Ένα από τα θέματα που έχουν ασχοληθεί αρκετοί συγγραφείς -σε μικρό ή μεγάλο βαθμό- είναι ο κόσμος των εφήβων και ιδιαίτερα τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν ως ενεργά μέλη της σύγχρονης κοινωνίας. Με την διερευνητική ματιά του ο καθένας από αυτούς τους λογοτέχνες, προσπαθεί να διεισδύσει και να καταλάβει τον κόσμο των σημερινών νέων, με σκοπό να περάσει κομμάτια του στο χαρτί. Δύσκολο, αν και μερικοί τα έχουν καταφέρει πολύ καλά τολμώ να πω. Βλέπεις, η απόσταση -ηλικιακή και μη- που χωρίζει έναν ενήλικα από έναν έφηβο θα αποτελεί πάντα τροχοπέδη σε μια τέτοια προσπάθεια.
Να όμως που μέσω των εκδόσεων Κέδρος, τον Μάη του 2009, ήρθε μία έφηβη κοπέλα να μας μιλήσει για τους συνομήλικούς της και τα προβλήματα τους. Το όνομα αυτής Ελπίδα Ισμαήλ, και ο τίτλος του βιβλίου της «Η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία».
Όπως αναφέρει η ίδια σε μια συνέντευξη της στη Βασιλική Διαβάτη, για το περιοδικό TEENAGER BOOK LOVERS: «Το «Η Ελπίδα Πεθαίνει Πάντα Τελευταία» είναι ένα βιβλίο κυρίως αυτοβιογραφικό. Περιέχει ακόμα και κομμάτια αυτούσια από το ημερολόγιό μου που για μένα είναι σαν καταφύγιο για τις δύσκολες στιγμές αλλά και ένας τρόπος να εκφράσω όλα αυτά τα όμορφα ή άσχημα πράγματα που πιέζουν να βγουν από μέσα μου. Υπάρχουν φυσικά και γεγονότα που δε συνδέονται άμεσα με τη ζωή μου.»
Όλα τα προηγούμενα γαργάλισαν εντόνως ορισμένα σημεία του εγκεφαλικού φλοιού μου, και με έκαναν να ξεκινήσω την ανάγνωση του «Η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία», της Ελπίδας Ισμαήλ, με πολύ αγωνία και πολλές ελπίδες ότι θα διαβάσω κάτι καλό… για να δούμε…
Η Τζένιφερ ή Τζένα όπως την φώναζαν, πέρασε τους πρώτους επτά μήνες της ζωής της σε ένα ορφανοτροφείο του Λονδίνου. Κατόπιν, και αφού την υιοθέτησε το ζεύγος Μπλεϊφστόουν, μεταφέρθηκε στο αρχοντικό σπίτι των θετών της γονιών, της Ελίζαμπεθ και του Τζον.
…
Ήσυχα περνούσε ο καιρός, ώσπου το κορίτσι μεγάλωσε και έγινε εννέα χρονών. Η Ελίζαμπεθ δεν έδειχνε καμία ιδιαίτερη επιθυμία να ασχοληθεί μαζί της, και καθώς ο Τζον έλειπε όλη τη μέρα στη δουλειά, η μικρούλα έμενε συνέχεια μόνη της στο δωμάτιο της. Πολλές φορές πήγαινε στη μητέρα της και τη ρωτούσε αν ήθελε να πάνε στο πάρκο κοντά στο σπίτι τους, όμως εκείνη πάντα αρνιόταν με τη δικαιολογία πως είχε πολλές δουλειές. Ήταν μικρή ακόμα για να καταλάβει τη συμπεριφορά της μητέρας της, ένιωθε όμως την έλλειψη της μητρικής στοργής και της συντροφιάς. Στο σχολείο ξεχνιόταν με τα άλλα παιδιά, στο σπίτι όμως η ησυχία και η απραξία την πλάκωναν. Και οι μέρες περνούσαν έτσι, αθόρυβα και βαρετά.
…
Βλέπεις η Ελίζαμπεθ, είχε δεχθεί -μετά τον αιφνίδιο θάνατο της δικής τους κόρης- να υιοθετήσουν ένα άλλο παιδί, μόνο και μόνο για να κάνει το χατήρι του Τζον. Από την πρώτη στιγμή ένιωσε το μωρό ξένο και αυτό ήταν κάτι που δυστυχώς δεν άλλαξε με το πέρασμα των χρόνων. Όταν μάλιστα έμεινε έγκυος -εννέα χρόνια μετά την υιοθεσία της Τζένα- τα αισθήματα της προς το μικρό κορίτσι έγιναν τόσο εχθρικά που είπε στον άντρα της ότι η μικρή δεν μπορούσε πια να μένει μαζί τους.
Η νέα κόρη του ζεύγους, η Άλισον, ήρθε στον κόσμο και στο σπίτι. Και παρόλο που η Τζένα δεν υποχρεώθηκε να φύγει, δεν θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι πέρασε και τα πιο ευτυχισμένα παιδικά χρόνια. Γεγονός είναι ότι ο Τζον προσπαθούσε να της σταθεί, αλλά η Ελίζαμπεθ είχε μάτια και χρόνο αποκλειστικά για την φυσική της κόρη.
Σκούντα-βρόντα πέρασαν άλλα επτά χρόνια και η όμορφη Τζένα έγινε 16 ετών. Σε μια ηλικία που κανονικά θα έπρεπε να τα βλέπει όλα χρωματιστά, αλλά… ο μουντός καιρός του Λονδίνου ήταν σε πλήρη αρμονία με τη μελαγχολική ψυχοσύνθεση της λες και το ένα συμπλήρωνε το γκρίζο του άλλου. Πλήρης απουσία χρωμάτων, όπως ακριβώς και στα ρούχα της… από την κορυφή ως τα νύχια στα μαύρα! Κάπου τότε έμαθε, και όχι με τον πλέον ενδεδειγμένο τρόπο, ότι ήταν υιοθετημένη…
…
– Πρέπει να σου το πω, όμως δεν είναι απλό.
– Λοιπόν, ή θα το πεις τώρα ή δε θα με ξαναδείς.
– Εντάξει, εντάξει! Όπως σου έλεγα… οι Μπλεϊφστόουν, δηλαδή ο Τζον και Η Ελίζαμπεθ, δεν..
– Δεν…;
– …δεν είναι οι πραγματικοί σου γονείς.
…
…και όλα άρχισαν να γκρεμίζονται…
Μην περιμένετε να σας πω περισσότερα. Τα υπόλοιπα επί των σελίδων του «Η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία», της Ελπίδας Ισμαήλ!
Όταν ξεκίνησα την ανάγνωση του εν λόγω βιβλίου, όπως ανάφερα και παραπάνω, έλπιζα να είναι κάτι καλό. Μετά από 391 σελίδες και ένα ξεγυρισμένο ξενύχτι (ήταν αδύνατον να το αφήσω από τα χέρια μου) μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι είναι εξαιρετικό! Γραμμένο από μια έφηβη και απευθυνόμενο σε εφήβους πιστεύω ότι θα επιτελέσει σπουδαίο παιδαγωγικό – συμβουλευτικό έργο, με τον καλύτερο τρόπο.
Οι πρώτοι έρωτες, η μουσική, το σχολείο, οι σχέσεις με τους γονείς και τους συγγενείς, τα προβλήματα και τα αδιέξοδα των νέων είναι μερικά μόνο από τα πράγματα που βρίσκονται στις γραμμές του. Οι ήρωες της Ελπίδας Ισμαήλ βρίσκονται μπροστά σε φαινομενικά ανυπέρβλητα εμπόδια που καλούνται να ξεπεράσουν. Μέσα από τις αντιδράσεις τους, απέναντι σε αυτούς τους τοίχους, έρχονται σε εμάς τα μηνύματα που θέλει να περάσει η συγγραφέας. Μηνύματα για όλους τους αναγνώστες, ανεξαρτήτου ηλικίας, που στο χέρι τους ή καλύτερα στο μυαλό τους είναι να τα αξιοποιήσουν.
Με άφησε πραγματικά άφωνο το ταλέντο της δεσποινίδος Ισμαήλ. Δημιούργησε ένα εξαιρετικό ανάγνωσμα που καθώς απολαμβάνεις την ανάγνωση του -μερικές φορές δακρύζεις, αλλά έτσι είναι η ζωή- σε φέρνει πιο κοντά με τους νέους της εποχής μας και τα προβλήματα τους. Αν σε τέτοια ηλικία -ήταν μαθήτρια όταν το έγραψε- μπόρεσε να δημιουργήσει ένα μικρό διαμάντι, φαντάσου τις θα κάνει όταν ωριμάσει η γραφή της. Η Ελπίδα Ισμαήλ με το «Η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία», έκανε ένα εξαιρετικό πρώτο βήμα στον χώρο της λογοτεχνίας. Αναμένω με λαχτάρα το δεύτερο. 🙂
[grbk https://www.greekbooks.gr/ismail-elpida.person%5DΑπό το οπισθόφυλλο του βιβλίου μεταφέρουμε:
Η δεκαεπτάχρονη Τζένα βιώνει δύσκολα την εφηβεία της· οι καθημερινές εντάσεις μέσα στην οικογένεια, τα προβλήματα στο σχολείο, η αποκάλυψη της υιοθεσίας της και μια σειρά από συγκλονιστικά γεγονότα την οδηγούν σε ένα δρόμο καταστροφικό.
Πολλά πρόσωπα περνούν από τη ζωή της και αφήνουν τα ίχνη τους. Το πιο βαθύ σημάδι όμως θα το αφήσει ο Νίκολας, ο μεγάλος της έρωτας. Θα έρθει ωστόσο η στιγμή που θα πρέπει να κάνει τις επιλογές της, όσο δύσκολες κι αν είναι αυτές. Να αφήσει τον εαυτό της να καταστραφεί ή να προσπαθήσει να στηριχτεί στις δικές της δυνάμεις και να σωθεί όσο είναι καιρός;
Και όταν μέσα σε όλη την προσπάθεια αναγκαστεί να αντιμετωπίσει μια ξαφνική απώλεια, θα καταφέρει να φανεί αρκετά δυνατή ώστε να μην οδηγηθεί ξανά σε δρόμους χωρίς γυρισμό;
Ένα μυθιστόρημα για όσα απασχολούν τους νέους σήμερα, γραμμένο με ιδιαίτερη ευαισθησία από μια εξίσου νέα συγγραφέα.