Θα μπορούσε κανείς άνετα να υποστηρίξει ότι όλα ξεκίνησαν ένα καλοκαίρι των εφηβικών χρόνων του Άρη, της Εύας και του Πάνου, όπου…
…
Είχαμε ξεκινήσει για πρώτη φορά χωρίς τους γονείς μας για ένα ταξίδι στη Ρόδο. Μια μεγάλη παρέα. Εννέα άτομα, αγόρια-κορίτσια, και ανάμεσα σ’ αυτούς οι συνήθεις ύποπτοι, ο Πάνος και η Εύα. Είκοσι δύο ώρες χρειάστηκε το υπέργηρο πλοίο για να μας μεταφέρει στη «Μέκκα της ελευθερίας», όπως είχαμε δια βοής αποφασίσει ότι θα ονομάζεται ο πρώτος μας καλοκαιρινός προορισμός δίχως γονική επιτήρηση.
…
Βέβαια οι τρεις ήρωες μας ήσαν φίλοι από τα γεννοφάσκια τους σχεδόν, αλλά σε εκείνο το ταξίδι άρχισαν να αντιλαμβάνονται ότι δεν είναι πλέον τρία παιδιά αλλά τρεις έφηβοι, σχεδόν ενήλικοι. Τα σώματα τους που πρόσφατα σμιλεύτηκαν ανάλογα με το φύλο του καθενός άρχισαν να ξυπνούν, ενώ ταυτόχρονα οι ορμόνες που τα διέτρεχαν ξεκίνησαν να βαράνε τιλτ!
Πρωτοπόρος σε αυτό το ξύπνημα, σε αυτή την αλλαγή ρόλων, ήταν ο Πάνος που άρχισε να βλέπει στην Εύα μια γυναίκα και όχι την κολλητή παιδική του φίλη. Ακολούθησαν ο Άρης και η Εύα, ή τουλάχιστον αυτή μοιάζει στην αρχή να είναι η σειρά του ξυπνήματος. Μπορεί βέβαια τα πράγματα να ήταν αλλιώς, αλλά αυτό δεν έχει και μεγάλη σημασία. Το σημαντικό είναι ότι και οι τρεις παρασύρθηκαν σε ένα κυκλώνα αισθημάτων και συναισθημάτων που μετά από πολλά χρόνια θα τους οδηγούσε κάπου που τότε, στην Ρόδο, δεν θα μπορούσαν να φανταστούν.
Στο νησί των Ιπποτών, έκαναν βέβαια το κρίσιμο βήμα από την εποχή της αθωότητας στην εποχή της επιπολαιότητας. Η ωριμότητα και η σοφία ούτε που διακρίνονταν ακόμα στον ορίζοντα της ζωής τους. Θα ερχόντουσαν πολύ πολύ αργότερα και, φευ, όχι και για τους τρεις τους.
Η πορεία των τριών, πλεγμένη με ένα μοναχικό ταξίδι του Άρη στην Ιθάκη, με μια απόπειρα συγγραφής ενός διηγήματος και μιας αναδρομής σε γεγονότα του παρελθόντος, είναι ράγες πάνω στις οποίες κινείται με χάρη η λογοτεχνική αμαξοστοιχία του Σπύρου Γλύκα με τίτλο «Η δική μου Εύα». Ένα αξιόλογο μυθιστόρημα που κυκλοφόρησε το Δεκέμβρη του 2010 από τις εκδόσεις Ιβίσκος.
Αυτό που πιστεύω ότι κάνει το βιβλίο αυτό να ξεχωρίζει από την μάζα, είναι ο τρόπος γραφής του συγγραφέα. Η δομή και τα λογοτεχνικά τσαλίμια -αν μου επιτρέπετε την έκφραση- προσφέρουν ένα πολύ ενδιαφέρον ανάγνωσμα που θα κρατήσει το μυαλό σας σε εγρήγορση, καθ’ όλη την διάρκεια της ανάγνωσης, με ένα γοητευτικό τρόπο.
Η αμαξοστοιχία «Η δική μου Εύα» του Σπύρου Γλύκα, ξεκινά από όλα τα βιβλιοπωλεία της χώρας την ώρα που θα βρεθείτε σε κάποιο από αυτά. Η απόφαση αν θα επιβιβαστείτε και θα ζήσετε το ταξίδι ή όχι, είναι φυσικά δική σας. Η δική μου άποψη πάντως είναι να μην αφήσετε αυτό το τρένο να φύγει από το σταθμό, χωρίς εσάς σε ένα από τα βαγόνια του. Καλή ανάγνωση!
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου μεταφέρουμε:
Πόσο μπορεί να παίξει μια γυναίκα με την αγάπη δύο αντρών; Και μάλιστα όταν αυτή η αγάπη έχει τις ρίζες της στα μαθητικά τους χρόνια; Πολύ περισσότερο από όσο μπορεί να φανταστεί κανείς. Με επίφαση αθωότητας και με δήθεν ανέμελη διάθεση, η μοιραία Εύα εξωθεί τους δυο παιδικούς της φίλους σε ακραίες συμπεριφορές, σε μια μάχη με έπαθλο τον ίδιο της τον εαυτό. Το ερώτημα όμως είναι το ποιος θα την κερδίσει τελικά, αν υποθέσουμε πως κάποιος μπορεί να βγει κερδισμένος μέσα από μια τέτοια αναμέτρηση: ο ορθολογιστής Πάνος ή ο ονειροπόλος, μαθητευόμενος συγγραφέας Άρης; Ένα μυθιστόρημα με φόντο τοπία καλοκαιρινών αποδράσεων, και με επίκεντρο την αρχέγονη πάλη ανάμεσα στα αρσενικά για το «Αιώνιο Λάφυρο».
«Εγώ σ’ το λέω ξεκάθαρα. Η Εύα μου αρέσει!» Η τελευταία φράση κόλλησε στο μυαλό μου σαν φωτεινή επιγραφή που κοσμούσε την είσοδο στο ναό της φιλίας μας. Ούτε εγώ μπορούσα να το χωνέψω. Μια εκδρομή, εννέα μέρες. Τόσες χρειάστηκαν για να αλλάξουν τη σχέση μας για πάντα. Το τέλος της αθωότητας.
Μόνο που δεν ήμουν προετοιμασμένος για να το δεχτώ και θα αντιστεκόμουν για λίγο ακόμα. Έριξα μια ματιά στη Ρόδο, που είχε ξυπνήσει για τα καλά πλέον και έμοιαζε να απομακρύνεται εκείνη από εμάς, θυμωμένη που την εγκαταλείπαμε, λουσμένη στον ήλιο, δυσδιάκριτη. Έπειτα γύρισα να κοιτάξω τον φίλο μου αλλά είχε φύγει. Τόσο δράμα για μια γυναίκα;»