όλους, ενώ ταυτόχρονα θέλουν να ξέρουν τα πάντα για τους γύρω τους, μιας και «οι καιροί είναι πονηροί» και «καλό είναι να φυλάγεσαι». Χαρακτήρες που συνδετικός κρίκος τους είναι ο έρωτας. Πότε ως συναίσθημα που ευφραίνει την ψυχή και λειτουργεί σαν καταφύγιο και πότε -τις περισσότερες φορές- ως πράξη που λειτουργεί ως απόδειξη ότι το σώμα εξακολουθεί να είναι ζωντανό την στιγμή που ο θάνατος έχει απλώσει τα φτερά του και συλλέγει χιλιάδες, εκατομμύρια κορμιά από τις χώρες που βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση.
Δεύτερο επίπεδο είναι τα ιστορικά και πολιτικά γεγονότα που λαμβάνουν χώρα την εποχή εκείνη. Ο Μάνος ως αριστερός που διαφωνεί με την γραμμή του κόμματος, εκφράζει τις ανησυχίες πολλών ομοϊδεατών του και φανερώνει πρακτικές που δεν τιμούν και «αδικούν» την αριστερά ως πολιτικό χώρο. Πρακτικές που οφείλονταν, κυρίως, στον τρόπο που αντιλαμβάνονταν τα πράγματα ορισμένοι που κατείχαν καίριες θέσεις στην οργάνωση. Απ’ την άλλη παρουσιάζεται η δράση διαφόρων ξένων οργανώσεων και τα πολιτικά παιχνίδια των κρατών που παίχτηκαν στην Μέση Ανατολή την περίοδο του πολέμου.
Εν κατακλείδι, ο συγγραφέας, καταφέρνει να μας δώσει μια πλήρη -άκρως διαφωτιστική- εικόνα των γεγονότων στον τόπο και το χρόνο που δρουν οι ήρωες του αλλά και να μας παρουσιάσει την καθημερινότητα των ανθρώπων που έλαβαν μέρος σε αυτά. Ανθρώπων που η συγκυρία τους ώθησε να ανακαλύψουν τα προσωπικά τους όρια και μαζί με αυτά και τα όρια της ανθρώπινης φύσης.
Από τα “αυτιά” του βιβλίου μεταφέρουμε:
Οι Ακυβέρνητες Πολιτείες απαρτίζονται από τρεις τόμους: Η Λέσχη (1961), Αριάγνη (1962), Η Νυχτερίδα (1965). Η δράση τοποθετείται αντίστοιχα στην Ιερουσαλήμ, στο Κάιρο, στην Αλεξάνδρεια. Ένα μυθιστόρημα που τιθασεύει αριστοτεχνικά μια χειμαρρώδη ιστορική ύλη, δίνοντας ανθρώπινη φωνή στο έπος και στο δράμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, την ώρα που κρινόταν το μέλλον των λαών και παίχτηκε στα ζάρια η τύχη της Ελλάδας. Χάρη σε ποικίλες αναδρομές, η τριλογία ζωντανεύει και προγενέστερες περιόδους, από τον Μεσοπόλεμο, τον χλωρό παράδεισο της εφηβείας με τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα κάποιων ηρώων, ως την παλιά Αίγυπτο, ανακαλώντας μνήμες προγόνων. Το έργο κορυφώνεται με την εξέγερση του Στρατού και του Στόλου, το κίνημα του Απρίλη 1944 και τη δραματική καταστολή του, ενώ, με τον επίλογο του γ΄ τόμου, μεταφερόμαστε στη Θεσσαλονίκη μετά τον Εμφύλιο, το 1954, όπου ακούγεται ένα συγκλονιστικό ρέκβιεμ για τους χαμένους αγωνιστές.
Ωστόσο ο Τσίρκας δεν έγραψε χρονικό, αλλά έργο τέχνης. Ιστορική ακρίβεια και φαντασία σπάνια δένονται σ’ ένα τόσο αρμονικό σύνολο. Κινώντας στιβαρά μεγάλους όγκους, καταγράφει ευαίσθητα τις απηχήσεις των γεγονότων στη συνείδηση και στις σχέσεις των ανθρώπων, πλάθοντας ολοζώντανες μορφές που θα μείνουν στο πάνθεον των μυθιστορηματικών ηρώων. Πολιτικές μηχανορραφίες, αχαλίνωτες φιλοδοξίες μέσα στη δίνη του πολέμου, αλλά και ωραία όνειρα και περίσσευμα ανθρωπιάς και γενναιότητας δίνουν το στίγμα των Ακυβέρνητων Πολιτειών, όπου ο έρωτας, κυρίαρχος, τυλίγει και ξετυλίγει το νήμα μιας συναρπαστικής πλοκής. Παράλληλα, με την πολυφωνία της αφήγησης και με άλλες νεωτερικές τεχνοτροπίες, ο συγγραφέας κατορθώνει να συγχωνεύσει τον μοντερνισμό με την παράδοση. Ένα μεταιχμιακό έργο, που σφράγισε τα ελληνικά γράμματα σ’ αυτό τον «σύντομο 20ο αιώνα».