Η Μπουμπουκίτσα είναι μια τρυφερή και καλοσυνάτη ύπαρξη. Όχι, δεν είναι κάποιο μικρό κοριτσάκι, ούτε καμία ευαίσθητη ενήλικη γυναίκα, ούτε καν μια καλοσυνάτη γριούλα. Η Μπουμπουκίτσα είναι μια κότα! Ναι σωστά διαβάσατε. Μια κότα που -όπως τόσα εκατομμύρια άλλες- ζει περιορισμένη στο κοτέτσι ενός αγροκτήματος με μοναδικό προορισμό, τι άλλο, να γεννά αυγά!
Η Μπουμπουκίτσα μας μπορεί να ζει όπως οι άλλες κότες αυγοπαραγωγής, αλλά είναι πολύ διαφορετική από αυτές. Εκείνη έχει ανησυχίες, προβληματισμούς και όνειρα. Αν και περιορισμένη δεν έπαψε στιγμή να παρατηρεί τα άλλα ζώα που ζούσαν ελεύθερα στην αυλή. Τις πάπιες, τον σκύλο, τον κόκορα και μια άλλη κότα που προοριζόταν να γεννά πουλάκια!
…
Η Μπουμπουκίτσα ήταν κότα προορισμένη να γεννάει αυγά, πράγμα που σήμαινε ότι την εξέτρεφαν γι’ αυτόν ακριβώς το σκοπό· για τα αυγά της. Είχε καταφτάσει στο κοτέτσι εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο. Από τότε και μετά, το μόνο που έκανε ήταν να γεννάει. Δεν μπορούσε να τριγυρίζει ανέμελα, ούτε να πλαταγίζει τα φτερά της, ούτε καν να καθίσει στα ίδια της τα αυγά. Δεν είχε ξεμυτίσει απ’ το κοτέτσι ποτέ. Όμως, από τότε που είχε δει μια κότα να περιδιαβαίνει την αυλή μαζί με τα αξιολάτρευτα κοτοπουλάκια που είχαν ξεπηδήσει απ’ τα αυγά που είχε κλωσήσει, η Μπουμπουκίτσα είχε αρχίσει ενδόμυχα να τρέφει έναν μυστικό πόθο – να κλωσήσει ένα αυγό και να παρακολουθήσει το κοτοπουλάκι της να γεννιέται.
…
Πως να πραγματοποιήσει το όνειρο της; Όλα τα αυγά που γεννά κατρακυλούν -έτσι είναι φτιαγμένο το κοτέτσι- σε ένα σημείο από όπου τα παίρνουν καθημερινά ο αγρότης ή η γυναίκα του. Ένα ολόκληρο χρόνο, είπαμε, βρίσκεται περιορισμένη σ’ αυτόν τον λιλιπούτειο χώρο, κάνοντας καθημερινά το καθήκον της σαν καλολαδωμένη μηχανή. Το γεγονός αυτό όμως, δεν έχει καταφέρει ακόμα να κάμψει το ελεύθερο πνεύμα της! Έχει αρχίσει εντούτοις να ανησυχεί. Βλέπετε, το τελευταίο διάστημα η παραγωγή της δεν είναι καθημερινή και όσο για τα αυγουλάκια που γεννά; το ένα είναι μικρότερο από το άλλο. Αναρωτιέται δε, πόσα από αυτά να έχει ακόμα μέσα στη κοιλίτσα της.
Φοβούμενη ότι το όνειρό της όλο και απομακρύνεται, δεν έχει πλέον διάθεση να τρώει. Έτσι, αδυνάτισε και αρρώστησε, πράγμα που παρατήρησαν αμέσως οι ιδιοκτήτες της. Εκείνη βέβαια είχε την εντύπωση ότι αφού δεν μπορούσε πια να κάνει αυγά, θα την άφηναν να ζήσει ελεύθερη στην αυλή. Ο αγρότης όμως, όταν οι κότες του αρρώσταιναν, απλά τις έριχνε σε ένα λάκκο να ψοφήσουν!
Όσο για το τι γινόταν μετά; Όσες κότες στο λάκκο είχαν έστω και ελάχιστη ζωή μέσα τους, κατέληγαν στα σαγόνια του Νυφίτσα. Του άσπλαχνου αυτού θηρευτή που αρεσκόταν η τροφή του να έχει ζωή και να την αφαιρεί εκείνος. Με αυτό τον τρόπο ικανοποιούσε τόσο την πείνα όσο και τα άγρια ένστικτά του.
Για καλή της όμως τύχη η Μπουμπουκίτσα, ειδοποιημένη από τον Πρασινοκεφαλόπαπια, κατάφερε να βγει εγκαίρως από τον Λάκκο του Θανάτου, πριν την εγκλωβίσει στα δόντια του ο στυγνός κυνηγός. Τι θα έκανε όμως τώρα; Για να γυρίσει στο κοτέτσι ούτε λόγος. Ούτε ο αγρότης την ήθελε εκεί αλλά ούτε και η ίδια σκόπευε να ξαναφυλακιστεί στην φάμπρικα της παραγωγής αυγών.
Πρώτη σκέψη, την οποία και έκανε πράξη, ήταν να ακολουθήσει τον νέο της φίλο. Που; Μα, στον αχυρώνα… εκεί που τα ζώα της φάρμας περνούσαν την νύχτα τους, υπό την προστασία του σκύλου. Μια νέα ζωή ανοίγεται μπροστά της, αλλά μια ζωή που από τις πρώτες τις στιγμές φάνηκε ότι θα είναι σπαρμένη με δυσκολίες και πολύ αγώνα! Πρώτο εμπόδιο; Ο σκύλος-φύλακας που δεν ήθελε επ’ ουδενί να της επιτρέψει την είσοδο στην από τον ίδιο προστατευμένη περιοχή.
Την ίδια αρνητική στάση κράτησαν και όλα τα άλλα ζώα του αχυρώνα. Μοναδική εξαίρεση ο νέος της φίλος -ο Πρασινοκεφαλόπαπιας- του οποίου όμως η γνώμη δεν μετρούσε και πολύ. Εκείνον απλά τον ανέχονταν οι υπόλοιποι… δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι τον αποκαλούσαν Παρατρεχάμενο… ως όνομα και ιδιότητα μαζί! Την τελική λύση-απόφαση την έδωσε ο κόκκορας… ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης του αγροκτήματος. Η Μπουμπουκίτσα θα έμενε στον αχυρώνα, μόνο για ένα βράδυ. Το πρωί, αμέσως μετά το λάλημα του, εκείνη θα έπρεπε να αποχωρήσει και να αναζητήσει αλλού στέγη.
Και όντως έτσι έγινε. Πριν καλά καλά ξεκινήσει η άλλη μέρα, η φίλη μας έφυγε και άρχισε να περιπλανιέται έξω από τα όρια της αυλής…
…
Η Μπουμπουκίτσα πέρασε ολάκερη τη μέρα της στα λιβάδια. Έφαγε κάμπιες για κολατσιό, σκάλισε το χώμα και πήρε κι έναν αναζωογονητικό υπνάκο για να χωνέψει. Είχε τόσο πολλά πράγματα να κάνει… πολύ περισσότερα απ’ όσα φανταζόταν. Κανένας δεν της τάραξε την ησυχία – οι πάπιες πήγαν στο λόφο και κάθισαν εκεί όλη μέρα, ενώ το ζεύγος του κόκορα και της κότας δεν ξεμάκρυνε απ’ τον κήπο. Η Μπουμπουκίτσα ήταν ευχαριστημένη. Όμως, καθώς έπεφτε το σούρουπο, άρχισε να αισθάνεται μια ανησυχία. Έπρεπε να βρει ένα μέρος ασφαλές, μακριά απ’ τον Νυφίτσα.
…
Κατάφερε να βρει ένα τέτοιο μέρος ή ο βίος της τερματίστηκε σύντομα και άδοξα; Αυτό μπορώ να σας το φανερώσω… η Μπουμπουκίτσα μας έχει μπροστά της ακόμα πολύ ζωή. Μια ζωή που της επιφυλάσσει ευχάριστες και δυσάρεστες εκπλήξεις, έντονες συγκινήσεις και ένα δύο θαύματα!
Όλα αυτά όμως δεν θα τα μάθετε από αυτό εδώ το κείμενο. Θα τα ανακαλύψετε στις 157 σελίδες του μυθιστορήματος «Η κότα που ονειρευόταν να πετάξει», της Σουν-Μι Χουάνγκ. Το ΕΞΑΙΣΙΟ αυτό ανάγνωσμα, κυκλοφόρησε στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Διόπτρα, τον Μάρτη του 2014, σε μετάφραση της Αναστασίας Καλλιοντζή.
Πρόκειται για ένα βιβλίο που -δικαίως- έχει σημειώσει τεράστια επιτυχία σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Νοτιο-Κορεάτισσα συγγραφέας του, μέσα από μια απλή (φαινομενικά) ιστορία που πρωταγωνιστές είναι ζώα, μας μιλά για την ζωή και την ψυχή των ανθρώπων της εποχής μας. Για τα καλώς και τα κακώς κείμενα του κόσμου μας. Για τον ρατσισμό, για την ξενοφοβία, για το δίκαιο του ισχυρού, αλλά και για την αγάπη, την φιλία, την αξία του αγωνίζεσθαι.
Ζώα που μας μιλούν για τους ανθρώπους με τόσο εκκωφαντική και πέρα ως πέρα αληθινή φωνή, έχουν ξαναϋπάρξει στην παγκόσμια λογοτεχνία. Η κλασσική «Φάρμα των Ζώων» του Όργουελ, είναι ίσως το χαρακτηριστικότερο και δημοφιλέστερο παράδειγμα αυτού του είδους. Χωρίς να είμαι ούτε τόσο δα υπερβολικός, σας διαβεβαιώνω ότι το έργο της Σουν-Μι Χουάνγκ στέκεται επάξια δίπλα σε εκείνο του τεραστίου ταλέντου Βρετανού συγγραφέα. Αν δεν έχει θεωρηθεί ακόμα, λίαν συντόμως και το «Η κότα που ονειρευόταν να πετάξει», θα συγκαταλέγεται ανάμεσα στα καλύτερα κλασσικά λογοτεχνικά έργα.
Τι άλλο να σας γράψω; Απλά, αναζητήστε το, διαβάστε το, αναλύστε το, και φυσικά χαρίστε το! Είναι το καλύτερο δώρο που μπορείτε να κάνετε τόσο στον εαυτό σας, όσο και σε όσους αγαπάτε. Καλή ανάγνωση!
[grbk https://www.greekbooks.gr/sun-mi-hwang-soun-mi-houang.person%5DΑπό το οπισθόφυλλο του βιβλίου μεταφέρουμε:
Όλη η ομορφιά του κόσμου κλείνεται μέσα σε τούτο εδώ το μυθιστόρημα, αυτό το λογοτεχνικό κόσμημα, που ξεχειλίζει από περιπέτειες, από όνειρα που βγαίνουν αληθινά κι από μια λαχτάρα που πηγάζει από την αγάπη. Μια αλληγορία για τη ζωή, γραμμένη με μαεστρία… στο πνεύμα βιβλίων που έχουν γίνει κλασικά. Μια ιστορία που ξεχειλίζει από αγνότητα και θα μιλήσει στην καρδιά όλων των αναγνωστών.