Εκδόσεις Περίπλους, 2020
Σελ. 267
Έχει ο έρωτας ηλικία; Οι πιο πολλοί βιάζονται να δώσουν τη στερεότυπη απάντηση: όχι. Κι όμως… Ο έρωτας δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο της νεότητας, δεν έχει ηλικία. Ένα ώριμο ζευγάρι, δυο ηλικιωμένοι άνθρωποι, μπορούν να ερωτευτούν, σε πείσμα του χρόνου και της φθοράς.
Η Νέλλη Παπαστεφάνου, φιλόλογος, μεγάλωσε στην Αθήνα, ήταν αυτό που λέμε «κορίτσι από σπίτι», πενήντα δύο χρονών, πλέον, με κόρες της παντρειάς. Γνώρισε τον Άλκη λίγο πριν κλείσει τα σαράντα επτά της. Σε εκείνη την αμείλικτη χρονική στιγμή, που το κατώφλι του γήρατος αρχίζει να γίνεται ορατό και η μοναξιά δεν είναι πια ανεξαρτησία αλλά απειλή. Εκείνος θα γινόταν πενήντα έξι. Ο Άλκης Μαυρόπουλος εξήντα ένα χρονών, πλέον, με δυο αγόρια φοιτητές, είχε γεννηθεί στο Χωριό, ήταν καθηγητής φυσικός, ήταν κοινωνικός, έκανε εύκολα φίλους, ήταν ατίθασος, ζωηρός, αεικίνητος, φαγάς και γερό ποτήρι.
Το σώμα της Νέλλης με τα χρόνια είχε βαρύνει, η μέση της είχε στρογγυλέψει και ύπουλες ρυτίδες είχαν αρχίσει να στεφανώνουν το χαμόγελό τους. Όμως η καρδιά της φτερούγιζε ακόμη, παρέμενε αγέραστη, έτοιμη για νέο ξεκίνημα. Ήταν πολύ ερωτευμένη, απελπισμένα, αθεράπευτα και η τύφλωση μπροστά στην πραγματικότητα ήταν το πιο δυνατό χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς της. Μέσα στην ρομαντική της παραφορά, πίστευε ότι ο έρωτας θα έβγαινε νικητής, θα εξισορροπούσε τις αντινομίες, θα τους εξάγνιζε και θα ξέπλενε τα σκοτεινά κομμάτια του χαρακτήρα του Άλκη. Η Νέλλη πίστευε ότι θα γερνούσε μαζί με τον Άλκη.
Έξι χρόνια δεσμός, σε ισορροπημένη εναλλαγή, μια σοφή συμμετρία χαράς και λύπης ύφαινε την ασπρόμαυρη εσάρπα που τους τύλιγε. Μια σχέση που ξεφλούδιζε αντί να βαθαίνει. Ο δεύτερος και για τους δύο γάμος τους, τους οδηγεί σταδιακά σε συγκρούσεις. Οι διαφορές στις συνήθειες, στην κουλτούρα και στις αξίες τους, γίνονται και πιο ορατές. Ο χωρισμός φαίνεται η μόνη λύση.
Κι ο έρωτας; Τι απέγινε ο έρωτας; Ο έρωτας απών. Ο έρωτας δεν ήταν γνήσιος, δεν ήταν καθαρός. Υπαγορεύτηκε από την ανασφάλεια, την ανάγκη, την μοναξιά, την τάση για εξουσία. Έγινε προδοσία, μακελειό! Οι ελπίδες διαψεύστηκαν. Εκμετάλλευση από τον Άλκη. Η Νέλλη συγκατοικούσε με ένα ξένο σε ένα ξένο σπίτι. Η μαθηματική εξίσωση ήταν λάθος!
Οι διαφωνίες συσσωρεύονταν, τα παράπονα γίνονταν βαρετά βουνά. Τα καταπατημένα δικαιώματα, οι καταπιεσμένες επιθυμίες, τα ανέκφραστα συναισθήματα γύρευαν, με την υπόκωφη πίεση ενός ηφαιστείου, να βρουν διέξοδο και να εκτονωθούν. Το γέλιο σπάνιο, τα αισθήματα ατροφικά. Μια υποκρισία σε ένα σαρκοβόρο γάμο. Ακρωτηριασμένες ψυχές. Τρομεροί καυγάδες. Συγκρούσεις καθημερινές για ασήμαντες λεπτομέρειες. Η ψυχρότητα του χώρου αλληλεπιδρούσε, σαν τα συγκοινωνούντα δοχεία, με τις παγωμένες τους ψυχές. Χάος τους χώριζε. Ο έρωτάς της, η αγάπης της, ήταν βάρος…
Η Νέλλη όλα τα χρόνια χάριζε τον κόπο της, τα λεφτά της, την ψυχή της. Δεν ήθελε να αγοράσει κανέναν. Αγάπη και συμπόνοια ζητούσε. Ένα σπίτι ήθελε για τους δυο τους. Μια οικογενειακή φωλιά. Αντί να χτίσουν ένα σπίτι, για να στεγάσουν τον έρωτά τους, θα ήταν πολύ πιο σοφό να έχτιζαν με γερά υλικά τον ίδιο τον δεσμό τους, κι ας τον άφηναν άστεγο.
Η Νέλλη συμπεριφερόταν σαν πρωτάρα έφηβη. Όλα της άρεσαν, όλα τα δεχόταν, δεν έλεγε ποτέ «όχι». Ανοχύρωτη πόλη. Χειμώνας στη φύση, χειμώνας και στην ψυχή της Νέλλη. Παγωνιά…
Η Νέλλη που κάποτε ονειρεύτηκε μια ζωή γεμάτη αγάπη κι ομορφιά, αυτή που θέλησε να ρουφήξει κάθε σταγόνα απ’ αυτή, που λαχτάρησε να αγγίξει μια στάλα ευτυχίας, στο τέλος παραδόθηκε στα δίχτυα της δυστυχίας και του πόνου, αυτή κατέστρεψε μια για πάντα το είναι της. Η γνώση της πραγματικής αγάπης της Νέλλης ήταν αληθινή, γιατί πήγαζε από την καρδιά και όχι από τα βιβλία.
Η ζωή τις περισσότερες φορές είναι σκληρή, πολύ σκληρή. Κι απρόσμενη… Πονάει η αγάπη! Πονάει πολύ! Η αγάπη τελικά μετατράπηκε σε αμοιβαίο αβυσσαλέο μίσος.
Πώς να αντιπαλέψει ένας άνθρωπος με σάρκα και οστά τον πρίγκιπα ή την πριγκίπισσα του παραμυθιού;
Πόση άραγε θλίψη μπορεί να αντέξει ο άνθρωπος και ποια αλήθεια μπορεί να ξεπεράσει τα όρια της αντοχής του;
Θα δει η Νέλλη την αλήθεια μετά από επτά χρόνια σχέση και ένα δεύτερο γάμο;
Θα αρχίσει η ζήλεια και ο ανταγωνισμός;
Τι νόημα έχει ένα σπίτι χωρίς ανθρώπους;
Γιατί πολλές φορές δεν ξεχωρίζουμε τα πρόσωπα από τα προσωπεία;
Πόσο απερίσκεπτη, πόσο ανόητη και επιπόλαια μπορεί να γίνει μια γυναίκα, όταν ο έρωτας θολώσει την όρασή της;
Που πάει ο έρωτας όταν μια σχέση σβήνει;
Στις μνήμες.
Στις μουσικές. Στις λέξεις.
Πόση ελαστικότητα μπορεί να αποκτήσει η συνείδησή της γυναίκας, ώστε να κουκουλώσει τις ενοχές, να αμνηστεύει τα σφάλματα και να δίνει άφεση στις αμαρτίες;
Από μια κακιά σχέση θα ήταν προτιμότερη η μοναξιά που επέτρεπε τουλάχιστον να διαχειριστεί τη ζωή της και να περιφρουρεί την αυτονομία της;
Ο εραστής, ο σύντροφος, ο φίλος, ο συνοδοιπόρος, έχει μετατραπεί σε αντίπαλο; Αντίπαλος εραστής;
Το φινάλε θα είναι τραγικό; Ή θα βγει τελικά ο έρωτας νικητής;
Το κύριο θέμα του βιβλίου της Σταυρούλας Ιωαννίδου, είναι ο έρωτας και ότι η ηδονή και η οδύνη συλλειτουργούν ως αξεδιάλυτες εκδηλώσεις του, η ερωτική επιθυμία και το ερωτικό συναίσθημα είναι διαρκείς ταλαντώσεις ανάμεσα στην παρουσία και την απουσία, την πλήρωση και τη ματαίωση, το κυνήγι, την κατάκτηση και την απώλεια. Μόλις ο έρωτας τείνει να κατακτηθεί χάνεται, για να ανατροφοδοτηθεί μέσα από τον πόθο της νέας του επανεύρεσης. Ο έρωτας είναι το επίκεντρο της ακατάπαυστης επιθυμίας, της αχαλίνωτης φαντασίας, της αγωνίας μας να γνωρίσουμε τον εαυτό μας, τον άλλο και τον κόσμο…
Ο έρωτας είναι κάτι που το αισθάνεσαι, το εκφράζεις και το πραγματοποιείς. Το μόνο αίσθημα που αξίζει όσο κι ο έρωτας είναι η ταπείνωση. Ο έρωτας, ο γλυκόπικρος, ο παντοτινός απών σύντροφός μας. Ο έρωτας δεν είναι πάντα ευλογία, μπορεί να αποδειχτεί και συμφορά. Στον έρωτα ακόμα κι αν ορίζεται ως επιθυμία αθανασίας, υπάρχει μέσα του η σφοδρότητα του «θέλω» και του «ζητώ» το βάσανο του «αχ». Ενώ η φιλία απελευθερώνεται από αυτόν τον διπλό αναστεναγμό.
Ο έρωτας είναι όλεθρος.
Αγάπη είναι ο έρωτας, αλλά ο ανιδιοτελής έρωτας, ο έρωτας που προσφέρει, καλωσορίζει και δέχεται. Η αγάπη προχωρεί πέρα από τη σεξουαλική έλξη κι επιθυμία. Επεκτείνεται στη φιλία, στην αδελφοσύνη, με άλλους λόγους στη μυστική και δημιουργική συγγένεια. Δίχως αγάπη πεθαίνεις. Αλλά και με αγάπη πεθαίνεις. Μόνο που δεν είναι όλοι οι θάνατοι ίδιοι. Η αγάπη δεν είναι θετικό συναίσθημα. Δεν είναι ούτε ευλογία, ούτε κατάρα. Είναι μια ευλογία που είναι κατάρα, αλλά ούτε αυτό ακριβώς. Η αγάπη «ου περπεύεται», «ου φυσιούται», «ου ζητεί τα εαυτής». «Κι αν σ΄ αγαπώ δεν σε ορίζω» λέει το Άσμα Ασμάτων.
Ο σύγχρονος έρωτας έχει αναπτυχθεί με τρόπο που μεγιστοποιεί την υποταγή και ελαχιστοποιεί την ελευθερία, χωρίς καμιά αντίρρηση. Ο Έρωτας τείνει να εξασθενεί όταν η επιθυμία εκπληρώνεται. Η σκληρή δουλειά θεωρείται πανάκεια για την καταπόνηση της επιθυμίας. Μήπως ζούμε με ένα ξένο; Αλήθεια τι χρειάζονται σήμερα τόσα βιβλία αυτοβοήθειας στις σχέσεις, το βιάγκρα και οι τσόντες, για τα ζευγάρια;
Οι λέξεις «αλυσίδα» ή «θηλειά» έχουν γίνει συνώνυμα των συζύγων. Το σημερινό ζευγάρι είναι ίσον φυλακή και ο ένας δεσμοφύλακας του άλλου και ο κατ’ οίκον περιορισμός είναι η βασική συνθήκη του σημερινού έρωτα. Ο έρωτας είναι μεθυστικός και παραισθησιογόνος, αλλά στο τέλος τοξικός…
Η συζυγική ζωή είναι ένα άγονο τοπίο είτε ένα φορτισμένο πεδίο μάχης είτε μια εφιαλτική επανάληψη που χαρακτηρίζεται από μονοτονία, καυγάδες, σιωπή ή παράλογες εγωιστικές απαιτήσεις. Αλλά, αν η σχέση είναι, για την κοινωνία, ο πιστοποιημένος αποθηκευτικός χώρος οικειότητας, περιουσίας, παιδιών και ερωτικής επιθυμίας, τότε η μοιχεία είναι ο δημοτικός κάδος του γάμου, για απόβλητα τοξικής δυστυχίας και προβλημάτων!
Η μοιχεία, η οπτασία της αλλαγής είναι τόσο ελκυστική όσο και τρομακτική. Αλλά, πριν σου μπουν βιαστικές ιδέες να αποκαλύψεις την αλήθεια ή να σκάψεις κάποιο τούνελ απόδρασης και να το βάλεις στα πόδια, θυμήσου πως οι ένοπλοι φρουροί-παιδιά, κοινή γνώμη, υπερεγώ- περιπολούν στα σύνορα και τα σκυλιά τους είναι ξελιγωμένα για σκάνδαλα.
Και μετά η μοιχεία που έρχεται και αναστατώνει τα πάντα.
Η μοιχεία για τον έρωτα είναι ότι ο δοκιμαστικός σωλήνας για την επιστήμη: ένα σκεύος για πειραματισμούς. Η συζυγική εξαπάτηση στην προσωπική ζωή δεν είναι απλώς διαδεδομένη, στάζει από το ταβάνι…
Η προδοσία και η μοιχεία υπήρξε, ήταν γεγονός, το ίδιο και η υποκρισία.
Η απειλή είχε γυμνασμένο κορμί και σκληρό πρόσωπο, με τοξικό βλέμμα και αιχμηρές γωνίες. Μαύρα μαλλιά και ένα αντρικό βάδισμα. Η απειλή ήταν η Ντίνα, παλιά, στενή φίλη του Άλκη. Η πιο έμπιστη. Το alter ego του. Αυτό της επέτρεψε να μολύνει την ψυχή του Άλκη (ίσως και το σώμα του, ποιος ξέρει;) να επηρεάσει την συμπεριφορά του και να υποσκάψει, με την άδειά του φυσικά, την σχέση του με τη Νέλλη.
«Η Εξίσωση» είναι μια διαχρονική διαπίστωση ότι οι άνθρωποι κουβαλούν αυτό που ανέκαθεν υπήρξαν. Και όταν έχουν το στίγμα της μοναξιάς, την αποζητούν κι επιστρέφουν και περιχαρακώνονται σ’ αυτήν, όσες ευκαιρίες κι αν τους χαρίσει η ζωή.
Δεν ξέρω άλλο βιβλίο που να μας μεταδίδει με τόση ζωντάνια και στοχαστική ματιά τη δυσφορία των οικιακών και ερωτικών σχέσεων.
Ένα βαθιά και πυκνά στοχαστικό βιβλίο για τη φύση του έρωτα και την αναπόδραστη σχέση του ανθρώπου μαζί του.
Ένα πραγματικά ερωτικό βιβλίο. Ένα έξυπνο και καλογραμμένο βιβλίο. Ένας διεισδυτικός συνδυασμός γνώσεων, φαντασίας και κατανόησης.
Η Σταυρούλα Ιωαννίδου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1964. Αποφοίτησε από τη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας το 1986, με ειδικότητα στις Νεοελληνικές και Βυζαντινές σπουδές. Το 1994 ολοκλήρωσε τη διδακτορική της διατριβή στη Νεοελληνική Φιλολογία. Από το 1987 ως το 2015 δίδαξε στη Μέση Εκπαίδευση. Παράλληλα, δημοσίευσε άρθρα και μελέτες σε φιλολογικά περιοδικά. Σήμερα ζει στην Αθήνα και έχει δύο παιδιά. «Η εξίσωση» είναι το πρώτο της μυθιστόρημα
Τραχανάς Κώστας